Οικονομία|15.11.2019 17:06

Με παλιά «συνταγή» για μείωση συντάξεων και αφορολόγητο η έκθεση του ΔΝΤ

Ελευθερία Αρλαπάνου

Με ελαφρώς βελτιωμένες προβλέψεις για την  ανάπτυξη και τα πρωτογενή πλεονάσματα σε σχέση με τις πρόσφατες εκτιμήσεις του, διατηρώντας όμως συντηρητικές εκτιμήσεις για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, δυσμενή στάση ως προς την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους εμμένοντας στη σκληρή συνταγή περί, μεταξύ άλλων, μείωσης του αφορολογήτου ορίοιυ και των συντάξεων, το ΔΝΤ δίνει με την ετήσια του έκθεση το στίγμα του για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας. Η έκθεση με την οποία το ΔΝΤ επιμένει πως το χρέος παραμένει μη βιώσιμο μετά το 2032 και θα απαιτηθούν πρόσθετες παρεμβάσεις από τους Ευρωπαίους έρχεται λίγες μέρες πριν τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της Κομισιόν για τη μεταμνημονιακή αξιολόγηση αλλά και της κατάθεσης του προϋπολογισμού που αναμένεται στη Βουλή την Πέμπτη 21 Νοεμβρίου.  

Σύμφωνα με το ΔΝΤ στο πλαίσιο του Αρθρου IV του καταστατικού του:

  • Φέτος θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και θα επιτευχθεί οριακά υψηλότερο πλεόνασμα της τάξης του 3,7%. Ωστόσο, το 2020 εκτιμά πως το πλεόνασμα θα είναι χαμηλότερο του στόχου, και θα κινηθεί στο 3,1% του ΑΕΠ, εκτίμηση πάντως που είναι πιο βελτιωμένη σε σχέση με πρόσφατη πρόβλεψη για πλεόνασμα 2,6%. 
  • Αναμένει ανάπτυξη 2,3% το 2020 , κοντά δηλαδή στις προβλέψεις της Κομισιόν και βλέπει μόλις 1,8% ανάπτυξη φέτος. Για το 2021 βλέπει ανάπτυξη 2% και προσγείωση της στο 1,4% το 2022 ενώ μεσοπρόθεσμα ,δηλαδή μεταξύ 2023 - 2024 αναμένει αύξηση του ΑΕΠ μόλις 0,9%. 
  • Ως προς το χρέος αναμένει ότι θα διαμορφωθεί στο 171,4% του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο από 176,5%, φέτος και αναμένει σταδιακή αποκλιμάκωση στο 154,1% του ΑΕΠ το 2023. 

Το Ταμείο εμμένει στην άποψη του για μείωση των συντάξεων, διαφωνεί με μέτρα όπως εξαιρέσεις από το ΦΠΑ, χαρακτηρίζει ευπρόσδεκτες τις κινήσεις μείωσης της φορολογίας εισοδήματος αλλά εξακολουθεί να πιστεύει πως θα έπρεπε να συνδυαστούν με διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Σημειώνει ωστόσο πως η κυβέρνηση έχει υποστηρίξει πως οι αναπτυξιακοί και δημοσιονομικοί στόχοι μπορούν να είναι εφικτοί χωρίς μειώσεις στο αφορολόγητο και τις συντάξεις ενώ αποτιμά θετικά το μεταρρυθμιστικό ξεκίνημα της νέας κυβέρνησης, ζητώντας διαρκή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων εις βάθος με σειρά εργαλείων πολιτικής καθώς και πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση των κατεστημένων συμφερόντων.

Εν τω μεταξύ, το Ταμείο θεωρεί πως η αναστροφή των πολιτικών τον προηγούμενο χρόνο, με αφορολόγητο, συντάξεις, εργασιακά φρενάρουν τη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πολιτική και η ανάκαμψη στην Ελλάδα ήταν κατώτερη των προσδοκιών, ενώ θεωρεί πως χρειάζονται βελτιώσεις στο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής με μεγαλύτερη έμφαση στις επενδύσεις και στις στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες για στήριξη των πιο ευάλωτων. Προς αυτή την κατεύθυνση το ΔΝΤ θεωρεί ότι μπορεί να συμβάλει μια συμφωνία με τους Ευρωπαίους για μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα αν και κάποιο από τους διευθυντές του τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης των στόχων. 

Με σκληρούς τόνους, μέσω του εκπροσώπου της στο ΔΝΤ κ. Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, τοποθετείται η Αθήνα στις διαπιστώσεις του Ταμείου, με την καθιερωμένη επιστολή του Έλληνα εκπροσώπου στην έκθεση. Το μήνυμα που μεταφέρεται εκεί είναι σαφές με την ελληνική πλευρά να υποστηρίζει πως το Ταμείο υποτιμά τις θετικές πρόσφατες εξελίξεις,που βελτιώνουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, δίνοντας υπερβολική έμφαση στο παρελθόν και το καλεί στο μέλλον να κάνει πιο ισορροπημένες αποτιμήσεις. Η ελληνική πλευρά υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση «έχει την ιδιοκτησία της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας και έχει εκλεγεί με εντολή να την εφαρμόσει και ως εκ τούτου υπάρχει ισχυρή κοινωνική συναίνεση», ενώ επιμένει στους δικούς της στόχους για την ανάπτυξη (2% φέτος και 2,8% το 2020). 

ΔΝΤελληνική οικονομία