All About History|30.12.2019 14:39

Κωσταλέξι: Ζούσε κλειδωμένη επί 29 χρόνια σε ζωώδη κατάσταση - Γιατί τη βασάνιζαν

Γεώργιος Σαρρής

Σε ένα αφανές χωριό της Λαμίας σχεδόν όλοι οι κάτοικοι γνωρίζουν το καλά κρυμμένο απάνθρωπο μυστικό, αλλά κανείς δεν μιλούσε γι’ αυτό μέχρι να το ανακαλύψει η χωροφυλακή και να γίνει γνωστό στο πανελλήνιο, που σοκάρεται από την είδηση. Είναι πρωί της 6ης Νοεμβρίου 1978, όταν άνδρες της χωροφυλακής εμφανίζονται με περιπολικά στους χωμάτινους δρόμους του χωριού Κωσταλέξι Φθιώτιδας. Κατευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο σπίτι-αχυρώνα, όπου σύμφωνα με πληροφορίες από έναν συνάδελφό τους, που κατάγεται από την ευρύτερη περιοχή, ζει αλυσοδεμένη για πάρα πολλά χρόνια μια βασανισμένη γυναίκα.

Ολόγυμνη και αναμαλλιασμένη

Το θέαμα που αντικρίζουν τους αφήνει άναυδους. Όντως, στο σπίτι υπάρχει μια ολόγυμνη αναμαλλιασμένη γυναίκα με απλανές βλέμμα, που βρομάει από μακριά. Έχει κουρνιάσει και δείχνει να βρίσκεται σε έναν άλλο, δικό της κόσμο. Περισσότερο μοιάζει με αγρίμι παρά με άνθρωπο. Στην αδύναμη πλάτη της έχει ρίξει μια φθαρμένη λινάτσα. Γύρω της υπάρχουν τσουβάλια με στάρι και μια παλιά κουβέρτα, με την οποία σκεπαζόταν. Παραδίπλα, μια ξύλινη κασέλα στην οποία έμπαινε όταν έκανε πολύ κρύο για να ζεσταθεί λίγο και να μπορέσει να κοιμηθεί. Τουαλέτα δεν υπήρχε πουθενά, με αποτέλεσμα να αφοδεύει στον χώρο όπου ζούσε, κάνοντας την ατμόσφαιρα αφόρητη. Πάτωμα επίσης δεν υπήρχε. Ήταν πεσμένη στο χώμα. Σε αυτή τη ζωώδη κατάσταση ζούσε επί 29 ολόκληρα χρόνια η 47χρονη Ελένη Καρυώτη.

Οι αστυνομικοί τής μιλάνε, αλλά εκείνη δείχνει να μην ακούει ούτε λέξη. Κάποια στιγμή καταλαμβάνεται από τρέμουλο και σκεπάζει το πρόσωπό της με τα χέρια. Θα μουρμουρίσει κάτι, αλλά κανείς δεν θα καταλάβει τι έλεγε. Με εισαγγελική εντολή θα μεταφερθεί στο νοσοκομείο Λαμίας για νοσηλεία. Ο πολύπειρος αστυνομικός συντάκτης Πάνος Σόμπολος, που θα την επισκεφθεί, θυμάται ότι «με δυσκολία έπαιρνα απαντήσεις στις ερωτήσεις μου. Μιλούσε μόνο όποτε ήθελε, απαντώντας πολύ γρήγορα, σχεδόν ακαταλαβίστικα».

Η κουβέντα δεν έβγαζε νόημα. Τη ρωτάει την ηλικία της και εκείνη απαντάει ότι είναι «δεκαοκτώ». Μία από τις νοσοκόμες με τις οποίες συνομίλησε ο δημοσιογράφος θα του πει πως, όταν η Ελένη είχε πάει στο νοσοκομείο, «τα νύχια της ήταν τόσο μεγάλα που φοβόσουν να τα βλέπεις. Τα μακριά μαλλιά της ήταν κολλημένα από τις ακαθαρσίες. Ό,τι και να της δώσουμε να φάει, το καταβροχθίζει». Με τον καιρό όμως θα αρχίσει να αισθάνεται πιο οικεία. Εμφανίζει σημάδια βελτίωσης, αν και παρουσιάζει σημάδια ψυχικής νόσου. Θα μεταφερθεί στην Αθήνα.

Γιατί τη βασάνιζαν

Η Δικαιοσύνη θα απαγγείλει κατηγορίες για σκοπούμενη βαριά σωματική βλάβη σε βαθμό κακουργήματος και έκθεση στα τρία αδέλφια της, που όταν προσάγονται στη Λαμία απειλούνται με λιντσάρισμα από το πλήθος. Στην πορεία θα γίνει γνωστό πως, όταν η Ελένη ήταν 17 ετών, είχε ερωτευτεί μεσούντος του Εμφυλίου Πολέμου έναν αντάρτη του ΕΛΑΣ (κατ’ άλλους, έναν κομμουνιστή δάσκαλο), τον οποίο συναντούσε στο βουνό, κάτι που δεν ενέκρινε η εθνικόφρων οικογένειά της. Η ντροπή θα ξεπλενόταν μόνο με τον εγκλεισμό της.

Σύμφωνα με μια νεότερη εκδοχή, τη δεκαετία του 1940 η άτυχη κοπέλα είχε εμφανίσει συμπτώματα ψυχοπάθειας και οι γονείς της τη μετέφεραν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Δαφνίου, αλλά διαπίστωσαν ότι οι συνθήκες εκεί ήταν άθλιες και προτίμησαν να την πάρουν στο χωριό – και για να μην κουβαλά η οικογένεια το στίγμα της «τρελής» κατά τα ειωθότα της εποχής, την έκλεισαν στον αχυρώνα.

Οι γονείς της στο μεσοδιάστημα πέθαναν, τα αδέλφια της αθωώθηκαν στο δικαστήριο που έγινε τέλη της δεκαετίας του ’70 και η Ελένη μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό ίδρυμα της Αθήνας για θεραπεία. Θα εξαφανιστεί όμως μυστηριωδώς το 1988. Έκτοτε η τύχη της αγνοείται. 

To παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό All About History (11/2019)

Κωσταλέξι