Οικονομία|25.11.2019 10:39

Μειώσεις και φοροελαφρύνσεις μέσω ανάπτυξης το στοίχηµα του νέου προϋπολογισµού

Ελευθερία Αρλαπάνου

Με μεγάλο στοίχηµα να επιταχυνθεί η ανάπτυξη πέριξ του 3%, για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια, ο προϋπολογισµός του 2020 παίρνει τον δρόµο για την ψήφισή του στη Βουλή αλλά και για το «τραπέζι» του Eurogroup της 4ης ∆εκεµβρίου, όπου η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει το «βέλτιστο αποτέλεσµα» για τη χαλάρωση της λιτότητας στη χώρα από το 2021 και µετά.

Εν όψει των συζητήσεων αυτών, που ξεκινούν να κλιµακώνονται από αύριο στη συνεδρίαση του EuroWorking Group, στο οικονοµικό επιτελείο επιλέγεται να κρατηθούν χαµηλά οι τόνοι και οι προσδοκίες, καθώς από τη διαβούλευση µε τους «σκληρούς παίκτες» του Eurogroup παίζονται πολλά: Ο νέος προϋπολογισµός προβλέπει και ενσωµατώνει ήδη νέες φοροελαφρύνσεις 1,2 δισ. ευρώ και παρά την υλοποίησή τους προβλέπεται πως δεν απειλείται ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασµα 3,5% του ΑΕΠ και τον επόµενο χρόνο. Εφόσον όµως µε τη διαπραγµάτευση που θα γίνει µε τους Ευρωπαίους για χαλάρωση των στόχων και αλλαγή της χρήσης των SMPs & ANFA προκύψουν νέα περιθώρια, θα µπορούσαν να γίνουν πρόσθετες παροχές τον επόµενο χρόνο, για παράδειγµα νέα µείωση του ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικών συντελεστών.

Το δόγμα

Αλλωστε στο υπουργείο Οικονοµικών το δόγµα είναι πως οποιοσδήποτε πρόσθετος χώρος προκύπτει, µε απόλυτη ασφάλεια ως προς τους στόχους που έχουν τεθεί, θα διατίθεται κατά 80% σε νέα µείωση της φορολογίας. Είναι δε σηµείο ανησυχίας το ενδεχόµενο να προκύψουν τον επόµενο χρόνο έκτακτες δηµοσιονοµικές δαπάνες εξαιτίας εκκρεµών δικαστικών αποφάσεων, αν και στο οικονοµικό επιτελείο εµφανίζονται καθησυχαστικοί, τονίζοντας πως για να φτάσουµε στον τελικό λογαριασµό θα πρέπει να προηγηθούν βήµατα, όπως αναλογιστικές µελέτες. Το µεγάλο κλειδί, ωστόσο, είναι στο πρώτο εξάµηνο του 2020 όλα να κυλήσουν ρολόι ως προς τις προβλέψεις και τις δεσµεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση, καθώς προτού «κλειδώσει» οποιαδήποτε πολιτική συµφωνία το Eurogroup θα πρέπει να λάβει διαβεβαιώσεις πως η Ελλάδα είναι εντάξει µε τις υποχρεώσεις της.

Τόσο σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των µεταρρυθµίσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και των εµβληµατικών επενδύσεων που έχει αναλάβει όσο και ως προς την επαλήθευση των εκτιµήσεών της για την ανάπτυξη. Βεβαίως, όπως λένε κορυφαία στελέχη στο υπουργείο Οικονοµικών, οι «πίστες» «ξεκλειδώνουν» µία προς µία προκειµένου να φτάσουµε στο επιθυµητό αποτέλεσµα, που είναι µια νέα πολιτική συµφωνία µε τους Ευρωπαίους για τα πλεονάσµατα, ανάκαµψη µε ρυθµό ανάπτυξης 2,8%, αύξηση των επενδύσεων τουλάχιστον κατά 13,5%, νέες ιδιωτικοποιήσεις και έσοδα 2,1 δισ. ευρώ, νέες οµολογιακές εκδόσεις χαµηλού κόστους για το ∆ηµόσιο και τις ελληνικές επιχειρήσεις και περαιτέρω αναβάθµιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του ελληνικού ∆ηµοσίου, προκειµένου η χώρα να προσεγγίσει την επενδυτική βαθµίδα το ταχύτερο δυνατό. Αυτά είναι και τα µεγάλα στοιχήµατα µε τα οποία βρίσκεται αντιµέτωπος ο νέος προϋπολογισµός: Την άνοιξη του 2020 τα στοιχεία για την εκτέλεσή του θα παίξουν βαρύνοντα ρόλο στις συζητήσεις µε τους πιστωτές της χώρας για το πλαίσιο χαλάρωσης των στόχων των πρωτογενών πλεονασµάτων.

Αξίζει στο σηµείο αυτό να αναφερθεί πως η Κοµισιόν στην έκθεσή της πρόσφατα υπογράµµισε πως στο ανοδικό σενάριο, δηλαδή στο σενάριο που η ανάπτυξη επιταχύνεται µε τον ρυθµό και τη δυναµική που προβλέπει η ελληνική κυβέρνηση, το χρέος θα υποχωρήσει στο 60% -που είναι το ανεκτό όριο για την ΕΕ- το 2055. Αυτή η φράση, όπως επισηµαίνουν παράγοντες της αγοράς, είναι η φράση που µπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην πολιτική συζήτηση µε την Ευρώπη για τη χαλάρωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσµατα.

Ολα όµως προϋποθέτουν πως τα δείγµατα γραφής στην ανάπτυξη µέσω των επενδύσεων και των ιδιωτικοποιήσεων θα είναι ισχυρά και ικανά να διαψεύσουν τις πιο απαισιόδοξες εκτιµήσεις, τις οποίες υιοθετούν στο σύνολό τους όλοι οι θεσµικοί φορείς για την Ελλάδα τον επόµενο χρόνο σε σχέση µε την πρόβλεψη της Ελλάδας για ανάπτυξη 2,8% το 2020. Η επιβεβαίωση αυτής της πρόβλεψης είναι σηµαντική, καθώς κυρίως οι αγορές θέλουν να πειστούν πως η ελληνική οικονοµία είναι σε θέση έπειτα από µία δεκαετή κρίση να ανακάµψει µε βιώσιµο τρόπο και να µη «βουλιάξει» στη συνέχεια σε µια στασιµότητα που θα µπορούσενα απειλήσει και τη δηµοσιονοµική σταθερότητα µεσοπρόθεσµα, δηµιουργώντας νέους πονοκεφάλους και στους Ευρωπαίους.

Ολα αυτά τα στοιχήµατα παίζονται µε φόντο ένα δυσµενές εξωτερικό περιβάλλον, καθώς η οικονοµία στην Ευρωζώνη δεν περνά τις καλύτερες µέρες της, µε δεδοµένες τις ισχυρές προκλήσεις που αντιµετωπίζει από τον εµπορικό πόλεµο του Ντόναλντ Τραµπ, το Brexit, το έλλειµµα ανταγωνιστικότητας σε σχέση µε τους βασικούς εµπορικούς της εταίρους, τη διαχείριση των σχέσεών της µε υπερδυνάµεις όπως η Κίνα και τις γεωπολιτικές εντάσεις στα νότια σύνορά της.

Το περιβάλλον στην παγκόσµια οικονοµία είναι ένας µεγάλος αστάθµητος παράγοντας και για τα ελληνικά αποτελέσµατα την προσεχή διετία, καθώς η Ελλάδα καλείται να ανακάµψει, να προσελκύσει ποιοτικά κεφάλαια και να αποκαταστήσει το έλλειµµα αξιοπιστίας που τη στιγµάτισε εξαιτίας της οικονοµικής κρίσης σε ένα περιβάλλον µε πολλές... νάρκες διεθνώς.

ανάπτυξηπροϋπολογισμός 2020Eurogroup