Οικονομία|16.11.2018 13:29

Στο µισό η χρήση λιγνίτη µέχρι το 2030

Θεόδωρος Παναγούλης

λλάζει ο ενεργειακός προσανατολισµός της χώρας, καθώς θα περιοριστεί σταδιακά, µέχρι το 2030, στο µισό η συµµετοχή του λιγνίτη, του µέχρι σήµερα εθνικού καυσίµου. Αντίθετα, θα διπλασιαστεί η χρήση των ανανεώσιµων πηγών. Αυτά προβλέπει, σύµφωνα µε πληροφορίες του «Εθνους», το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίµα (ΕΣΕΚ), το οποίο δόθηκε σε δηµόσια διαβούλευση από το υπουργείο Περιβάλλοντος και θα αποτελεί στο εξής τον «µπούσουλα» για την εξέλιξη των ενεργειακών θεµάτων.

Μεγάλο βάρος δίνεται στη διασύνδεση όλων των νησιών, την προώθηση της ηλεκτροκίνησης στις µεταφορές, αλλά και σε πολιτικές για την εξοικονόµηση ενέργειας. Ειδικότερα, το σχέδιο προβλέπει για το 2030 ότι:

  • Η λιγνιτική παραγωγή ρεύµατος θα αντιστοιχεί στο 15,5% της κατανάλωσης ηλεκτρισµού (9,4 Twh, σε σύνολο κατανάλωσης 60 TWh). Σήµερα φτάνει το 32%.
  • Το µερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας θα είναι 32% και στην κατανάλωση ηλεκτρισµού περίπου 55%. Σήµερα η συµµετοχή των ΑΠΕ είναι στα επίπεδα του 15,5%.
  • Θα επιτευχθεί εξοικονόµηση ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας τουλάχιστον κατά 32%.
  • Θα µειωθούν οι εκποµπές αερίων του θερµοκηπίου κατά 16% για τους τοµείς εκτός του συστήµατος εµπορίας δικαιωµάτων εκποµπών.

Γενικότερα, προβλέπεται ότι τα επόµενα 12 χρόνια θα γίνουν σηµαντικές επενδύσεις, ύψους περίπου 33 δισ. ευρώ, στους βασικούς τοµείς του εθνικού σχεδιασµού. Η συγκεκριµένη πρόβλεψη για τη συµµετοχή του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο «επιτρέπει» τόσο τη λειτουργία της µονάδας Πτολεµαΐδα V, που χτίζεται αυτήν την περίοδο, όσο και την παραµονή σε λειτουργία του Αµύνταιου, έπειτα, βεβαίως, από την περιβαλλοντική και ενεργειακή αναβάθµισή του.

Εγκατεστηµένη ισχύς

Συγκεκριµένα, σύµφωνα µε το σενάριο που περιλαµβάνεται στο ΕΣΕΚ, το 2030 η εγκατεστηµένη ισχύς λιγνίτη θα αγγίζει τα 2,7 GW, από τα οποία το 1,453 GW θα αντιστοιχεί σε υφιστάµενες µονάδες (Μεγαλόπολη V, Μελίτη Ι, Αγ. ∆ηµήτριος ΙΙΙ, IV και V). Τα υπόλοιπα 660 MW θα προέλθουν από την Πτολεµαΐδα V, προβλέποντας 546 MW από τις δύο µονάδες του Αµυνταίου.

Σύµφωνα µε το ΕΣΕΚ, έως το 2020 η εγκατεστηµένη λιγνιτική ισχύς θα µειωθεί στα 3,4 GW, έναντι 4,3 GW το 2016, ενώ το 2025 θα ανέλθει στα 3,5 GW, για να φτάσει τα 2,7 GW το 2030.

Οσον αφορά το φυσικό αέριο, αν και προβλέπεται µείωση του µεριδίου του στην ηλεκτροπαραγωγή, η χρήση του αναµένεται να ενισχυθεί κατά 23% το 2030, σε σχέση µε το 2016, λόγω της µεγαλύτερης χρήσης του καυσίµου στον κτιριακό τοµέα, που αναµένεται να φτάσει στο 18% το 2030, έναντι 8% το 2016.

Χάρη στη διασύνδεση των νησιών, η ηλεκτροπαραγωγή από πετρέλαιο µειώνεται κατά 74%, µε συνέπεια η εξάρτηση της Ελλάδας από εισαγωγές καυσίµων να ελαττωθεί κατά 3%. Συγκεκριµένα, σε περισσότερα από 3 δισ. ευρώ εκτιµά το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίµα το κόστος του προγράµµατος για την ηλεκτρική διασύνδεση των νησιωτικών περιοχών έως το τέλος της επόµενης δεκαετίας, κάτι που θα επιλύσει την ενεργειακή αποµόνωσή τους.

Μεγάλο βάρος δίνεται στη διασύνδεση όλων των νησιών και στην προώθηση της ηλεκτροκίνησης στις µεταφορές

Οι απαιτούµενες επενδύσεις θα καλυφθούν κυρίως από τα ευρωπαϊκά ταµεία και τις ιδιωτικές επενδύσεις, και σε δεύτερο βαθµό από τα τέλη χρήσης συστήµατος, δηλαδή τους καταναλωτές, οι οποίοι θα καρπώνονται άµεσα τα καθαρά οικονοµικά οφέλη που θα αποφέρει η µείωση των χρεώσεων ΥΚΩ.

Με βάση τον «οδικό χάρτη» που περιγράφει το ΕΣΕΚ, στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις περιλαµβάνεται η πλειονότητα των νησιών του Βορείου Αιγαίου, µε τα σχετικά έργα να αναµένεται ότι θα ολοκληρωθούν το διάστηµα 2030-2031. 

Εως το 2025 θα έχει ολοκληρωθεί η διασύνδεση των Κυκλάδων και τρία χρόνια αργότερα, τα αντίστοιχα έργα για το σύνολο των ∆ωδεκανήσων, που θα τροφοδοτούνται, µε τη σειρά τους από το ηπειρωτικό σύστηµα. Οσον αφορά στην Κρήτη, σύµφωνα µε το ΕΣΕΚ, το 2022 θα αποπερατωθεί και η µεγάλη διασύνδεση µε τη µεγαλόνησο/