Πολιτική|25.10.2018 08:31

Η κατάθεση που «έκαψε» τον Γιάννο Παπαντωνίου

Σοφία Σπίγγου

Μια απολογία-φωτιά, η οποία δόθηκε λίγες ηµέρες νωρίτερα, έκαψε τον Γιάννο Παπαντωνίου στην υπόθεση νοµιµοποίησης παράνοµων εσόδων 2,8 εκατοµµυρίων ελβετικών φράγκων. Πρόκειται για τις εξηγήσεις που έδωσε ο επίσης κατηγορούµενος στην υπόθεση και φίλος του ζευγαριού, Ανδρέας Μπάρδης, ο οποίος παραδέχθηκε τη λήψη 2,5 εκατ. ευρώ σε µετρητά, κάνοντας λόγο για «φιλική εξυπηρέτηση». Η υπόθεση του πρώην «τσάρου» της Οικονοµίας θυµίζει έντονα την περίπτωση του Ακη Τσοχατζόπουλου, καθώς φαίνεται ότι τον «έκαψε» στενός φίλος του, αποκαλύπτοντας στους ανακριτές τις διαδροµές των χρηµάτων. ∆εσµίδες χρηµάτων και κίτρινοι φάκελοι έµπαιναν και έβγαιναν σε τραπεζικούς λογαριασµούς µέχρι... να «καθαρίσουν» και να φτάσουν, σύµφωνα µε τα όσα φέρεται να είπε ο επιχειρηµατίας, στον Γιάννο Παπαντωνίου.

Ο Ανδρέας Μπάρδης, ο οποίος απολογήθηκε την περασµένη Παρασκευή και αφέθηκε ελεύθερος µε τον όρο της εµφάνισής του σε αστυνοµικό τµήµα και της καταβολής εγγύησης «µαµούθ» ύψους 500.000 ευρώ, αποτελεί το πρόσωπο-κλειδί. Σύµφωνα µε πληροφορίες, «έδειξε» τον πρώην υπουργό, λέγοντας ότι «τα χρήµατα 
πίστευε πως προέρχονται από νόµιµα έσοδα του κυρίου Παπαντωνίου, καθώς εκείνη την περίοδο που τον γνώρισε ήταν ένας επιτυχηµένος πολιτικός και πίστευε ότι ήταν ένας έντιµος άνθρωπος».

Ο κατηγορούµενος στην υπόθεση ξεκαθάρισε ότι ο ίδιος δεν έλαβε καµία αµοιβή, διότι έκανε µια εξυπηρέτηση σε ένα πρόσωπο που εκτιµούσε, µε αποτέλεσµα να βρεθεί µπλεγµένος έπειτα από χρόνια χωρίς να ευθύνεται. Ο ίδιος φέρεται να είπε στους ανακριτές ότι µέσα σε δύο χρόνια 2002-2003 έλαβε τµηµατικά από τον Γ. Παπαντωνίου 2,5 εκατοµµύρια ευρώ σε µετρητά.

Τα χρήµατα αυτά φέρεται να παρελάµβανε σε δεσµίδες µέσα σε κίτρινους φακέλους από το σπίτι του πρώην υπουργού στην Κηφισιά, ενώ στη συνέχεια σε µικρά ποσά γίνονταν οι καταθέσεις σε τράπεζα των βορείων προαστίων και τα χρήµατα έφευγαν µε προορισµό την Ελβετία για να καταλήξουν σε τραπεζικό λογαριασµό µε δικαιούχο τον πρώην υπουργό και συνδικαιούχο τη σύζυγό του Σταυρούλα Κουράκου. Μετά την απολογία της Παρασκευής, φαίνεται πως οι ανακριτές βρήκαν πλέον τον συνδετικό κρίκο µεταξύ της ροής χρήµατος από τον αντιπρόσωπο όπλων της εταιρείας που είχε αναλάβει (ως υποκατασκευάστρια) τον εκσυγχρονισµό των φρεγατών και του πρώην υπουργού Γιάννου Παπαντωνίου.

Ετσι, το ρολόι έδειξε µεσάνυχτα και µια οµάδα αστυνοµικών κατέβασε µε χειροπέδες στα χέρια από τον δεύτερο όροφο του κτιρίου 6 της πρώην Σχολής Ευελπίδων τον Γιάννο Παπαντωνίου και τη Σταυρούλα Κουράκου. Ενα µισθωµένο ακίνητο στη Γενεύη και µια άδεια παραµονής στην Ελβετία κατέστησαν στα µάτια των ανακριτών και της εισαγγελέως υπόπτους φυγής τους δύο κατηγορουµένους. Σε συνδυασµό, δε, µε τον κίνδυνο να συνεχιστεί το «ξέπλυµα» χρήµατος αλλά και την ασταθή «συµπεριφορά» του ζευγαριού ως προς την άρση του τραπεζικού του απορρήτου οδήγησαν στην τελική απόφαση προφυλάκισης.

Η πρώτη νύχτα στον Κορυδαλλό

Από τον καφέ που έπινε το απόγευµα της Τρίτης ο πρώην υπουργός µαζί µε τη σύζυγό του σε καφετέρια έναντι της Ευελπίδων βρέθηκε το µεσηµέρι της Τετάρτης να τρώει φασολάδα στις φυλακές Κορυδαλλού. Η Σταυρούλα Κουράκου βρίσκεται στην πτέρυγα γυναικών µε συντροφιά στο κελί της και ο Γιάννος Παπαντωνίου «φιλοξενείται» στα υπόγεια κελιά που κάποτε κρατούνταν τα µέλη της «17Ν».

Σηµειώνεται ότι ο προηγούµενος ένοικος του κελιού του ήταν ο Μάκης Γιαννουσάκης, καταδικασµένος στην υπόθεση του «Noor 1». Οι δύο ηµέρες που απαιτήθηκαν για να ολοκληρωθούν εντός 21 ωρών οι δύο απολογίες δεν προµήνυαν την εξέλιξη της υπόθεσης. Η «διακριτικότητα» στην αντιµετώπιση του ζευγαριού από τους λειτουργούς της ∆ικαιοσύνης ήταν τέτοια που επέτρεψε την επιστροφή του Γιάννου Παπαντωνίου το βράδυ της ∆ευτέρας στο σπίτι του, προκειµένου να συνεχίσει την Τρίτη την απολογία του µε το ενδεχόµενο µια ξαφνικής φυγής «αλά Χριστοφοράκος» να αιωρείται.

Το ίδιο συνέβη και το απόγευµα της Τρίτης, όταν το ζευγάρι µαζί µε τους νοµικούς του παραστάτες, τελειώνοντας τις απολογίες του, βρέθηκε σε καφέ της Ευελπίδων να συζητά και να γελά. Ωστόσο οι Αρχές είχαν φροντίσει την επιστροφή τους εντός των δικαστηρίων µε την παρουσία δύο αστυνοµικών µε πολιτικά έξω από την καφετέρια.

Οσο περνούσε η ώρα και µε την επιστροφή του ζεύγους στο κτίριο 6, όπου γινόταν η διάσκεψη ανακριτών και εισαγγελέα, υπήρχε µια ξαφνική κινητικότητα γύρω από το κτίριο, ενώ ο αριθµός των αστυνοµικών αυξανόταν σταδιακά. Τα µεσάνυχτα οι δυο τους βγήκαν φανερά αµήχανοι από τα δικαστήρια προσπαθώντας να κρύψουν τις χειροπέδες. Το ζευγάρι δεν µεταφέρθηκε µε τζιπ, όπως για παράδειγµα είχε συµβεί µε τον Ακη Τσοχατζόπουλο το 2012, αλλά µε κλούβα της Αστυνοµίας, όπως οι περισσότερες περιπτώσεις κρατουµένων 

Γιάννος Παπαντωνίου