Πολιτική|31.12.2025 07:01

Πολιτική Ανασκόπηση 2025: Μια χρονιά με σκάνδαλα, σφοδρές αντιπαραθέσεις, αβεβαιότητα και κυρίαρχη την «γκρίζα ζώνη»

Νίκος Σβέρκος

Αν μια λέξη θα μπορούσε να αντικατοπτρίσει το «πολιτικό 2025», αυτή είναι η «αβεβαιότητα». Το πολιτικό σύστημα τον τελευταίο χρόνο μοιάζει να μετεωρίζεται, καθώς η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώνεται, μα δεν ξεπροβάλλει κάποια εναλλακτική λύση. Παρά, δηλαδή, τις μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις, η μεν κυβέρνηση υπομένει τα πλήγματα προχωρώντας ασθμαίνοντας, ενώ κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης δεν μοιάζει ικανό να αποκρυσταλλώσει το γενικευμένο αίτημα για πολιτική αλλαγή.

Οι κοινωνικές αντιδράσεις

Το πιο ηχηρό κοινωνικό -και συνάμα πολιτικό- γεγονός του 2025 ήταν οι μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις σε όλη την Ελλάδα στις 28 Φεβρουαρίου. Το Σύνταγμα και οι κεντρικές πλατείες όλων των πόλεων ανά την επικράτεια, είδαν εκατομμύρια πολίτες να συγκεντρώνονται και να διαμαρτύρονται με αίτημα να αποδοθεί δικαιοσύνη για το «έγκλημα των Τεμπών». Δύο χρόνια μετά το πρωτοφανές για τα χρονικά δυστύχημα της σύγκρουσης δύο αμαξοστοιχιών, οι σχετικές έρευνες όχι μόνο δεν προσέφεραν κάτι απτό, αλλά υπήρχε έντονη η αίσθηση της απόπειρας συγκάλυψης των πολιτικών ευθυνών της κυβέρνησης και των υπουργών της.

Η παρουσία ενός τόσο μεγάλου πλήθους στους δρόμους τάραξε τις πολιτικές ισορροπίες και δημιούργησε νέες δυναμικές. Η κυβέρνηση αρχικά επιχείρησε να επιδείξει «ανθρώπινο πρόσωπο», με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να υποκλίνεται μάλιστα λίγες μέρες μετά τις συγκεντρώσεις στον πρόχειρο χώρο μνήμης που φτιάχτηκε στο Σύνταγμα μπροστά από τον Άγνωστο Στρατιώτη. Λίγες εβδομάδες αργότερα, βέβαια, πέρασε στην αντεπίθεση κατηγορώντας άλλοτε έμμεσα και άλλοτε ευθέως τους συγγενείς και τους αλληλέγγυους σε αυτούς πως προβάλλουν θεωρίες συνωμοσίας. Παράλληλα, δε, έδωσε με διάφορους τρόπους «ασυλία» σε δικά της στελέχη, με χαρακτηριστικότερες τις περιπτώσεις τους Κώστα Αχ. Καραμανλή και Χρήστο Τριαντόπουλο, καθώς εκμεταλλευόμενη τις διατάξεις του νόμου περί ευθύνης υπουργών και με πρωτοφανείς κοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις, τους έριξε στα «μαλακά».

Σκάνδαλα και διαφθορά

Στην πολιτική ειδησεογραφία, το 2025 ξεκίνησε με τις μεγάλες συγκεντρώσεις για τα Τέμπη. Και κλείνει με το τεράστιο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Πρόκειται για δυο γεγονότα που ενώνονται με ένα αόρατο νήμα, αυτό της διαφθοράς. Στην περίπτωση των Τεμπών η κυβέρνηση βρέθηκε όλο το 2025 απολογούμενη για την συγκάλυψη και την ασυλία των «δικών της παιδιών». Και στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, ξανά, η κυβέρνηση έδειξε με τις μεθοδεύσεις της σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής να θέλει να καλύψει τους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης από το 2019 και μετά και να «κρύψει» τους «γαλάζιους» παράγοντες, τύπου «Φραπέ», «Χασάπη» και «Αγρότισσας με την Ferrari». Αν προσθέσουμε σε αυτές τις δύο περιπτώσεις και τις αποκαλύψεις για το πώς χρηματοδοτείτο από επιχειρηματίες της διαφήμισης ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της Νέας Δημοκρατίας, η «Ομάδα Αλήθειας», τότε η εικόνα της διαφθοράς ολοκληρώνεται.

Δεν είναι τυχαία λοιπόν τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων στα λεγόμενα «ποιοτικά στοιχεία» τους. Η ακρίβεια και γενικότερα τα θέματα οικονομικής επιβίωσης παρέμειναν για το 2025 το νούμερο 1 πρόβλημα των πολιτών, αλλά στις πρώτες θέσεις των ζητημάτων που απασχολούν τους πολίτες έκανε την εμφάνισή της -όχι τυχαία- και η διαφθορά.

Πώς μεταφράστηκε η εικόνα αυτή σε αριθμητικά δεδομένα; Κοιτώντας τις γενικές τάσεις των κομμάτων, είναι εμφανές πως ανά περιόδους κόμματα που εστίασαν σε αυτές τις θεματικές εμφάνισαν εντυπωσιακά κέρδη, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της Πλεύσης Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ωστόσο, τα οφέλη αυτά έμοιαζαν παροδικά. Και τελικά επιστρέφουμε στο συμπέρασμα πως η οικονομία αποτελεί το κυρίαρχο κριτήριο ψήφου. Και η αδυναμία της αντιπολίτευσης να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την δυσαρέσκεια για την οικονομία, έδειξε και την γενικότερη αδυναμία της να αρθρώσει εναλλακτικό πολιτικό λόγο.

Οι δημοσκοπήσεις και η κινούμενη άμμος

Η Νέα Δημοκρατία στη διάρκεια του 2025 εμφανίστηκε σε όλες τις δημοσκοπήσεις σαφώς αποδυναμωμένη, απέχοντας παρασάγγας από τα εκλογικά ποσοστά του 2023. Συγκεκριμένα η κυβερνώσα παράταξη στις έρευνες του 2025 κινήθηκε με αυξομειώσεις μεταξύ 23 και 24%, ενώ στην εκτίμηση ψήφου ελάχιστες φορές κατάφερε να περάσει το «ψυχολογικό όριο» του 30%.

Από την άλλη μεριά τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έδειξαν να μπορούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες της ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που έλαβε μετά τις διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, και κατέγραψε στις αρχές του 2025 πτωτική πορεία, αφήνοντας πίσω τις «ένδοξες μέρες» του Νοεμβρίου του 2024 όταν εμφανιζόταν να λαμβάνει έως και 20% στην εκτίμηση ψήφου. Οι επιδόσεις του ξεκίνησαν την τρέχουσα χρονιά από το 14,5% στην πρόθεση και σχεδόν 17% στην εκτίμηση, ενώ κατόπιν σταθεροποιήθηκε αντίστοιχα περίπου στο 10,5% και 14%.

Σχεδόν τη μισή του δύναμη φαίνεται να έχει απωλέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, με τις έρευνες να τον δείχνουν εντός της Βουλής αλλά με χαμηλά ποσοστά, ενώ δημοσκοπικές πρωτοφανείς εξάρσεις είχε η Πλεύση Ελευθερίας, που την περασμένη άνοιξη φάνηκε να αγγίζει στην εκτίμηση ψήφου ακόμα και το 14% υπερφαλαγγίζοντας σε κάποιες έρευνες και το ΠΑΣΟΚ.

Τα κόμματα, δε, της ακροδεξιάς εμφανίζουν άλλες δυναμικές. Η Ελληνική Λύση έδειξε να σταθεροποιείται στα μέσα της χρονιάς κοντά στο 10%, η Φωνή Λογικής εμφάνισε «σκαμπανεβάσματα» που την δείχνουν όμως να εξασφαλίζει την είσοδό της στην ελληνική Βουλή, ενώ η «Νίκη» έδειξε να χάνει την εκπροσώπησή της στην εθνική αντιπροσωπεία. Οι Σπαρτιάτες, τέλος, φαίνεται να ακολουθούν την κοινοβουλευτική τους εξαφάνιση. Η διάλυση της ομάδας τους τον περασμένο Ιούνιο, απόρροια της ακύρωσης εκλογής τριών βουλευτών τους (και μη αντικατάστασής τους) και των εσωτερικών αντιπαραθέσεων που «γέννησε» πολλούς ανεξάρτητους βουλευτές.

Ισχυρά παρούσα δύναμη στο πολιτικό σκηνικό αποτελεί η λεγόμενη «γκρίζα ζώνη», που από τους δημοσκόπους περιγράφεται ως το κοινό των αναποφάσιστων ή των πολιτών που φαίνονται να εξετάζουν αν θα ψηφίσουν εν τέλει. Το κοινό αυτό είναι δύσκολο να ανιχνευτεί αριθμητικά, με τους δημοσκόπους να εκτιμούν σε περίπου 15-17% τον αριθμό των πολιτών που θα πάνε στις κάλπες αλλά δεν έχουν αποφασίσει τι θα ψηφίσουν.

Η παραπάνω εικόνα επιβεβαιώνει την αβεβαιότητα του πολιτικού συστήματος, αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας για την κυβέρνηση και την πολιτική της και αδυναμίας εύρεσης μιας στέρεης πολιτικής και κομματικής εναλλακτικής. Ωστόσο ένα είναι βέβαιο: Αν ένα πολιτικό κενό παραμένει για αρκετό καιρό, δημιουργεί συνθήκες «κινούμενης άμμου» μέσα στην οποία είναι πιθανόν να εγκλωβιστούν όλοι οι παρόντες «παίκτες» στην πολιτική σκακιέρα.

Η αδυναμία της Κεντροαριστεράς και ο Τσίπρας

Παρατηρώντας με ακόμα μεγαλύτερη απόσταση τα πολιτικά αριθμητικά δεδομένα και κοιτώντας προς τις επόμενες κάλπες, αντιλαμβάνεται ο καθένας και η καθεμιά πως η επίτευξη αυτοδυναμίας μοιάζει ακατόρθωτη. Η κυβέρνηση υφίσταται φθορά, κρατώντας όμως ένα ισχυρό «πυρήνα», ενώ στα κόμματα της ακροδεξιάς το «ματς» φαίνεται να καθαρίζει προς όφελος της Ελληνικής Λύσης, που ωστόσο δεν απειλεί τη ΝΔ.

Στην «απέναντι πλευρά», οι κομματικές ηγεσίες της προοδευτικής αντιπολίτευσης είχαν το 2025 μια «χρυσή ευκαιρία» ή (για τους πιο ψύχραιμους) ένα μεγάλο στοίχημα: Να αναπροσαρμόσουν τις κομματικές τους επιδιώξεις στο αίτημα της κοινωνίας για πολιτική αλλαγή. Απέτυχαν, καθώς αντικειμενικοί και υποκειμενικοί λόγοι δεν έφεραν κοντά τις ηγεσίες τους σε κεντρικό επίπεδο.

Το ΠΑΣΟΚ υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη φάνηκε μέσα στο 2025 να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην θεσμικότητα και το «σκληρό ροκ», ενώ κορυφαία στελέχη μια στο τόσο αμφισβητούσαν κεντρικές επιλογές του κόμματος, και εσχάτως έθεσαν εμμέσως ζήτημα προέδρου εάν τα πολιτικά αποτελέσματα δεν ήταν ικανοποιητικά. Σε αυτό το πλαίσιο ο Νίκος Ανδρουλάκης επέλεξε την αναδίπλωση χρησιμοποιώντας τον όρο της «πολιτικής αυτονομίας του ΠΑΣΟΚ», απορρίπτοντας τη συνεργασία με άλλα κόμματα στις εκλογές. Πιστή στην αμφίσημη τακτική της, είδαμε την Χαριλάου Τρικούπη μέσα στο 2025 άλλες φορές να αρνείται συνεργασία και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και άλλοτε να συνδράμει σε κοινές πρωτοβουλίες με κόμματα στα αριστερά του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε το 2025 με έναν νέο πρόεδρο, τον Σωκράτη Φάμελλο, αλλά με έναν κομματικό μηχανισμό τραυματισμένο από τις απανωτές διασπάσεις. Η επίκληση στην ενότητα του χώρου αριστερά του Κέντρου έμοιαζε επιβεβλημένη, καθώς τα ποσοστά του έδειχναν να κάμπτονται, αλλά η άρνηση του ΠΑΣΟΚ, τα ανεπίλυτα προβλήματα σε σχέση με την περίοδο Κασσελάκη και ο διχασμός στην Νέα Αριστερά για τις συμμαχίες, ενέτειναν το πρόβλημα.

Μέχρι που ήρθε η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, το σημαντικότερο γεγονός για τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς του 2025. Ο πρώην πρωθυπουργός στράφηκε κατά πάντων και περιέπλεξε το κουβάρι του προοδευτικού χώρου. Ως πρώτο αποτέλεσμα της κίνησης Τσίπρα ήρθε η αποδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Και ως μετέπειτα αποτέλεσμα διαφαίνεται η περαιτέρω πολυδιάσπαση του προοδευτικού «στρατοπέδου». Οι πρώτες παρεμβάσεις του δεν έδειξαν κάποιο σαφές στίγμα για τη συνέχεια, καλώντας αρχικά σε «αυτοοργάνωση» των υποστηρικτών του. Έπειτα ήρθε η απαξίωση των πρώην συντρόφων του και ο «εξώστης». Τα μέχρι στιγμής δημοσκοπικά δεδομένα πάντως δείχνουν πως η πρώτη μάχη που θα δώσει ο πρώην πρωθυπουργός θα αφορά τον ανταγωνισμό εντός της Κεντροαριστεράς και όχι με την ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Οι «πρώην» και η Καρυστιανού

Η ανάδυση το 2025 νέων ανταγωνιστικών πολιτικών προσώπων, όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, και οι επακόλουθες αυξομειώσεις της δυναμικής της, έδειξε πως ένα διόλου ευκαταφρόνητο μέρος της κοινωνίας, αναζητά εναλλακτική, αλλά παραμένει δύσπιστο. Και ο Αλέξης Τσίπρας έδειξε με τις παρεμβάσεις του πως επιδιώκει να καλύψει το υπάρχον πολιτικό κενό ή έστω ένα μέρος του. Ωστόσο δεν είναι ο μόνος παράγοντας που έχει τέτοιες βλέψεις.

Ένας ακόμα πρώην πρωθυπουργός, ο Αντώνης Σαμαράς, έδειξε μέσα στο 2025 πως θέλει να κινηθεί πολιτικά. Η διαγραφή του από τη ΝΔ τον Νοέμβριο του 2024 αποτέλεσε την καλύτερη αφορμή για να βάλει κατά ριπάς κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του, ενώ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο δημιουργίας κόμματος, παρά την πρόσφατη οικογενειακή τραγωδία που έζησε με την απώλεια της κόρης του, Λένας. Η δυναμική του, όμως, μοιάζει δημοσκοπικά αρκετά περιορισμένη και μια ίδρυση κόμματος από τον πρώην πρωθυπουργό μπορεί να λειτουργήσει λιγότερο διαλυτικά για τον χώρο δεξιά της ΝΔ.

Σε ένα πολυδιασπασμένο και αβέβαιο πολιτικό σκηνικό με μεγάλη «γκρίζα ζώνη», η επικείμενη «μετακόμιση» της Μαρίας Καρυστιανού στην πολιτική αποτελεί επίσης ένα από τα σημαντικά πολιτικά γεγονότα του 2025. 11 μήνες πριν η πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών των θυμάτων στα Τέμπη ανέβαινε στο βήμα της συγκέντρωσης στο Σύνταγμα και έβγαζε έναν πύρινο λόγο κατά της κυβέρνησης. Σήμερα δηλώνει πως προετοιμάζει κόμμα με ένα επιτελείο προερχόμενο από την λαϊκή Δεξιά και την Ακροδεξιά. Η ίδια έχει συναντήσει ήδη αντιδράσεις από άλλους συγγενείς, αλλά μοιάζει αποφασισμένη να πράξει αυτό για το οποίο την κατηγορούσαν οι κυβερνητικοί επικριτές της. Το ποιό θα είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής της κίνησης και πώς θα επηρεάσει το πολιτικό σκηνικό, θα το δούμε το 2026.

ΟΠΕΚΕΠΕΝίκος ΑνδρουλάκηςΚυριάκος Μητσοτάκηςειδήσεις τώραΖωή ΚωνσταντοπούλουδημοσκοπήσειςΤέμπη2025Αλέξης ΤσίπραςΜαρία Καρυστιανού