Οικονομία|30.12.2019 13:20

Ποδαρικό με επτά στοιχήματα-προκλήσεις για την ελληνική οικονομία το 2020

Ελευθερία Αρλαπάνου
  1. Ανάπτυξη: Από την 1η Ιανουαρίου, και µε ορίζοντα την κατάθεση του προϋπολογισµού του 2021, ξεκινά σπριντ εννέα µηνών προκειµένου ο «µηχανισµός» να δουλέψει ρολόι, καθώς µπορεί η οικονοµία να αναπτύσσεται για δέκα διαδοχικά τρίµηνα, αλλά η δυναµική της πρέπει να ενδυναµωθεί για να είναι διατηρήσιµη. Το 2020 ξεκινά από µια θετική αφετηρία και οι συνθήκες είναι σαφώς βελτιωµένες σε σχέση µε λίγα χρόνια νωρίτερα. Ο στόχος, όµως, είναι φιλόδοξος, καθώς ο ρυθµός ανάπτυξης προβλέπεται να επιταχυνθεί στο 2,8% το 2020 (από 2%), εκπλήσσοντας θετικά πολλούς οργανισµούς και φορείς που έχουν προβεί σε σχετικά πιο συντηρητικές εκτιµήσεις – αν και όλοι τους προβλέπουν επιτάχυνση της ανάπτυξης τον επόµενο χρόνο.
  2. Προσέλκυση επενδυτών: Είναι το «κλειδί» για να θωρακιστεί η ανάκαµψη. Το ενδιαφέρον για την Ελλάδα είναι ισχυρό στο εξωτερικό, καθώς πρόκειται για µια χώρα-µέλος της Ευρωζώνης (ελεγχόµενη από τους Ευρωπαίους, στους οποίους οφείλει σχεδόν το σύνολο του δηµοσίου χρέους της) µε ευκαιρίες, χαµηλές αποτιµήσεις και καλά εκπαιδευµένο, φθηνό προσωπικό. Το µεγάλο στοίχηµα, τώρα, είναι το ενδιαφέρον αυτό να µεταφραστεί σε ροή ποιοτικών κεφαλαίων προς τη χώρα, µια διαδικασία που σίγουρα θα πρέπει να επιταχυνθεί µέσα στους αµέσως επόµενους µήνες για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί.
  3. Ξεµπλοκάρισµα έργων και ιδιωτικοποιήσεις: Ο τρέχων σχεδιασµός του οικονοµικού επιτελείου και της κυβ έ ρ ν η σ η ς προβλέπει το ξεµπλοκάρισµα όχι µόνο µεγάλων και εµβληµατικών έργων, αλλά και έργων µικρότερης κλίµακας, προκειµένου να ξεκινήσουν να «τρέχουν» σε όλη την Ελλάδα επενδυτικές δραστηριότητες. Ναυαρχίδα το Ελληνικό, που είναι ένα ιδιαίτερο έργο, εξαιτίας και της κλίµακάς του αλλά και των θετικών επιπτώσεων που θα έχει στην οικονοµία σε µεσοµακροπρόθεσµη βάση.
  4. Φθηνή ρευστότητα: Το 2020 ξεκινά από µια καλή αφετηρία σε σχέση µε προηγούµενα χρόνια, καθώς έχουν ήδη δροµολογηθεί σηµαντικές κινήσεις για να εξασφαλιστεί περισσότερη ρευστότητα στην πραγµατική οικονοµία. Η σταδιακή µείωση της φορολογίας, το σχέδιο «Ηρακλής» για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών (προκειµένου αυτές να απελευθερωθούν και να επιστρέψουν στον παραδοσιακό ρόλο της χρηµατοδότησης επιχειρήσεων και νοικοκυριών), το σχέδιο για την εξάλειψη των ληξιπρόθεσµων οφειλών του ∆ηµοσίου προς ιδιώτες, η υποχώρηση του κόστους δανεισµού σε ιστορικά χαµηλά επίπεδα διεθνώς (που διευκολύνει και τον δανεισµό µεγάλων επιχειρήσεων µε µεγάλες οµολογιακές εκδόσεις) είναι κινήσεις που θα ξεκινήσουν να αποδίδουν µέσα στο επόµενο έτος.
  5. Μείωση φόρων: Η πολιτική σκληρής λιτότητας που επιβλήθηκε στη χώρα τα τελευταία χρόνια και η παραγωγή µεγάλων υπερπλεονασµάτων στα µεταµνηµονιακά χρόνια κρατούν σε «οµηρεία» δεκάδες δισεκατοµµύρια ευρώ, τα οποία λόγω της µεγάλης υπερφορολόγησης λείπουν από την πραγµατική οικονοµία. Η πολιτική µείωσης των φόρων που «τρέχει» ήδη αναµένεται να επιταχυνθεί τον επόµενο χρόνο. Ηδη το 2020 θα εφαρµοστεί πακέτο φοροελαφρύνσεων 1,2 δισ. ευρώ, ενώ, ανάλογα µε τα δηµοσιονοµικά περιθώρια, τον Μάιο θα αποφασιστεί και νέο κύµα θετικών µέτρων. Στο επίκεντρο βρίσκεται η µείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, µε τα αρχικά σενάρια να κάνουν λόγο για µια µείωση µεταξύ 20% και 30%, καθώς και άλλες µειώσεις φόρων, µε έµφαση σε κινήσεις που θα έχουν αντίκτυπο στην αγορά, όπως η µείωση των συντελεστών ΦΠΑ αλλά και του βασικού συντελεστή επιχειρήσεων. Το όλο θέµα αναµένεται να εξεταστεί την άνοιξη και οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν ή τον Μάιο ή στις αρχές του φθινοπώρου µε τον νέο προϋπολογισµό.
  6. Συµφωνία για τα πλεονάσµατα: Η µείωση της φορολογίας εξαρτάται από τα δηµοσιονοµικά περιθώρια και πάει χέρι-χέρι µε τη µεγάλη επιδίωξη της κυβέρνησης να πετύχει νέα πολιτική συµφωνία µε τους πιστωτές για χαµηλότερα πρωτογενή πλεονάσµατα από το 2021 και µετά. Στο πλαίσιο αυτό, είναι πολύ σηµαντικό όλες οι κινήσεις που θα γίνουν στο πρώτο εξάµηνο του 2020 να είναι σε συνεννόηση µε τους Ευρωπαίους, για να µη διαταραχθούν πολύτιµες ισορροπίες στις διαπραγµατεύσεις. Ούτως ή άλλως το θέµα είναι πολύπλοκο και το κλίµα ειδικά από την πλευρά της Γερµανίας αλλά και της Ολλανδίας παραµένει δύσκολο για τη χαλάρωση των στόχων στην Ελλάδα. Τις επόµενες εβδοµάδες αρκετά θα φανούν ως προς το κλίµα στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων που συνεχίζονται µε τους πιστωτές σε τεχνικό επίπεδο για την αλλαγή χρήσης των κερδών που έχουν κεντρικές τράπεζες από ελληνικά οµόλογα που είχαν στην κατοχή τους (SMPs & ANFA). Στόχος είναι τα χρήµατα αυτά, που θα είναι περίπου 4,5 δισ. ευρώ σωρευτικά µέχρι το 2022, να χρησιµοποιηθούν για την υλοποίηση επενδυτικών έργων στην Ελλάδα, τα οποία όµως θα έχουν και την έγκριση αλλά και την παρακολούθηση από την πλευρά των θεσµών.
  7. Αναβαθµίσεις: Ολες οι κινήσεις πρέπει να είναι ευθυγραµµισµένες προς µία κατεύθυνση: Να πειστεί η αγορά πως η Ελλάδα δεν πρόκειται ξανά να «προδώσει» την εµπιστοσύνη των επενδυτών που θα αγοράσουν οµόλογα ή µετοχές στη χώρα και θα µπουν σε µεγάλα και µικρά έργα στην Ελλάδα, µε µια νέα αδυναµία αθέτησης πληρωµών. Αυτό σηµαίνει δηµοσιονοµική πειθαρχία στο διηνεκές, ακόµη και µε χαµηλότερους στόχους πρωτογενών πλεονασµάτων, αναπτυξιακές πολιτικές και πεισµατική εµµονή σε µεταρρυθµίσεις για να γίνει η χώρα πιο ανταγωνιστική και να στηθεί ένα νέο, εξωστρεφές αναπτυξιακό µοντέλο. Τη σφραγίδα πως η χώρα βρίσκεται στον σωστό δρόµο την περιµένουµε από τους διεθνείς οίκους, οι οποίοι θα πρέπει να αποφασίσουν µέσα στο 2020 πόσο γρήγορα θα επιστρέψουν στη χώρα την επενδυτική βαθµίδα. Η κυβέρνηση επιδιώκει αυτό να συµβεί µέσα στο 2020, το αργότερο στις αρχές του 2021. Η αγορά ακόµη κρατά κλειστά τα χαρτιά της, είναι όµως σηµαντικό η πέµπτη αξιολόγηση στο πρώτο δίµηνο του νέου έτους να κυλήσει οµαλά.
επενδύσειςφορολογίαελληνική οικονομίαανάπτυξη