Βιβλίο|10.10.2019 19:33

Peter Handke - Olga Tokarczuk: Οι επιλογές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας έχουν πολιτική σημασία

Ναταλί Χατζηαντωνίου

Δύο κορυφαίες προσωπικότητες της σύγχρονης λογοτεχνίας, αλλά και δύο προσωπικότητες με πολύ έντονο πολιτικό στίγμα είναι από σήμερα οι κάτοχοι του Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2018 και το 2019: η Πολωνή Ολγκα Τοκάρτσουκ και ο Αυστριακός Πέτερ Χάντκε, αντίστοιχα.

Η 57χρονη Ολγκα Τοκάρτσουκ είναι από τις πιο διακεκριμένες, διεισδυτικές και καίριες λογοτεχνικές φωνές της σύγχρονης Πολωνίας, πεζογράφος, ποιήτρια, αλλά και ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια (σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, θεωρεί εαυτήν «μαθήτρια» του Καρλ Γιούνγκ και όσοι γνωρίζουν το λογοτεχνικό της έργο, διαβεβαιώνουν ότι οι σπουδές και η θητεία της στην ψυχοθεραπεία σαφώς το έχουν επηρεάσει) ακτιβίστρια των Πρασίνων και αντεθνικίστρια, στόχος των ακροδεξιών που την έχουν κατά καιρούς απειλήσει με συμβόλαια θανάτου και γενικώς «ενοχλητική» για τους υπερσυντηρητικούς της πατρίδας της.

Και ο 77χρονος Αυστριακός Πέτερ Χάντκε είναι μία τεράστια, επιδραστική μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας και δραματουργίας του 20ου και 21ου αιώνα, το όνομα του οποίου ερχόταν κι επανερχόταν επί χρόνια ως «φαβορί» για Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πολλοί ήταν όσοι στοιχημάτιζαν βέβαια ότι δεν θα τα πάρει ποτέ: Πέρα από αυτή κάθε αυτή την τόλμη και την αντισυμβατικότητά του που τον είχε οδηγήσει π.χ. κάποτε να κατηγορήσει την καθιερωμένη γερμανική λογοτεχνία για «περιγραφική ανικανότητα», ο Χάντκε ήταν από τις ελάχιστες προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους που είχε ταχθεί ανοιχτά κατά των βομβαρδισμών της Σερβίας το 1999, υποστήριξε τον Μιλόσεβιτς και το 2006 πήγε στην κηδεία του και απήγγειλε στα σερβικά ένα ποίημα που είχε γράψει γι αυτόν. Το αποτέλεσμα ήταν έκτοτε να πολεμηθεί ανελέητα, να ματαιωθούν παραστάσεις θεατρικών έργων του (με χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή στην Comédie-Française), να τον διαβάλουν (το «Νουβέλ Ομπζερβατερ» που είχε γράψει ότι στην κηδεία του Μιλόσεβιτς ο Χάντκε είχε μιλήσει υπέρ της σφαγής της Σρεμπρένιτσα, μηνύθηκε από τον ίδιο κι έχασε τη δίκη) κι έκτοτε να θεωρηθεί το απόλυτο «αουτσάιντερ» για τις «κομψές» και προσεκτικές επιλογές της Σουηδικής Ακαδημίας των Νόμπελ.

Η αλήθεια είναι ότι αυτό το λογοτεχνικό «δίδυμο» των Τοκάρτσουκ και Χάντκε ως επιλογές για τα Νόμπελ Λογοτεχνίας του 2018 και του 2019 αντίστοιχα, δεν ήταν καθόλου αναμενόμενες, βάσει της «ιδιοσυγκρασίας» της Ακαδημίας όπως την ξέραμε μέχρι σήμερα. Και η επιλογή τους κάτι δείχνει…

Να θυμίσουμε πάντως ότι μετά τη ματαίωση της απονομής του περσινού βραβείου ως απότοκο των αποκαλύψεων που ενέπλεκαν σε οικονομικά κα σεξουαλικά σκάνδαλα τον Ζαν-Κλοντ Αρνό, σύζυγο της ποιήτριας Κριστίνα Φρόστερσον, επιφανούς μέλους της Σουηδικής Ακαδημίας των Νόμπελ, η οποία παραιτήθηκε από τη θέση της στον θεσμό, η Ακαδημία είχε φανεί να συνταράσσεται συθέμελα. Εξ ου και οι δηλώσεις του προέδρου της επιτροπής του Νόμπελ Λογοτεχνίας  Άντερς Όλσον, που είχε μιλήσει για επαναπροσδιορισμό των κριτηρίων που θα ισχύσουν από φέτος και ξεκαθαρίσει ότι θα αποφευχθούν στα βραβεία του 2018 και του 2019 η «ανδρο-κεντρική» και η «ευρω-κεντρική» προσέγγιση που βάρυνε τις επιλογές του παρελθόντος -οι 14 από τους 114 κατόχους του βραβείου ήταν γυναίκες. Και βέβαια και οι δύο επιλογές είναι Ευρωπαίοι λογοτέχνες σε καμία περίπτωση όμως η γραφή και η σκέψη τους δεν τους κατατάσσει στην δυτικο-κεντρική προσέγγιση…

Η Ολγκα Τοκάρτσουκ αναφέρονταν το προηγούμενο διάστημα στα φαβορί (μαζί με τη Ρωσίδα Λουντμίλα Ουλίτσκαγια, τη Μαρίζ Κοντέ από τη Γουαδελούπη και τις Καναδέζες Μάργκαρετ Άτγουντ και Αν Κάρσον). Στην Ελλάδα δεν την έχουμε διαβάσει πολύ καθώς μεταφρασμένο κυκλοφορεί μόνον ένα έργο της, το μυθιστόρημα «Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί» (Εκδόσεις Καστανιώτη 2017, μτφ. Αλεξάνδρα Δ.Ιωαννίδου), μια επική αλληγορία που διατρέχει την ταραγμένη πολωνική ιστορία από το 1914 και μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα, σχολιάζοντας υπαινικτικά, όπως είχε επισημάνει στη βιβλιοκριτική της η Μ. Χαρτουλάρη «τον ευρωσκεπτικισμό, την ξενοφοβία (π.χ. απέναντι στους Σύρους πρόσφυγες κ.ά.), τον ακροδεξιό εθνικισμό και τη βία στη σημερινή Πολωνία». Ατύπως η συνέχεια αυτού του μυθιστορήματος είναι το «Flights» («Πτήσεις») που της χάρισε πέρυσι το  Man Booker International Prize. Το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας αναφερόταν σε ό,τι την αφορά, στην «αφηγηματική της φαντασία που με πάθος Εγκυκλοπαιδιστή εκπροσωπεί την υπέρβαση των ορίων ως μία μορφή ζωής».

Ο Πέτερ Χάντκε αντιθέτως είναι πολύ γνωστός στην Ελλάδα και όχι μόνον από τις ελληνικές μεταφράσεις των μυθιστορημάτων του (ήδη από το 1983 όταν κυκλοφόρησε ταυτόχρονα το μυθιστόρημά του «Αμέριμνη δυστυχία» από τις εκδόσεις Νεφέλη και το θεατρικό του «Κασπάρ» από τις εκδόσεις Δωδωνη και έκτοτε ανελλιπώς με πιο πρόσφατα δείγματα την επανέκδοση της εμβληματικής του νουβέλας «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι», το 2017 από τα εκδόσεις Δαρδανός και «Η μεγάλη πτώση» πέρυσι από την «Εστία»).

Ούτε μόνον από το γεγονός ότι πολλά θέατρα, συμπεριλαμβανομένου και του Εθνικού έχουν ανεβάσει κατά καιρούς έργα του και ότι ο ίδιος είναι ο «αιρετικός» αντισυμβατικός συγγραφέας του θεατρικού-σημείου αναφοράς για τον 20ο αιώνα «Βρίζοντας το κοινό» (το 1966 στη Φρανκφούρτη ο Πέτερ Χάντκε έβαλε τέσσερις ηθοποιούς να βρίζουν το κοινό, με αποτέλεσμα μετά την πρεμιέρα συγγραφέας και συντελεστές να οδηγηθούν στη φυλακή).

Ούτε μόνον από το γεγονός ότι τον ξέρουμε ως τον λογοτεχνικό μέντορα και στενό φίλο του σκηνοθέτη Βιμ Βέντερς: «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι» που κυκλοφόρησε το 1970 (στα ελληνικά πρώτη φορά το 1990 από τις εκδόσεις Σμίλη), έγινε αμέσως bestseller κι έκανε τον Χάντκε γνωστό σε όλο τον κόσμο, ώθησε τον Βιμ Βέντερς να γυρίσει την ομώνυμη, πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία κι έκτοτε η συνεργασία τους οδήγησε σε ταινίες όπως Λάθος κίνηση, Οι όμορφες μέρες στο Αρανχουέθ και βέβαια Τα φτερά του έρωτα, όλες σε σενάριο του Χάντκε.

Τον Χάντκε τον ξέρουμε και λόγω των στενών δεσμών που διατηρεί με τη χώρα μας την οποία έχει επισκεφτεί πολλές φορές και ειδικά όσο ακόμα ζούσε ο αδελφικός του φίλος, Έλληνας ποιητής Δημήτρης Άναλις.

Αυτή η τεράστια μορφή της γερμανόφωνης λογοτεχνίας για τον οποίο ο μεγάλος Τόμας Μπέρχαρν είχε πει ότι «είναι ένας θαρραλέος πιτσιρικάς, τρυφερός και αδύναμος, αλλά μιλάει συνέχεια για μοναξιά», που εκτός από τα δεκάδες του μυθιστορήματα νουβέλες και θεατρικά έργα, έχει επίσης μεταφράσει στα γερμανικά, μεταξύ άλλων τραγωδίες του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, επελέγη για το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 2019 για «το επιδραστικό του έργο που με γλωσσολογική επινοητικότητα έχει διερευνήσει την περίμετρο αλλά και την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης εμπειρίας».

Θα έχει ενδιαφέρον αναμφισβήτητα να ακούσουμε τι θα πουν για τον σύγχρονο κόσμο μας, αυτές οι δυο προσωπικότητες στην επίσημη τελετή απονομής στις 10 Δεκεμβρίου, στην Στοκχόλμη.

βραβεία ΝόμπελΝόμπελ λογοτεχνίας