Οικονομία|17.02.2020 13:15

Η Οδύσσεια των ομολόγων: Από το ζενίθ στο ναδίρ τρία μνημόνια δρόμος

Ελευθερία Αρλαπάνου

Νέα δεδομένα για την οικονομία, τις επιχειρήσεις αλλά και για τη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές, προκειμένου να χαλαρώσει ο δημοσιονομικός κλοιός στη χώρα, δημιουργεί η θεαματική αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου στα χαμηλότερα επίπεδα όλων των εποχών: Το πέρασμα του επιτοκίου των δεκαετών ομολόγων στη «γειτονιά» του μηδέν, αφού έσπασε για πρώτη φορά το φράγμα του 1%, σηματοδοτεί ένα μεγάλο ορόσημο στην Ιστορία του ελληνικού χρέους και παγιώνει ακόμη περισσότερο την πρόσβαση της ελληνικής οικονομίας, με ευνοϊκούς όρους στις διεθνείς αγορές.

Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη που συμβαδίζει, φυσικά, με την τάση η οποία κυριαρχεί στην οικονομία της ευρωζώνης, κάτι ωστόσο που δεν ήταν δεδομένο τα τελευταία, πολλά, χρόνια, για την ελληνική οικονομία.

Είναι δεδομένο πως όσα έγραψε το ταμπλό την εβδομάδα που πέρασε σίγουρα δεν μπορούσε να τα φανταστεί κανείς τις μαύρες μέρες του 2009 και του 2010, όταν ξεκινούσαν να πέφτουν οι υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας σαν το χαλάζι, κλείνοντας ερμητικά την πόρτα των αγορών και ωθώντας την Ελλάδα στα μνημόνια. Ούτε, φυσικά, κατά τη διάρκεια του δραματικού 2012, της χρονιάς που χτυπήθηκε σφοδρά η αξιοπιστία του ελληνικού δημοσίου ως πιστωτή με τη διενέργεια του PSI.

Από το 2010  που έκλεισαν οι αγορές, το 2012 που το επιτόκιο στο ελληνικό δεκαετές ομόλογο κτυπούσε… σαραντάρια μέχρι σήμερα που βυθίζεται προς το μηδέν, η ελληνική οικονομία βίωσε, αναμφίβολα, την πιο ταραχώδη περίοδο στη σύγχρονη ιστορία της και η Οδύσσεια των ελληνικών επιτοκίων είναι ο μεγάλος δείκτης.

Το ιστορικό

Το φθινόπωρο του 2009 όταν η κυβέρνηση Καραμανλή παρέδωσε τα κλειδιά και το ταμείο στην κυβέρνηση Παπανδρέου, τα σύννεφα πύκνωναν ήδη στον ορίζοντα. Το επιτόκιο στα δεκαετή ομόλογα κινούνταν ανοδικά, μαζί με τις αναθεωρήσεις του ελλείμματος, ενώ οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κτυπούσαν καμπάνες, στέλνοντας κύματα ανησυχίας στους ιδιώτες επενδυτές στους οποίους η χώρα χρωστούσε τότε σχεδόν όλο το δυσθεώρητα μεγάλο δημόσιο χρέος της.

Όταν, το 2010, κατέστη σαφές ότι ούτε λεφτά υπήρχαν, ούτε όμως υπήρχε και κάποιος διαθέσιμος για να μας δανείσει με λογικό κόστος, ο δρόμος των αγορών έκλεισε, με το επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο να κινείται πέριξ του 6%.

Αυτό ήταν τότε και το μεγάλο φράγμα που δεν έπρεπε να σπάσει. Έσπασε, όμως, και το πρώτο μνημόνιο ήλθε σύντομα, βρίσκοντας ένα μουδιασμένο πολιτικό προσωπικό στη χώρα που κλήθηκε να διαχειριστεί την πρώτη αδυναμία πληρωμών από το ελληνικό Δημόσιο στη σύγχρονη ιστορία του.

Οι πιο μαύρες μέρες για τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων ήλθαν το 2012 όταν η απόδοση εκτινασσόταν στην περιοχή του 40%, ακολουθώντας μια τρελή πορεία εν μέσω πρωτοφανούς πολιτικής αστάθειας και με τους φάκελους του Grexit να πάνε και να έρχονται στους διαδρόμους των Βρυξελλών.

Από το 2012 και μετά η πορεία των επιτοκίων κινήθηκε πτωτικά, μέχρι τη μεγάλη επιστροφή του δημοσίου στις διεθνείς αγορές το 2014. Τότε στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών ήταν ο Γιάννης Στουρνάρας και στο τιμόνι του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ο Στέλιος Παπαδόπουλος. Εκδόθηκε ομόλογο πενταετές με επιτόκιο 4,95%.

Η ανάπαυλα δεν κράτησε πολύ, αφού το φθινόπωρο του 2014 άρχισε να φαίνεται πως το Βερολίνο, υπό τη Μέρκελ και το Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τότε λίγες παραχωρήσεις θα έκανε στην τότε κυβέρνηση.

Το δραματικό πρώτο εξάμηνο του 2015 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε νέα αναταραχή στις αγορές και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων που ξαναπήραν την ανιούσα. Μετά το δημοψήφισμα και το τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το 2015, αργά και σταδιακά η κατάσταση στην ελληνική αγορά ομολόγων άρχισε να βελτιώνεται.

Η έξοδος από το τρίτο μνημόνιο και η ένταξη της σε καθεστώς ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας έγινε με το επιτόκιο του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου πέριξ του 4,5%. Έκτοτε η κατάσταση βελτιώνεται με μεγάλο ορόσημο την προ ημερών έκδοση ομολόγου 15ετούς διάρκειας με επιτόκιο κάτω του 2%, παρά το ότι η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται ούτε στην επενδυτική βαθμίδα, αλλά ούτε έχει επωφεληθεί από την ένταξη σε καθεστώς ποσοτικής χαλάρωσης, όπως οι άλλες χώρες στην περιφέρεια. 

Οταν η αγορά «ξαναγράφει» το DSA  

Τα νέα δεδομένα ισχυροποιούν την επιχειρηματολογία της Αθήνας στη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές, καθώς η αγορά πρακτικά «ξαναγράφει» την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (το περίφημο DSA) με θετικό τρόπο για την Ελλάδα, ταρακουνώντας προηγούμενες αυστηρές παραδοχές.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι τελευταίες εκδόσεις που έκανε η Ελλάδα αλλά και οι άλλες που έπονται, καθώς αναμένεται να εκδοθεί ακόμη περίπου 5,5 δισ. ευρώ ελληνικό χρέος τους επόμενους μήνες, εξοικονομούν πρακτικά πολύ μεγάλα ποσά σε βάθος πολλών ετών, αφού μειώνονται μακροπρόθεσμα οι δαπάνες για τόκους.

ελληνικά ομόλογαεπιτόκιαδεκαετές ομόλογο