Βιβλίο|13.01.2020 13:35

Η βλάχικη παράδοση σε ένα βιβλίο

Μαρία Ριτζαλέου

Η βλάχικη παράδοση δεν είναι τοπική, αλλά οικουμενική. Αυτό το μήνυμα στέλνει ο Βασίλης Νιτσιάκος, καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφία του πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με το βιβλίο «ο lele ω λέλε», που κυκλοφορεί στα ελληνικά, στα βλάχικα και στα αγγλικά και περιλαμβάνει μελοποιημένη ποίηση και λογοτεχνικά κείμενα, όλα δικά του. «Πριν πέντε χρόνια έχασα τον πατέρα μου και ξαφνικά η γλώσσα μας, η βλάχικη γλώσσα, έπαψε να μιλιέται στο σπίτι μας. Αυτό με ταρακούνησε πολύ, αν και πάντα ήθελα να γράψω κάτι που να διασώσει αυτό την βλάχικη», λέει ο κ. Νιτσιάκος στο «Έθνος της Κυριακής».

Εξηγεί παράλληλα, πως η βλάχικη γλώσσα, παρότι εγγραμματίστηκε από τον 19ο αιώνα, παρέμεινε εν πολλοίς μια προφορική γλώσσα με πολλές διαλέκτους και ιδιώματα κατά τόπους σε μια σχετικά μεγάλη γεωγραφική κλίματα και σε διεθνικό επίπεδο. Στα περιθώρια των επίσημων γλωσσών των εθνικών κρατών της Βαλκανικής διασώθηκε με όλη την ποικιλομορφία της, αλλά και με μια τάση εξαφάνισης. Τα δημοτικά τραγούδια σε αυτή τη γλώσσα είχαν την ίδια τύχη, προσθέτει, ενώ οι όποιες νέες παραγωγές δεν είναι παρά χονδροειδείς απομιμήσεις των παραδοσιακών, αμφιβόλου αισθητικής αξίας.

Το «o lele ω λέλε», είναι ένα επιφώνημα πόνου, αλλά και ανακούφισης. Οι Βλάχοι το έχουν ως επωδή στα μοιρολόγια, αλλά και ως αναστεναγμό ανακούφισης μετά από μια κοπιαστική ημέρα. Αυτή την έκφραση που παρά τα διάφορα ιδιώματα, που απαντώνται ακόμη και σήμερα στα βλαχοχώρια, είναι κοινή σε όλους, επέλεξε ο κ. Νιτσιάκος για τίτλο του βιβλίου, η κυκλοφορία του οποίου ξεπέρασε κάθε προσδοκία και ήδη μπαίνει στις λίστες με τα ευπώλητα.

«Τούτη η εργασία αποτελεί ίσως το πρώτο εγχείρημα παγκοσμίως για την παραγωγή μελοποιημένης ποίησης σε αυτή την γλώσσα. Η ποίηση γράφτηκε με σκοπό να μελοποιηθεί και ως εκ τούτου η προσπάθεια θα μπορούσε να θεωρηθεί και στιχουργική. Τα στιχουργήματα γράφτηκαν εξαρχής στην βλάχικη γλώσσα, που συμβαίνει να είναι και η μητρική μου γλώσσα, μαζί με την ελληνικά. Η έκδοση πλαισιώνεται από λογοτεχνικά και ποιητικά κείμενα που βοηθούν στην πρόσληψη της μουσικής, καθώς και από έργα ζωγραφικής με παρόμοιο ρόλο», αναφέρει ο καθηγητής, ο οποίος εκλέχθηκε πρόσφατα πρόεδρος του Δ.Σ. της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης του Πολιτισμού των Βλάχων.

Όλα τα κείμενα έχουν αποδοθεί επίσης στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα. Την σύλληψη του έργου και την γενική επιμέλεια έχει ο κ. Νιτσιάκος, ενώ την μουσική επιμέλεια ο συνθέτης Σούλης Λιάκος, ο οποίος συνέθεσε 8 από τα 10 τραγούδια. Συμμετέχει επίσης συνθετικά με δύο τραγούδια ο Μάκης Σεβίλογλου, ενώ ειδική συμμετοχή έχει το γυναικείο πολυφωνικό σύνολο «Πλειάδες». Τραγουδούν οι Σούλης Λιάκος, Μάκης Σεβίλογλου, Μαρία Δαύκα και δεύτερες φωνές κάνει ο Νίκος Ζιώγαλας. Την απόδοση των κειμένων στη βλάχικη γλώσσα έκανε ο διδάκτορας Λαογραφίας και διδάσκων στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φάνης Δασούλας και στα αγγλικά ο φιλόλογος-μεταφραστής Joshua Barley, ενώ την γενικότερη γλωσσολογική επιμέλεια, σε ό,τι αφορά την βλάχικη γλώσσα έκανε ο ερευνητής Β΄ της Ακαδημίας Αθηνών, Σταμάτης Μπέης.

Οι δυσκολίες της μετάφρασης στα βλάχικα

Ο «μεταφραστής» Φάνης Δασούλας, επισημαίνει ότι η μετάφραση στην βλάχικη γλώσσα «ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα», καθώς βρέθηκε αντιμέτωπος με δύο ζητήματα. «Το πρώτο ήταν η ανυπαρξία μιας κοινής βλάχικης γλώσσας. Όπως συμβαίνει και με πολλές απειλούμενες μειονοτικές (λιγότερο διαδεδομένες) γλώσσες, η βλάχικη περισσότερο από μια ενιαία γλώσσα, είναι στην πραγματικότητα ένα σύνολο ιδιωμάτων, έντονα διαφοροποιημένων μεταξύ τους. Το δεύτερο και ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα ήταν η δυσκολία έκφρασης εννοιών και πολιτισμικών όρων σ΄αυτή τη γλώσσα. Παρότι διαθέτει γραπτά κείμενα τριών αιώνων, η μετάδοσή της από γενεά σε γενεά γίνεται σχεδόν αποκλειστικά προφορικά, γεγονός που την καθιστά μία κατά βάση προφορική γλώσσα», τονίζει. Η βλάχικη γλώσσα μιλιέται σήμερα -με αρκετά ιδιώματα και διαφοροποιήσεις από περιοχή σε περιοχή- κυρίως στην περιοχή της Πίνδου από το Συρράκο και τους Καλαρρύτες μέχρι το Νυμφαίο και την Κλεισούρα, αλλά και σε χωριά στα ορεινά νομών της κεντρικής Μακεδονίας.

Ο Βασίλης Νιτσιάκος έγραψε στίχους και μικρά λογοτεχνικά κείμενα, θέλοντας να πει πως «η μουσική των Βλάχων δεν είναι δημοτική, αλλά οικουμενική. Ομοίως και τα κείμενα δεν έχουν μόνο λογοτεχνική αξία, αλλά πρέπει να διαβαστούν σαν ωραίες ιστορίες που αποκαλύπτουν τον πολιτισμό μας». «Ωραία πρόκληση, είπα, στην πρόσκληση του Βασίλη Νιτσιάκου, να μελοποιήσω τους στίχους γραμμένους στα Βλάχικα! Να βουτήξω στην παιδική μου ηλικία και στη βλαχογειτονιά που μεγάλωσα. Έτσι κυρίως χρησιμοποίησα τις παιδικές μνήμες και τους ήχους των λέξεων και δευτερευόντως τις φυσικές πεντατονικές κλίμακες (και όχι μόνο) και είχε πολύ ενδιαφέρον να παίζω με αυτές και στις διαφοροποιήσεις τους να βλέπω να αναδύονται με έκπληξη μέσα από την Πίνδο, τα Ιμαλάια, οι Άνδεις, τα μπλουζ και η Αφρική», σημειώνει ο Σούλης Λιάκος.

Ο Σταμάτης Μπέης που έκανε την γλωσσολογική επιμέλεια των βλάχικων κειμένων λέει ότι το σύστημα που χρησιμοποίησε «βασίζεται πρώτα στο ιστορικό κριτήριο που αποκαλύπτει την καταγωγή από την γλώσσα προέλευσης, την λατινική και τις υπόλοιπες ρομανικές γλώσσες. Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, η γραπτή μορφή κάθε λέξης πρέπει να παραπέμπει στην ιστορία της και στη σχέση της με τις υπόλοιπες ρομανικές γλώσσες: την ρουμανική, την ιταλική, την γαλλική, την ισπανική, την πορτογαλική». Η ηχογράφηση του CD που εσνωματώνεται στο βιβλίο έγινε στην Αθήνα, στην Κοζάνη, αλλά και στην Ολλανδία, στο studio του Ολλανδού παραγωγού, με την συμμετοχή διακεκριμένων μουσικών από όλο τον κόσμο.

Βασίλης ΝιτσιάκοςΒλάχοιβιβλίο