Βιβλίο|23.02.2019 17:47

Κική Τσιλιγγερίδου: «Στη λογοτεχνία οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως θύματα»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Η Κική Τσιλιγγερίδου γεννήθηκε στην Τσεχία, όπου και έζησε μέχρι τα έξι της χρόνια. Μεγάλωσε και σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, ενώ αργότερα εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και στον ημερήσιο Τύπο. Από το καλοκαίρι του 2017 ζει μόνιμα στην Πράγα.

Πριν λίγες ημέρες, κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα «Βυθισμένος ουρανός» από τις εκδόσεις Bell και το πρώτο βιβλίο της αστυνομικής τριλογίας, με πρωταγωνίστρια την αντισυμβατική ντετέκτιβ Στέλλα Ανταμς.

Λίγους μόλις μήνες μετά τον ερχομό της στην Ελλάδα από την Αμερική και τη μυστική αντιτρομοκρατική υπηρεσία του FBI στην οποία εργαζόταν, η αινιγματική 35χρονη με το λευκό δέρμα, τα κόκκινα μαλλιά και τα γυαλιά ηλίου που δεν βγαίνουν στιγμή από τα μάτια της θα ψάξει για τον αινιγματικό δολοφόνο με τον δικό της ανορθόδοξο τρόπο. 

Βίαιη, μονομανής, με μια ιδιαίτερη σεξουαλικότητα και καθόλου πολιτικά ορθή, η Στέλλα Άνταμς δεν θα απαιτήσει μόνο από τους συνεργάτες της την άμεση διαλεύκανση της υπόθεσης, αλλά θα μπλεχτεί και η ίδια επικίνδυνα βαθιά σε αυτήν. 

Πώς στράφηκε το ενδιαφέρον σας στην αστυνομική λογοτεχνία;

Ήταν ανέκαθεν στραμμένο εκεί, καθώς είμαι μεγάλη φαν των αστυνομικών από πολύ μικρή. Πάντα διεκδικούσε το μεγαλύτερο κομμάτι από τα διαβάσματά μου, ακόμη και τον καιρό που, όπως όλοι οι νέοι, όφειλα να διαβάσω όσο περισσότερα βιβλία κλασικής λογοτεχνίας μπορούσα. Τα αστυνομικά έβρισκαν πάντα τον τρόπο να μπαίνουν στη ζωή μου. Αλλά και ακόμη και τώρα —για να μην πω κυρίως τώρα— διαβάζω και πάλι όσο περισσότερα αστυνομικά μπορώ, κατ’ ανάγκην σύγχρονα όλα, σχεδόν βουλιμικά. Δεν ανήκω σε κάποια μειοψηφία βέβαια, καθώς η αστυνομική λογοτεχνία βρίσκεται παγκοσμίως στο #1 της προτίμησης του αναγνωστικού κοινού. Έτσι, όταν είδα πως μπορούσα, πια, να καταπιαστώ με το γράψιμο, δεν χρειάστηκε να σκεφτώ πολύ για το είδος, ήταν παραπάνω από φανερό. 

Τι δυσκολίες καλείται να αντιμετωπίσει κάποιος, σήμερα στην Ελλάδα, που αποφασίζει να γράψει κάποιο μυθιστόρημα τέτοιου είδους;

Καμία! Ή, αν θέλετε, όσες θα αντιμετώπιζε εάν ασχολούνταν με οτιδήποτε άλλο. Εάν εννοείτε τις εκδοτικές δυσκολίες, νομίζω πως αυτές πια αποτελούν παρελθόν. Πάει μάλλον κάμποσος καιρός που το αστυνομικό δεν θεωρείται είδος «δεύτερης κατηγορίας» για τους εκδότες και το αναγνωστικό κοινό, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Για την ακρίβεια, συμβαίνει πλέον το ακριβώς αντίθετο: η αστυνομική λογοτεχνία γίνεται όλο και πιο mainstream. Πράγμα απολύτως λογικό, φυσικά. Είναι ένα υποείδος αυτού που θα λέγαμε «κοινωνικό μυθιστόρημα», και μάλιστα ιδιαίτερα πλούσιο και γοητευτικό, καθώς είναι σύγχρονο, μιλά ευθέως για όσα ενδιαφέρουν έναν αναγνώστη και έναν πολίτη τού σήμερα, και όλα αυτά μέσα από μία πλοκή που εξιτάρει το ενδιαφέρον και παρακολουθείται με αγωνία και προσοχή.

Πώς βρίσκετε την ελληνική παραγωγή αστυνομικής λογοτεχνίας; Έχουμε καλά δείγματα γραφής ή πρόκειται για έναν τομέα, στον οποίο κερδίζουν οι ξένοι συγγραφείς του είδους;

Φυσικά και έχουμε, και όσο περνά ο καιρός θα έχουμε ακόμη περισσότερα και ακόμη καλύτερα. Και δεν θα αργήσει ο καιρός που στην αρχή ένας και αργότερα όλο και περισσότεροι Έλληνες θα είναι οι «ξένοι συγγραφείς» σε πολλές άλλες χώρες. Όσο περισσότεροι ασχολούνται, όσο περισσότερα ελληνικά αστυνομικά γράφονται, όσο μεγαλώνει και εντείνεται ο ανταγωνισμός, τόσο θα αυξάνει και η ποιότητα. Ισχύει για καθετί αυτό, είναι αξίωμα. Και θα το δούμε και στα αστυνομικά. Αλλά ήδη υπάρχουν αξιολογότατοι Έλληνες συγγραφείς αστυνομικών — και δεν αναφέρομαι στον Γιάννη Μαρή ή στον Πέτρο Μάρκαρη, αν θέλετε, αλλά στους νέους. Το κοινό τούς ξέρει, τους αναγνωρίζει, και τους επιβραβεύει.

Στον «Βυθισμένο ουρανό» μάς συστήνετε την αστυνόμο Στέλλα Άνταμς σε μια υπόθεση εξιχνίασης που εκτυλίσσεται στην Ελλάδα. Πείτε μας λίγα λόγια για την ηρωίδα σας. 

Η Στέλλα Άνταμς είναι ο τύπος εκείνος της ηρωίδας, του λογοτεχνικού ήρωα, που γύρω του «γράφεται» όλη η ιστορία. Ήταν συνειδητή απόφασή μου να γίνει πολύ χαρακτηριστική και ευδιάκριτη, και κυρίως ξεχωριστή. Ήθελα να ξεφεύγει από τα όρια που θέτει η καθημερινότητα, να είναι χαρισματική και παθιασμένη, με εξαιρετικές ικανότητες αλλά και με πολλά τρωτά σημεία παράλληλα. Και ήθελα επίσης όλο αυτό να ξετυλίγεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, από ιστορία σε ιστορία και από βιβλίο σε βιβλίο. Γι’ αυτό και η Τριλογία. Η Στέλλα Άνταμς είναι μία σύγχρονη γυναίκα, ανεξάρτητη, γοητευτική με τον τρόπο της, επικίνδυνη, όχι γλυκιά, όχι συνηθισμένη, αλλά και ευαίσθητη όσο δεν παίρνει. Πολυδιάστατη και «αναπάντεχη». Είναι μία αστυνόμος που τη σέβεσαι και τη φοβάσαι, δεν θέλεις ακριβώς να γίνετε φίλες, αλλά ξέρεις πως θα αφοσιωθεί στις υποθέσεις της και θα τις φέρει σε πέρας. Είναι σκληρό καρύδι, αλλά μπορεί να την πατήσει κιόλας. Ήθελα να μπορώ να την αγαπήσω, και να τη σέβομαι μαζί. Και το ίδιο να ισχύει και για τους αναγνώστες της. Και κυρίως ήθελα όλο αυτό να βρίσκεται μέσα σε ένα χορταστικό και ειλικρινές μυθιστόρημα. Σαν αυτά που μου αρέσει να διαβάζω.

Φωτογραφία: Facebook @Kiki Tsiligeridou

Οι σπουδές σας στην δημοσιογραφία, σάς βοήθησαν στη δόμηση της ιστορίας;

Οι σπουδές μου όχι, δεν νομίζω. Η δουλειά μου όμως στη δημοσιογραφία, που μετρά ήδη σχεδόν είκοσι χρόνια καθώς εργάζομαι σχεδόν από τις πρώτες κιόλας ημέρες των σπουδών μου, συστηματικά και σε όλα τα μέσα, ναι, με βοήθησε. Ξέρω πώς να αναλαμβάνω και να ολοκληρώνω ένα θέμα ή ένα πρότζεκτ. Αλλά εκείνο που με βοήθησε περισσότερο είναι οι τεχνικές συγγραφής που μελετώ. Και φυσικά η ανάγνωση — η διαρκής ανάγνωση. Θα με βοηθούσε η δουλειά μου αν ήθελα να πάρω πληροφορίες για την αστυνομία και τη Δίωξη από συναδέλφους μου του αστυνομικού ρεπορτάζ ή από ανθρώπους της ίδιας τής αστυνομίας, αλλά δεν το επιδίωξα. Μολονότι στην αρχή το είχα σκεφτεί, εντέλει αποφάσισα πως δεν το ήθελα. Δεν σκόπευα εξαρχής να ασχοληθώ ενεργά με αυτό που λέγεται «police procedural» μυθιστόρημα, αλλά με ένα είδος «ψυχολογικού νουάρ δράσης», αν θα μπορούσα να το πω έτσι.

Ποια η σχέση φαντασίας και πραγματικότητας σε μια αστυνομική ιστορία;

Αν έμαθα κάτι τα τελευταία χρόνια προσπαθώντας να σπουδάσω κάπως το γράψιμο, τη συγγραφή, αυτό που λέμε δημιουργική, λογοτεχνική γραφή, είναι πως όλα όσα γράφουμε οφείλουν να είναι απολύτως αληθινά. Δεν χωρούν ψέματα, υπερβολές και «κόλπα» εδώ. Ακόμη και σε μια πλοκή που κατά κάποιον τρόπο μοιάζει «τραβηγμένη», τίποτε δεν είναι επινοημένο. Αν δεν λέμε αλήθεια στα βιβλία, πού θα πούμε;

Στα αστυνομικά μυθιστορήματα το θύμα μπορεί να γίνει ποτέ εκδικητής;

Α, ασφαλώς! Γενικώς, το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα πεδίο στο οποίο μπορούν να γίνουν τα πάντα. Αυτό είναι το πιο γοητευτικό στοιχείο του. Είναι ένα είδος που εξελίσσεται, μεγαλώνει, ωριμάζει, ξαναγυρνά στις ρίζες του, και όλο αυτό ξανά και ξανά από την αρχή. Και το θύμα μπορεί να επιστρέψει για να εκδικηθεί, και ο θύτης να γίνει θύμα, και τα πάντα. Ή μπορεί να αναλάβει κάποιος άλλος να εκδικηθεί για το ίδιο το θύμα, κάποιος με τα ίδια χαρακτηριστικά. Αγαπάμε την αστυνομική λογοτεχνία γιατί μάς παρέχει όλες τις δυνατότητες. Είναι συναρπαστική και μεγαλώνει μαζί μας.

Στην αστυνομική λογοτεχνία οι γυναίκες είναι συχνά διακοσμητικές ή αντιμετωπίζονται ως θύματα και «πιθανά θηράματα». Ποια η άποψή σας γι’ αυτό;

Έχετε δίκιο, ισχύουν και τα δύο. Ή μάλλον, το πρώτο ίσχυε παλιά — τα βιβλία με γυναικείους «διακοσμητικούς» χαρακτήρες είναι εδώ, και θα είναι πάντα, και μάλιστα πολλά είναι γραμμένα από τους καλύτερους του είδους, ανήκουν στα κλασικά, στη Χρυσή Εποχή του crime. Αλλά δεν γράφονται τέτοια βιβλία πια, αν μη τι άλλο θα ήταν ανόητο. Και δεν θα πουλούσαν, το κοινό θα γελούσε. Συχνά, μάλιστα, στις μέρες μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: είναι οι άντρες πια που παίζουν διακοσμητικό ρόλο. Αλλά το δεύτερο που είπατε ισχύει και θα ισχύει πάντα — εννοώ, μέχρι να μην υπάρχει λόγος να υπάρχουν διεθνή κινήματα όπως το #metoo, ας πούμε. Οι γυναίκες κακοποιούνται παντού: από το σπίτι τους μέχρι τη δουλειά τους, και από τον δρόμο μέχρι όπου μπορούμε να φανταστούμε. Οπότε αυτό, ναι, αποτυπώνεται στη λογοτεχνία, και κυρίως στην αστυνομική. Αλλά οι όροι πλέον αντιστρέφονται. Η Στέλλα Άνταμς, ας πούμε, είναι μία ακριβώς από τις ηρωίδες που δεν το ανέχονται αυτό. Είναι badass. Δεν θέλεις να την κυνηγήσεις. Δεν θα ήταν έξυπνο να το κάνεις.

Τσιλιγγερίδου (Φωτογραφία: Facebook @Kiki Tsiligeridou)

Λένε ότι όταν γράφεις πρέπει να αφήνεις ένα κομμάτι της ψυχής σου στο χαρτί, αλλιώς ο αναγνώστης δεν θα σε νιώσει. Ισχύει;

Όλα τα βιβλία γράφονται με «ψυχή», πιστεύω. Πώς αλλιώς; Αλλά, αν έμαθα κάτι όλα αυτά τα χρόνια, είναι πως κυρίως γράφονται με «μυαλό». Με σχεδιασμό, συνέπεια, πρόγραμμα και σχέδιο. Και αυτό είναι που τελικά έχει σημασία, και που κάνει τη διαφορά.

Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο εχθρός του διαβάσματος;

Οι ίδιοι με τους εχθρούς της συγγραφής. Οι περισπασμοί. Η κακή διαχείριση του χρόνου μας. Το περιβάλλον, όταν είναι ζοφερό και αβέβαιο. 

Το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας με πρωταγωνίστρια την αστυνόμο Στέλλα Άνταμς. Τι θα περιλαμβάνει και πότε περιμένουμε το δεύτερο μέρος της ιστορίας;

Το δεύτερο βιβλίο θα κυκλοφορήσει ακριβώς ένα χρόνο μετά τον «Βυθισμένο ουρανό», τον Φεβρουάριο του 2020, και το τρίτο άλλον ένα χρόνο μετά. Θέλουμε να έχουμε αυτή την απόσταση για να μπορέσουν όλα τα βιβλία της τριλογίας να κάνουν τον δρόμο τους ένα-ένα, όπως πρέπει. Λέγοντας θέλουμε, εννοώ οι εκδότες και εγώ, είμαστε τιμ. Και πρέπει να το τονίσω: βρίσκομαι στο καλύτερο εκδοτικό που θα μπορούσα να ονειρευτώ, είμαι πραγματικά ευτυχισμένη. Όσο για το τι θα γίνει… Λοιπόν, στους επόμενους τόμους η Στέλλα Άνταμς αλλάζει, μεταμορφώνεται, ή μάλλον «διαμορφώνεται», αντιμετωπίζει —με τον τρόπο που ξέρει— τα προβλήματά της, παίρνει αποφάσεις για τη ζωή της και γίνεται μια άλλη. Αλλά στην πορεία βέβαια λύνει τις υποθέσεις που της ανατίθενται. Υποθέσεις που, αν θέλετε, θα είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσες και πιο σύνθετες από την πρώτη. Και τις λύνει οριστικά, γιατί βέβαια η Στέλλα Άνταμς είναι η καλύτερη.

Ακολουθήστε το ethnos.gr στο Instagram

Κική Τσιλιγγερίδουαστυνομική λογοτεχνίαΒυθισμένος ΟυρανόςBell