Οικονομία|29.06.2022 07:35

Ενοικιαζόμενη κατοικία: «Καταβροχθίζει» οικογενειακούς προϋπολογισμούς η βουβή κρίση των υψηλών ενοικίων

Μαρία Λιλιοπούλου

Ανασφάλεια, άγχος και αγανάκτιση προκαλεί σε ενοικιαστές και ενοικιάστριες η σημερινή κατάσταση με τα ενοίκια με τους μισούς να δυσκολεύονται ή και να αδυνατούν να πληρώσουν το ενοίκιό τους.

Την ίδια στιγμή για πρώτη φορά στην Ελλάδα έχει ανοίξει ο διάλογος για την ενοικιαζόμενη κατοικία, η συζήτηση γύρω από την οποία αποτελούσε επί δεκαετίες σχεδόν ταμπού.

Τα αποτελέσματα της μεγάλης ποσοτικής έρευνας που εστιάζει στους ανθρώπους που ζουν στο νοίκι, την οποία παρουσίασε σήμερα το Eteron - Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή είναι αποκαλυπτικά:

  • Οι μισοί/ές ενοικιαστές/τριες (47,8%) δυσκολεύονται ή αδυνατούν να πληρώσουν το ενοίκιο τους, ενώ το ζήτημα του ενοικίου απασχολεί πολύ ή αρκετά το 83,1%.
  • Το 61,7% δηλώνει ότι έχει προχωρήσει σε περικοπές άλλων βασικών αναγκών και το 15,2% ότι για να καλύψει τις άλλες βασικές του ανάγκες λαμβάνει κάποια οικονομική βοήθεια ή δανείζεται από τρίτους.
  • Ανασφάλεια (28,7%) και άγχος (21,9%) είναι τα κυρίαρχα αισθήματα που βιώνουν όσες και όσοι ζουν στο ενοίκιο.
  • Το 49,1% δήλωσε ότι εξαιτίας των στεγαστικών δαπανών αδυνατεί να αποταμιεύσει, το 41% απάντησε ότι αντιμετωπίζει οικονομική στενότητα, το 28,6% κάνει λόγο για ακύρωση προσωπικών σχεδίων, ενώ έπεται με 12,6% η ανάγκη εύρεσης δεύτερης εργασίας.
  • Ακριβό ρεύμα, υψηλό ενοίκιο, δυσκολία εύρεσης κατοικίας, κακή ποιότητα/κατάσταση της κατοικίας και ανεπάρκεια ψύξης/θέρμανσης συνιστούν την πρώτη πεντάδα των προβλημάτων ως προς την ενοικιαζόμενη στέγαση.
  • Ένας/μία στους πέντε (22,1%) λαμβάνει επίδομα ενοικίου.
  • Η κυβέρνηση (57,1%) και οι ιδιοκτήτες (50,2%) θεωρούνται οι βασικοί υπεύθυνοι για το στεγαστικό πρόβλημα.
  • Για τη λύση στο πρόβλημα, οι ερωτώμενοι/ες ζητούν αύξηση μισθών/θέσεων εργασίας (56,5%), πλαφόν στα ενοίκια (53,3%), φορολογικά κίνητρα στους ιδιοκτήτες για πιο προσιτές τιμές (37,9%), επίδομα ενοικίου (33,2%), πολιτικές για την κοινωνική κατοικία (23,8%), ρύθμιση του Airbnb (19,7%), αξιοποίηση των κενών δημόσιων κτιρίων (19,2%) και έλεγχος των κερδοσκοπικών επενδύσεων (golden visa κ.λπ.) (13%).
  • Στο κράτος (46%) και την κυβέρνηση (41,1%) πέφτει το βάρος και η προσδοκία εύρεσης λύσης στο ζήτημα. Ακολουθούν η «αγορά» με 28,4%, οι σύλλογοι ενοικιαστών με 19,6% και η Ευρωπαϊκή Ένωση με 15,4%.

Πρόκειται για την πρώτη έρευνα στην Ελλάδα που αναδεικνύει τη συγκεκριμένη θεματολογία, εστιάζοντας αποκλειστικά στους ανθρώπους που ζουν στο ενοίκιο και πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του project «Ενοίκια στα Ύψη». Διενεργήθηκε από την εταιρία aboutpeople, σε δείγμα 1.007 ατόμων από όλη τη χώρα, με ηλεκτρονικές συνεντεύξεις μέσω διαδικτύου, το διάστημα από τις 24 Μαΐου έως τις 3 Ιουνίου.

Σήμερα στην Ελλάδα, όπως εξήγησε ο Άλκης Καφετζής, συντονιστής του project του Eteron «Ενοίκια στα Ύψη», η ενοικιαζόμενη κατοικία αποτελεί περίπου το 20,5% της αγοράς κατοικίας, ποσοστό πολύ κοντά στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο του 22,2%, ενώ στα μεγάλα αστικά κέντρα το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται. Για παράδειγμα, στον Δήμο Αθηναίων, το 38% των νοικοκυριών κατοικούσε σε ενοίκιο ενώ σε ορισμένες περιοχές το ποσοστό φτάνει και το 50%. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ χαμηλότερο στις μικρές πόλεις και τις αγροτικές περιοχές.

Τα υψηλά ενοίκια δεν είναι όμως η μοναδική οικονομική πρόκληση που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ενοικιαστές. Βασει των απαντήσεών τους, για τις υπόλοιπες πάγιες στεγαστικές δαπάνες τους οι περισσότεροι πληρώνουν έως και 300 ευρώ επιπλέον.

Η συντριπτική πλειονότητα (77,3%) επιθυμεί να αποκτήσει ιδιόκτητη κατοικία στο μέλλον, αν και σχεδόν οι μισοί θεωρούν κάτι τέτοιο πολύ δύσκολο έως αδύνατο.

«Βουβή» χαρακτήρισε τηνκρίση της ενοικιαζόμενης κατοικίας, ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης, διευθυντής του Eteron σημειώνοντας πως «μπορεί να μην εκφράζεται με όρους εξωστρέφειας, όμως απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τα νοικοκυριά, γίνεται αντικείμενο συζήτησης σε οικογένειες και παρέες και καθορίζει τόσο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς όσο και τη συναισθηματική κατάσταση όλων μας. Έχει φτάσει πια η στιγμή το ζήτημα της στέγασης και των ενοικίων να έρθει στο προσκήνιο με όρους δημόσιας πολιτικής και η πολιτεία να σταματήσει τον στρουθοκαμηλισμό. Άλλωστε δεν πρόκειται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Οι συζητήσεις αυτές γίνονται σε όλη την Ευρώπη και υπάρχουν σημαντικά παραδείγματα καλών πρακτικών που διασφαλίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη», τόνισε.

Πού οφείλεται το πρόβλημα των ενοικίων

Βάσει των στοιχείων που παρουσιάστηκαν, σήμερα, η αύξηση των τιμών ενοικίασης, από τη μία πλευρά, οφείλεται στην μείωση της προσφοράς ενοικιαζόμενης κατοικίας λόγω της αποεπένδυσης και αδράνειας του κατασκευαστικού κλάδου την περίοδο της κρίσης, της αλλαγής χρήσης μέρους του οικιστικού αποθέματος για τουριστική εκμετάλλευση, της αύξησης των κερδοσκοπικών επενδύσεων στην κατοικία, και μιας σειράς πολιτικών που στοχεύουν να ενισχύσουν τον χαρακτήρα της Ελλάδας ως μια χώρα ασφαλή για επενδύσεις, μέσα από προγράμματα προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων στον κλάδο των ακινήτων που συνολικά αποσύρουν μεγάλο τμήμα του οικιστικού αποθέματος από τη μακροχρόνια μίσθωση ενοικίων.

Από την άλλη πλευρά, η ζήτηση για ενοικιαζόμενη κατοικία σήμερα αυξάνεται - όχι τόσο λόγω της ανόδου του διαθέσιμου εισοδήματος και της τάσης επιστροφής σε κεντρικές περιοχές της χώρας (αν και παίζει και αυτό ρόλο για τμήμα των μεσοστρωμάτων) - αλλά κυρίως λόγω της έλλειψης εναλλακτικών στεγαστικών επιλογών που συνδέονται με κάποια από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της στέγασης στην Ελλάδα, όπως η αδυναμία πρόσβασης σε δανεισμό, η μειούμενη δυνατότητα της οικογένειας να διατηρεί το ρόλο της ως βασικού πυλώνα της διαγενεακής στεγαστικής στρατηγικής, και η απουσία κοινωνικού ή ρυθμιζόμενου ενοικιαζόμενου τομέα.

Την ίδια στιγμή, όπως ανέφερε η Δήμητρα Σιατίτσα, δρ. Αρχιτεκτονικής-Πολεοδομίας, οι δημόσιες πολιτικές για τον ενοικιαζόμενο τομέα στην Ελλάδα ήταν διαχρονικά περιορισμένες. Δύο είναι οι κεντρικές δεσμίδες πολιτικών που εντοπίζονται σήμερα στη χώρα μας, η παροχή στεγαστικών επιδομάτων και η υποστηριζόμενη στέγη και οι υπηρεσίες διαμεσολάβησης.

Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά επιδόματα, δύο είναι αυτά που αφορούν άμεσα την ενοικιαζόμενη στέγη:

  • Το Επίδομα Στέγασης που αποτελεί τη μοναδική οριζόντια στεγαστική πολιτική, και παρέχεται στη βάση μιας σειράς εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων, καθώς και κριτηρίων διαμονής. Απευθύνεται σε νοικοκυριά σε κίνδυνο φτώχειας με εισόδημα έως 7.000 ευρώ ατομικό και έως 21.000 ευρώ για τετραμελή οικογένεια και άνω. Ισχύουν αθροιστικά προϋποθέσεις κινητής και ακίνητης περιουσίας. Το ύψος του επιδόματος κυμαίνεται μεταξύ 70 ευρώ για μονομελές νοικοκυριό, έως και 210 ευρώ για τετραμελή οικογένεια και άνω. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπ. Εργασίας για τον Μάιο του 2022, χορηγήθηκε σε 285.259 νοικοκυριά.
  • Το στεγαστικό φοιτητικό επίδομα που παρέχεται από το Υπουργείο Παιδείας σε φοιτητές και φοιτήτριες που φοιτούν σε άλλη πόλη από τη γονεϊκή κατοικία και προέρχονται από οικογένειες με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 30.000€, προσαυξημένο κατά 3.000 ευρώ για κάθε επιπλέον παιδί. Περιλαμβάνει μια εφάπαξ ετήσια επιδότηση 1.000 ευρώ, και αφορά περίπου 50.000 φοιτητές/ριες τον χρόνο. β) Η δεύτερη έχει να κάνει με την υποστηριζόμενη στέγη και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης.

Οι προτάσεις

Επτά βασικές παρεμβάσεις μεταξύ των οποίων και πρωτοβουλίες όπως η θεσμοθέτηση του «Συνηγόρου του Ενοικιαστή», για το μείζον ζήτημα της οικονομικά προσιτής ενοικιαζόμενης κατοικίας περιλαμβάνει το κείμενο πολιτικής που δόθηκε στη δημοσιότητα μαζί με την έρυνα και συντάχθηκε από την ερευνητική ομάδα του Eteron που αποτελείται από την Δήμητρα Σιατίτσα, δρ. Αρχιτεκτονικής-Πολεοδομίας, τη Στεφανία Γυφτοπούλου, Αρχιτέκτονα-Πολεοδόμο, τον Δημήτρη Μπαλαμπανίδη, δρ. Πολεοδόμο-Γεωγράφο και την Εύα Παπατζανή, υπ. δρ. και ερευνήτρια Αστικών Σπουδών.

Οι παρεμβάσεις και κατευθύνσεις πολιτικής που προτείνονται, είναι:

  • Επιδότηση ενοικίου: Σύμφωνα με τους ερευνητές, χρειάζεται να αυξηθεί αλλά και να διευρυνθεί για να καλύπτει μεγαλύτερο φάσμα δικαιούχων. Οπως υπογράμμισε η κυρία Σιατίτσα, μπορεί να τροφοδοτεί τη χοάνη της ανόδου των τιμών, αλλά παραμένει ένα άμεσο μέτρο, το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί οριζόντια χωρις αυτό να σημαίνει ότι θα παραμένει εσαεί το μοναδικό μέτρο σε μία άπληστη αγορά.
  • Έλεγχος και ρύθμιση ενοικίου: Συνιστά μια άμεση παρέμβαση για τη συγκράτηση των τιμών, που μπορεί να έχει προσωρινή και ευέλικτη εφαρμογή, ενώ απαιτεί συνεχή παρακολούθηση και συνδυαστικά μέτρα ώστε να μη δημιουργήσει αγορές δύο ταχυτήτων.
  • Ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, μέσω μιας σειράς μέτρων και κυρίως της έκδοσης της ΚΥΑ που προβλέπεται από τον Ν. 4472/2017 και θα θέτει περιορισμούς στον αριθμό των προς μίσθωση ακινήτων ανά ιδιοκτήτη και της διάρκειας της μίσθωσής τους, αλλά με τις αναγκαίες προσαρμογές της, τόσο για λόγους αποτελεσματικότητας των περιορισμών που ορίζει όσο και εξαιτίας μεταβολών στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
  • Έλεγχος επενδύσεων και τάσεων χρηματιστικοποίησης της κατοικίας, όπου ζητούμενο είναι να περιοριστούν οι βραχυπρόθεσμες και ευκαιριακές επενδύσεις και να διαμορφωθεί ένα ασφαλές πλαίσιο για τις χαμηλότερης απόδοσης επενδύσεις (που συνιστούν μέχρι τώρα το χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγοράς κατοικίας στην Ελλάδα), όπως επίσης και για τη σταθερή μακροπρόθεσμη απόσβεση των κεφαλαίων, διευκολύνοντας τη δραστηριοποίηση και μικρότερων επενδυτών, του δημοσίου και φορέων κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.
  • Υποστήριξη της κοινωνικής και οικονομικά προσιτής κατοικίας στο υφιστάμενο απόθεμα, μέσω δύο διαφορετικών μηχανισμών, όπως έναν φορέα υποστηριζόμενης στέγης, ή/και ένα φορέα διαμεσολάβησης. Για τον σκοπό αυτό, είναι σημαντική η υιοθέτηση κινήτρων προς τους ιδιοκτήτες ακινήτων καθώς και η επιδίωξη προγραμματικών συμπράξεων με μεγαλύτερους ιδιοκτήτες ακινήτων, όπως το δημόσιο, οι τράπεζες, ιδρύματα, η Εκκλησία κ.α. Εδώ, υπάρχει ήδη μια θετική κεκτημένη εμπειρία μέσω πρόσφατων στεγαστικών παρεμβάσεων όπως το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ.
  • Εκ νέου κατασκευή κοινωνικών και οικονομικά προσιτών κατοικιών, που παρότι κρίνεται ως δύσκολο εγχείρημα έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Προϋποτίθεται η διαμόρφωση ειδικού πλαισίου παραγωγής και διάθεσης κατοικιών από μη-κερδοσκοπικούς φορείς του δημόσιου και της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.
  • Προστασία και ενδυνάμωση ενοικιαστών, μέσω ανάπτυξης ειδικών εργαλείων που θα επιτρέψουν τη συστηματική παρακολούθηση του ενοικιαζόμενου τομέα, τη θέσπιση ελάχιστων προδιαγραφών καταλληλότητας της κατοικίας, τη δημιουργία του θεσμού του “Συνηγόρου των Ενοικιαστών/τριών”, τη συμμετοχή των ενοικιαστών/τριών στην αξιολόγηση και διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου και των εργαλείων πολιτικής.

Αν και η Ελλάδα έχει μακρύ δρόμο να διανύσει, όπως ξεκάθαρα επισημαίνουν οι ερευνητές, «οι προϋποθέσεις για αποτελεσματική δημόσια παρέμβαση στον τομέα της ενοικιαζόμενης κατοικίας δεν υφίστανται εκ των προτέρων σε καμία χώρα. Δημιουργούνται ως αποτέλεσμα ισχυρής πολιτικής βούλησης, η οποία συγκροτεί τις απαραίτητες διοικητικές δομές και ελεγκτικούς μηχανισμούς και φροντίζει να λειτουργούν με διάρκεια και συνέχεια, σταθερή και γενναία χρηματοδότηση».

Επίσης βασική προϋπόθεση για μία αποτελεσματική παρέμβαση στον τομέα της ενοικιαζόμενης κατοικίας αποτελεί η κατανομή αρμοδιοτήτων και η συνεργασία μεταξύ όλων των επιπέδων διακυβέρνησης (από το κεντρικό έως το τοπικό), καθώς επίσης η εμπλοκή στον σχεδιασμό όλων των ενδιαφερόμενων μερών.

Όλες οι ειδήσεις

Πανελλήνιες 2022: Πτώση των βάσεων στα περισσότερα τμήματα «φέρνουν» οι χαμηλές βαθμολογίες - Οι προβλέψεις για τα επιστημονικά πεδία

Χωρίς λεωφορεία και τρόλει την Τετάρτη η Αθήνα - Παρατείνεται για 1 χρόνο η παρουσία ιδιωτών στη δημόσια συγκοινωνία

Τροχαίο στο Χαλάνδρι: Βίντεο ντοκουμέντο από τη στιγμή πριν το τραγικό συμβάν - Ποινική δίωξη στον φίλο του 18χρονου

Ξάνθη: Σεξιστικό επεισόδιο με οδηγό ΚΤΕΛ - Ζήτησε από ζευγάρι να κατέβει από το λεωφορείο για ενδυματολογικούς λόγους

ακίνηταενοίκιαειδήσεις τώραενοικιαστέςενοίκιο