Οικονομία|30.06.2019 14:58

Δημοσιονομικά «αγκάθια»: Μαραθώνιος 8 εβδομάδων και στο φίνις πλεονάσματα

Ελευθερία Αρλαπάνου

Αντιμέτωπο µε ένα σπριντ οικονοµικής διπλωµατίας θα είναι το επιτελείο της κυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές της επόµενης Κυριακής, καθώς σε περίπου οκτώ εβδοµάδες θα πρέπει να έχει δοθεί ηχηρό σήµα στις αγορές και στους πιστωτές πως η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά συνετής δηµοσιονοµικής πολιτικής και θωρακίζει την πορεία προς την πλήρη χρηµατοδότηση του ∆ηµοσίου από τις αγορές, στη σκιά του προβληµατισµού για το ότι το δύσκολο αυτό εγχείρηµα θα πρέπει να υλοποιηθεί σε επιδεινούµενο µακροοικονοµικό περιβάλλον.

Μια συνετή πορεία είναι, άλλωστε, το «κλειδί» για να µπορέσει η Ελλάδα να πετύχει συντοµότερα, ενδεχοµένως µετά το 2020, τη µείωση των υψηλών στόχων για πρωτογενή πλεονάσµατα µε τους οποίους δεσµεύτηκε η χώρα, προκειµένου να καταστεί δυνατή η έξοδός της από το µνηµόνιο τον Αύγουστο του 2018. Η συζήτηση αυτή είναι κρίσιµη, ανοιχτή και απαραίτητη, καθώς οι στόχοι είναι υψηλοί και θα πρέπει, σε συµφωνία µε τους θεσµούς, και αφού έχουν δοθεί τα απαραίτητα δείγµατα γραφής, να µειωθούν για να επισπευστεί η ανάκαµψη.

Με ορόσηµο τη συνεδρίαση του EuroWorking Group στις 5 Σεπτεµβρίου, θα πρέπει να έχουν διαµορφωθεί οι συνθήκες ώστε µε τρόπο φιλικό προς τις αγορές να δροµολογηθούν δύσκολες πολιτικές αποφάσεις σε τρία µέτωπα:

  1. Στην επίτευξη συµφωνίας µε τους Ευρωπαίους για τον προϋπολογισµό του 2020 µε προσδιορισµό ενός µείγµατος δηµοσιονοµικής πολιτικής και µε µεγάλο στόχο να αποφευχθεί η λήψη πρόσθετων δηµοσιονοµικών µέτρων στον νέο προϋπολογισµό, στη σκιά των ενστάσεων που έχουν διατυπώσει ήδη οι θεσµοί µε την έκθεση της Κοµισιόν τον Ιούνιο.
  2. Στο µέτωπο της ∆ΕΗ για να µπει σε νέα ρότα η οικονοµική διαχείριση της εταιρείας και να αποσοβηθεί κίνδυνος «µπλακάουτ». Το πρόβληµα είναι οξύ και αφήνει ισχυρό αποτύπωµα στην εικόνα της ελληνικής αγοράς στο εξωτερικό.
  3. Στις µεγάλες ιδιωτικοποιήσεις-επενδύσεις που θεωρούνται εµβληµατικού χαρακτήρα όπως το Ελληνικό και η Eldorado Gold.

Όπως σηµειώνουν αξιωµατούχοι σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, τα κρας τεστ αναµένεται να είναι αλλεπάλληλα την εποµένη των εκλογών, καθώς αυτές συµπίπτουν µε µια κρίσιµη χρονιά. Το 2019 είναι το πρώτο έτος µετά την έξοδο της χώρας από το µνηµόνιο και είναι -ούτως ή άλλως- στο µικροσκόπιο των επενδυτών και των οίκων αξιολόγησης, που περιµένουν να δουν τέσσερα βασικά πράγµατα:

  • Εάν η χώρα επιτύχει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασµα 3,5% του ΑΕΠ φέτος, το οποίο αποτελεί το «θεµέλιο» της ανάλυσης βιωσιµότητας του ελληνικού χρέους.
  • Εάν η Ελλάδα καταφέρει να αναπτυχθεί µε τον προβλεπόµενο ρυθµό.
  • Εάν οµαλοποιείται µε τον αναµενόµενο ρυθµό η σχέση της χώρας, ∆ηµοσίου και επιχειρήσεων µε την επενδυτική κοινότητα.
  • Εάν εξυγιαίνεται το ελληνικό τραπεζικό σύστηµα βάσει σχεδίου και εντός των χρονοδιαγραµµάτων που έχουν τεθεί.

Κοινός στόχος Ελλάδας και πιστωτών είναι η χώρα, επιτυγχάνοντας σταθερή δηµοσιονοµική πορεία, να πετύχει το ταχύτερο δυνατό άρση των κεφαλαιακών περιορισµών που επιβλήθηκαν το καλοκαίρι του 2015 και επενδυτική διαβάθµιση έπειτα από µια δεκαετία παραµονής των ελληνικών τίτλων σε καθεστώς µη επενδυτικής διαβάθµισης µέσα στο 2020.

Ανοιχτό μέτωπο

Στην παρούσα φάση, η µάχη είναι ανοιχτή και οι προκλήσεις παραµένουν µεγάλες – ειδικά εάν ληφθεί υπόψη ότι το δύσκολο αυτό πρότζεκτ συντελείται σε συνθήκες επιδεινούµενου µακροοικονοµικού περιβάλλοντος. Επειτα από µια δεκαετία σκληρής ύφεσης, η ελληνική οικονοµία αναπτύσσεται αλλά µε επιβραδυνόµενο ρυθµό, όπως έδειξαν τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την εξέλιξη του ελληνικού ΑΕΠ στο πρώτο τρίµηνο του έτους, το οποίο αυξήθηκε µε ρυθµό 1,3%, κάτι που δεν εξέπληξε ευχάριστα τις αγορές. Η Ελλάδα και η Κοµισιόν επιµένουν ότι η ανάπτυξη φέτος θα κινηθεί σε επίπεδα άνω του 2%, ωστόσο ο προβληµατισµός σε αρκετούς οίκους είναι εντεινόµενος και υπάρχει φόβος για µέση ανάπτυξη κάτω του 2% – εξέλιξη που θα βαρύνει τις διαπραγµατεύσεις για τα δηµοσιονοµικά του 2020.

Στο Eurogroup του Ιουλίου, µετά τις εθνικές εκλογές, αλλά και στις άτυπες επαφές που εκ των πραγµάτων θα µεσολαβήσουν µεταξύ του νέου οικονοµικού επιτελείου και των πιστωτών µέχρι τα κρίσιµα ραντεβού του Σεπτεµβρίου, η νέα κυβέρνηση θα ενηµερωθεί για το state of play, στο πλαίσιο της διαδικασίας ενισχυµένης µεταµνηµονιακής εποπτείας στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα και για τα περιθώρια ελιγµών αναφορικά µε το επείγον ζήτηµα που πρέπει να αντιµετωπιστεί µέχρι την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισµού του 2020, που είναι ο δηµοσιονοµικός «λογαριασµός», ο οποίος, σύµφωνα µε τις τρέχουσες εκτιµήσεις των Βρυξελλών, όπως αποκαλύφθηκαν µε την έκθεση της Κοµισιόν, µόνο για φέτος θα µπορούσε να προσεγγίσει τα 2 δισ. ευρώ, µε τους πιστωτές να έχουν στείλει µήνυµα ότι αµφισβητείται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασµα 3,5%, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, γεγονός που προκάλεσε προβληµατισµό στους ξένους οίκους και τους επενδυτές.

∆εν πρέπει να ξεχνά κανείς πως κατά την τρέχουσα περίοδο και το 2020 η Ελλάδα θέλει να πείσει τους επενδυτές πως θα ακολουθήσει µια συνετή δηµοσιονοµική πορεία, παρά το ότι εξήλθε των µνηµονίων, και θα λαµβάνει τα απαραίτητα µέτρα προκειµένου να µην αθετήσει πάλι τις δεσµεύσεις της έναντι των επενδυτών που εµπιστεύονται τα ελληνικά οµόλογα και τις τοποθετήσεις σε ελληνικές επιχειρήσεις. Μάλιστα, όπως επισηµαίνουν αναλυτές, αυτή πρέπει να είναι µια αταλάντευτη πορεία, καθώς το µεγάλο ζητούµενο δεν είναι µόνο το ∆ηµόσιο και οι επιχειρήσεις να βρίσκουν κεφάλαια, αλλά να τα βρίσκουν µε το χαµηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να µπορέσει σταδιακά η ελληνική οικονοµία να επιταχύνει τον ρυθµό ανάκαµψής της µε όσο το δυνατόν πιο φθηνό δανεισµό.

Πρέπει να σηµειωθεί ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει στις 7 Ιουλίου θα πρέπει να καταθέσει προσχέδιο προϋπολογισµού για το 2020 έως την πρώτη ∆ευτέρα του Οκτωβρίου. Εκεί θα πρέπει να αποτυπώνεται ο δηµοσιονοµικός χάρτης για τη διετία 2019- 2020 και οι προτεινόµενες παρεµβάσεις εάν αυτό απαιτείται, καθώς και η κατάργηση του µέτρου της µείωσης του αφορολόγητου, και είναι δεδοµένο πως ο νέος προϋπολογισµός, το πρώτο επίσηµο δείγµα γραφής της νέας κυβέρνησης στα δηµοσιονοµικά, βρίσκεται στο µικροσκόπιο των αγορών αλλά και των ξένων οίκων, που περιµένουν σήµατα για να καθορίσουν το ρυθµό µε τον οποίο θα αναβαθµίσουν την ελληνική οικονοµία.

Αναμμένες οι μηχανές για νέες ομολογιακές εκδόσεις

Το στοίχηµα των αγορών είναι στην κορυφή των προτεραιοτήτων για την επόµενη ηµέρα στην οικονοµία. Πρέπει να σηµειωθεί πως πληροφορίες αναφέρουν ότι αµέσως µετά τις εκλογές, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα δροµολογηθούν νέες οµολογιακές εκδόσεις -σίγουρα µία µπορεί και δύο-, ώστε µέχρι τις αρχές Σεπτεµβρίου, οπότε θα κορυφώνονται οι διαπραγµατεύσεις µε τους πιστωτές για τα δηµοσιονοµικά, να έχει ολοκληρωθεί η συγκέντρωση κεφαλαίων περίπου 4-5 δισ. ευρώ από τις αγορές. Ηδη το κόστος δανεισµού του ελληνικού ∆ηµοσίου έχει κατρακυλήσει σε ιστορικά χαµηλά επίπεδα, διαµορφώνοντας µια καλή µαγιά για την επόµενη µέρα, στη σκιά της διεθνούς τάσης, αλλά και της διαφαινόµενης διατήρησης ενός καθεστώτος χαλαρής πολιτικής από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών για ένα διάστηµα ακόµη.

Πρόκειται για µια εξέλιξη από την οποία µπορεί να επωφεληθεί η ελληνική οικονοµία, που έχασε το τρένο της προηγούµενης ποσοτικής χαλάρωσης, υπό την προϋπόθεση, όµως, ότι η χώρα κινείται σε τροχιά συνετούς δηµοσιονοµικής πολιτικής και εξασφαλίζονται οι συνθήκες εκείνες που θα επιτρέψουν στην ανάπτυξη να επιταχυνθεί, και όχι να συνεχίσει να αποδυναµώνεται, καθώς, όπως προειδοποιούν πολλοί στο παρασκήνιο και το προσκήνιο, ο µεγάλος κίνδυνος που πρέπει να αποτραπεί για την Ελλάδα είναι αυτός µιας παρατεταµένης στασιµότητας τα επόµενα χρόνια, που θα τινάξει στον αέρα τις θυσίες που έγιναν όλα τα τελευταία χρόνια. 

ΔΕΗπροϋπολογισμόςEuroworking Groupελληνική οικονομία