Οικονομία|21.11.2018 15:51

Infographic: Τα δύο πρόσωπα του ελληνικού τουρισµού

Πένυ Κούτρα

Στις βασικές διαπιστώσεις και των δύο ερευνών περιλαµβάνεται πως η ανθούσα τουριστική αγορά βρίσκεται σε Κυκλάδες, Ιόνιο, ∆ωδεκάνησα, Κρήτη και -οριακά- στην Αττική, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές οι υφιστάµενες µονάδες υποαποδίδουν και φυσικά καθιστούν αδύναµες τις επιχειρήσεις, οι οποίες γεννούν νέα χρέη.
Ειδικότερα, σύµφωνα µε τη µελέτη της PwC, τα µισά ελληνικά ξενοδοχεία θεωρούνται διεθνώς ανταγωνιστικά (stars) και αναπτύσσονται µε µέσο ρυθµό της τάξης του 7% (ποσοστό εντυπωσιακό για τον µέσο όρο της ελληνικής επιχειρηµατικότητας), ωστόσο στον κλάδο συνεχίζει να δραστηριοποιείται ένα 25% εταιρειών-ζόµπι, που αθροιστικά έχουν δηµιουργήσει κόκκινα δάνεια ύψους 500 εκατ. ευρώ και οι οποίες κρίνεται -µε βάση τα χρηµατοοικονοµικά τους στοιχεία- πως δεν έχουν προοπτικές επιβίωσης µε τα σηµερινά δεδοµένα.

Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι τα περισσότερα ξενοδοχεία που χαρακτηρίζονται «ζόµπι» βρίσκονται, όπως αναφέρει η µελέτη, σε δευτερεύοντες προορισµούς και είναι κυρίως µονάδες µεγάλης δυναµικότητας σε κλίνες.

Σύµφωνα µε τη µελέτη του ΙΝΣΕΤΕ, ο ξενοδοχειακός κλάδος στην Ελλάδα παράγει κύκλο εργασιών της τάξης των 5,7 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ), ενώ εν µέσω κρίσης έχει απορροφήσει µεικτές επενδύσεις άνω των 1,75 δισ. ευρώ, οι οποίες µεταφράστηκαν σε καθαρές επενδύσεις 755 εκατ. ευρώ.

Σε άνοδο η αγορά σε Κυκλάδες, Ιόνιο, Δωδεκάνησα, Κρήτη και Αττική, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές οι µονάδες υποαποδίδουν

Σε αυτό το σηµείο εντοπίζεται η πρώτη σηµαντική στρέβλωση της αγοράς, καθώς σχεδόν το σύνολο των επενδύσεων έχει κατευθυνθεί στη δηµιουργία νέων ξενοδοχείων τεσσάρων και πέντε αστέρων – αποτέλεσµα, όπως συµφωνούν οι µελέτες, της στόχευσης του αναπτυξιακού νόµου του 2005 για τη δηµιουργία µονάδων (σχεδόν αποκλειστικά) πέντε αστέρων. Το γεγονός πως το επενδυτικό ενδιαφέρον µονοπωλήθηκε στη δηµιουργία νέων ξενοδοχείων πέντε αστέρων είχε ως αποτέλεσµα να καταγράφεται µικρό ύψους επενδύσεων για µονάδες τριών αστέρων και αποεπένδυση στις κατηγορίες ενός και δύο αστέρων.

Σύµφωνα µε την PwC, τα ελληνικά ξενοδοχεία απαιτούν κυρίως επενδύσεις ανακαίνισης, αφού υπάρχει άφθονη διαθέσιµη χωρητικότητα. Μόνο κατά την περίοδο αιχµής, στους κύριους προορισµούς, ενδέχεται να υπάρξουν ελλείψεις χωρητικότητας έως το 2022. Μέχρι τότε αναµένεται να χρειαστούν 24.000 νέες κλίνες, ενώ µέρος αυτής της δυναµικότητας θα προέλθει από έργα greenfield που βρίσκονται στη διαδικασία λήψης αδειών. Ηδη υπάρχουν 14 έργα greenfield, που εκτελούνται από τον ιδιωτικό τοµέα και τα οποία στοχεύουν σε κύριους προορισµούς. Ακόµη 12 τουριστικά έργα έχουν συµπεριληφθεί στη διαδικασία fast track.

Οι συνολικές ξενοδοχειακές ανάγκες υπολογίζονται σε περίπου 6,2 δισ. ευρώ για µια περίοδο 5 ετών και κατανέµονται σε 1 δισ. ευρώ για την κατασκευή επιπλέον κλινών, 4,8 δισ. ευρώ για την αναβάθµιση της υπάρχουσας χωρητικότητας και 0,3 δισ. ευρώ για συντήρηση. Υπάρχει, επίσης, µια µέση κατηγορία περίπου 400 ξενοδοχείων τα οποία απαιτούν οικονοµική αναδιάρθρωση πριν προσελκύσουν νέες επενδύσεις. Αυτό µπορεί να απαιτήσει διαγραφή χρεών ύψους 2,6 δισ. ευρώ, εκτιµά η PwC.

infographics