Βιβλίο|05.11.2018 17:32

Aνέκδοτα ποιήµατα: Ο Αρης Μαραγκόπουλος μιλάει για τον Μιχάλη Κατσαρό

Γιώργος Βαϊλάκης

Είναι μια ανεκτίμητης αξίας επετειακή έκδοση τα «Μείζονα Ποιητικά» του Μιχάλη Κατσαρού (εκδ. Τόπος) η οποία,   χρόνια µετά τον θάνατό του, έρχεται να καλύψει ένα µεγάλο κενό. Γι’ αυτό τον λόγο συνοµιλήσαµε µε τον συγγραφέα, εκδότη, επιµελητή της πολύτιµης έκδοσης και ανιψιό του ποιητή, Αρη Μαραγκόπουλο.

Κύριε Μαραγκόπουλε, η έκδοση «Μείζονα ποιητικά» του Μιχάλη Κατσαρού, σε δική σας επιµέλεια, συµπίπτει µε τα χρόνια από τον θάνατο του ποιητή. Τι νέο κοµίζει αυτή η έκδοση;

Ο τόµος «Μείζονα Ποιητικά» περιλαµβάνει για πρώτη φορά τη δηµοσίευση δεκάδων ολοκληρωµένων ποιηµάτων του Μιχάλη Κατσαρού που αντλήθηκαν από το εν πολλοίς κατεστραµµένο και αταξινόµητο αρχείο του ποιητή. Τα ποιήµατα αυτά έχουν δύο σηµαντικά χαρακτηριστικά: Πρώτον, έχουν όλα γραφεί την περίοδο της ακµής του ποιητή, µια δεκαετία (1947-1957) που στη διάρκειά της γράφονται οι γνωστές µείζονες συνθέσεις του («Μεσολόγγι», «Κατά Σαδδουκαίων», «Οροπέδιο»). ∆εύτερον, και αυτό είναι το πιο σηµαντικό όσον αφορά τον αναγνώστη, όλα δίχως εξαίρεση ανταποκρίνονται στο επίπεδο του ύφους, της τεχνοτροπίας, της θεµατολογίας και πάνω απ’ όλα της αισθητικής ποιότητας που χαρακτηρίζει τις µείζονες συλλογές του. Με άλλα λόγια, δίχως δεύτερη σκέψη, αυτά τα ποιήµατα εντάσσονται φυσιολογικά στο µείζον έργο του.

Το ύφος του ποιητή που -µεταξύ άλλων- χαρακτηρίζεται από την ειρωνεία, τη σάτιρα, την υπαινικτική γραφή και τη µατιά του οραµατιστή υπάρχει και σε αυτά τα ανέκδοτα ποιήµατα; Πώς αυτά συνοµιλούν µε τα υπόλοιπα ποιήµατα; Σε τι, ενδεχοµένως, διαφοροποιούνται;

Η απλή ανάγνωση των ποιηµάτων δηλώνει την άµεση συγγένειά τους µε τις µείζονες αναφερθείσες συλλογές. Συγγένεια που προκύπτει από το ιστορικό γεγονός της παραγωγής τους, εκείνη δηλαδή τη δεκαετία που ο Κατσαρός ανήλθε στο στερέωµα των ελληνικών γραµµάτων ως κοµήτης και πολύ γρήγορα, κάτω από την πίεση των τότε κοινωνικοπολιτικών συνθηκών, ως κοµήτης επίσης πέρασε αθέλητα στο περιθώριο. Τα ανέκδοτα αυτά ποιήµατα, για να το πούµε απλά, προέρχονται από την ίδια πηγή, είναι αδέλφια των µειζόνων συλλογών σε όλα τα ευκρινή χαρακτηριστικά που επισηµάνατε στην ερώτησή σας. Αν ορισµένα τα διαφοροποιεί κάτι, αυτό είναι µια µεγαλύτερη εµµονή στην πολιτική θέση. Αλλά και µια εντονότερη ειρωνεία για τα κοινωνικά οράµατα που πνίγηκαν (ή έγιναν θεσµός...), ένας περισσότερο παθιασµένος καηµός για το άδηλο µέλλον.

Εχουν γραφτεί πολλά και θα συνεχίσουν να γράφονται για τον ποιητή. Κατά τη γνώµη σας, τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει την ποίηση του Μιχάλη Κατσαρού στα ελληνικά γράµµατα; 

Ο Κατσαρός υπήρξε ένας ελευθεριακός ποιητής της Αριστεράς. Το πιο σηµαντικό, όµως, είναι ότι υπήρξε συνεπής στη δουλειά του: συνεπής στην προσπάθειά του να καταγράψει το αθεράπευτο τραύµα της εποχής του, συνεπής στην κατα-

νόηση της αλλοτρίωσης των οραµάτων στο επίπεδο της εξουσίας, συνεπής στη µαστοριά να περιγράφει την αλήθεια, όπως το ορίζει ο Μπρεχτ, µε τέχνη και όχι απλώς µε διθυράµβους προς την εξουσία και θωπείες στον λαό. Αυτά τα χαρακτηριστικά τού επέτρεψαν, δίχως ο ίδιος να το έχει συνειδητοποιήσει, να είναι ο πιο προφητικός ποιητής µας του εικοστού αιώνα και ο πιο επιδραστικός στη νεολαία από τη δικτατορία και ύστερα.

Ο Μιχάλης Κατσαρός, εκτός από τέτοιας αξίας ποιητής, αγωνίστηκε πολύ νέος µέσα από τις γραµµές της ΕΠΟΝ, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, βασανίστηκε από τους Γερµανούς, έδωσε το «παρών» στα ∆εκεµβριανά και κατέγραψε τον καηµό όλης αυτής της Ιστορίας. Τι µας διδάσκει σήµερα η περίπτωσή του; 

Οτι τίποτε δεν πάει χαµένο, ότι η χαµένη τιµή της Αριστεράς δεν είναι χαµένη, ότι η αναρχία είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτά που φοβούνται όσοι νοικοκυραίοι «χτίσαν ένα σπιτάκι και είπαν καλά είµαι εδώ», όσοι δηλαδή υποθάλπουν δολοφονίες όπως του Ζακ Κωστόπουλου... Η περίπτωση ενός ποιητή που υπέφερε πολλά από τους ίδιους του τους συντρόφους, που αποµονώθηκε επί δεκαετίες στο όνοµα πολλών πραγµάτων, αλλά που επανήλθε δαφνοστεφής χρόνια µετά επειδή τον διάβασε και τον διεκδίκησε ως έµπνευσή της η νεολαία που αντιστεκόταν στη χούντα, αυτή η περίπτωση του Κατσαρού µας διδάσκει ότι η τέχνη, όχι κάθε τέχνη, η τέχνη που στρατεύεται στο πρώτιστο αίτηµα της λογοτεχνίας, δηλαδή στην ελευθερία, τη διαρκή διεκδίκηση της ελευθερίας, δεν πάει χαµένη. Γίνεται σπόρος και λίπασµα για το µέλλον όσων αγωνίζονται στην ίδια κατεύθυνση.

Στα ποιήµατά του γίνεται αντιληπτός ένας θυµός για την κάθε µορφής ανθρώπινη ανοχή, µέσα από έναν λόγο -συχνά ορµητικό- που επιζητεί να αφυπνίσει συνειδήσεις και να ωθήσει στην αντίσταση. Τι πιστεύετε ότι θα είχε να πει ο Μιχάλης Κατσαρός για την Ελλάδα και τους Ελληνες σήµερα; 

Ο Μιχάλης εκφράζει πάντα, σε όλο του το έργο, έναν συλλογικό εθνικό θυµό ενάντια στη βαρβαρότητα της εξουσίας, µια συλλογική αγανάκτηση, µια συλλογική διεκδίκηση. Ο Μιχάλης είναι ο ποιητής που, απέναντι στη αύξουσα παγκο-σµίως σηµερινή βαρβαρότητα που έχει ντυθεί τον µανδύα της υπεράσπισης της δηµοκρατίας, θα επαναλάµβανε από τη µια «ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν», ενώ απ’ την άλλη θα υπενθύµιζε στους διστακτικούς, τους απογοητευµένους και τους παραιτηµένους: «απ’ τη µεριά του ονείρου δεν χαθήκαµε»...

Είκοσι χρόνια µετά, υπάρχει κάτι που δεν έχει ειπωθεί για εκείνον; Ποιος πραγµατικά ήταν ο Μιχάλης Κατσαρός; 

Θεωρώ ότι, επειδή το έργο του υπήρξε έντονα πολιτικό, δεν διαβάστηκε παρά µόνο περιπτωσιακά, ως σποραδικές εξαιρέσεις, µε τους όρους και τις απαιτήσεις της τέχνης του. ∆εν κρίθηκε επαρκώς η υφολογία του (η ιδιότροπη στίξη του, για παράδειγµα), δεν κρίθηκε επαρκώς η γραµµατολογική του θέση ή, έστω, κρίθηκε µε τις γνωστές γενικολογίες περί της α’ µεταπολεµικής γενιάς κ.λπ., δεν αξιολογήθηκε ως ποιητική ολότητα, ως λογοτεχνική επιρροή. Ευελπιστώ ότι ο τόµος µε τα «Μείζονα Ποιητικά» θα επιτρέψει σε νέους και παλαιότερους φιλολόγους και κριτικούς να ξαναδιαβάσουν µε διαφορετική οπτική την όλη συνεισφορά του.

Μπορείτε να µοιραστείτε µαζί µας µια έντονη ανάµνηση που διατηρείτε από εκείνον;

Κοιτάξτε, κάθε φορά που ανατρέχω στα ποιήµατά του, τον βλέπω ψηλό, ευθυτενή, νευρικό εµπρός µου να µας χαµογελάει µε αυτό το µειδίαµα που σε κάποια δηµόσια εκδήλωση πριν από µερικά χρόνια αποκάλεσα αρχαϊκό. Οταν ήµουν παιδί, στις οικογενειακές συγκεντρώσεις δεν µπορούσα να ερµηνεύσω εύκολα αυτό το µειδίαµα, ένα περίτεχνο αµάλγαµα συστολής και σπιρτάδας, διστακτικότητας και πρόκλησης. Ο θείος µου υπήρξε, άλλωστε, το µαύρο πρόβατο της οικογένειας, οπότε αυτή η αντιµετώπιση δυσχέραινε την κατανόηση του µορφασµού του. Με τα χρόνια συνειδητοποίησα ότι το µειδίαµά του είχε την ίδια αισθητική λειτουργία όπως το γνωστό αρχαϊκό µειδίαµα στις Κόρες και τους Κούρους: ένα χαµόγελο που υποµειδιά µε διακριτική ευγένεια αφενός, που ειρωνεύεται αφετέρου, και το οποίο εντέλει αναδεικνύει την παράξενη ελαφρότητα µες στην οποία ξετυλίγεται η ζωή – ακόµα και στις πιο δραµατικές στιγµές της. Αυτό το µειδίαµα δεν το ξεχνώ ποτέ. ∆εν τον ξεχνώ ποτέ. 

(Η συνέντευξη δόθηκε στο ένθετο Πολιτισμός, του Έθνους της Κυριακής της 4ης Νοεμβρίου)

ποιητήςΜιχάλης ΚατσαρόςΆρης Μαραγκόπουλοςποιήματα