Σινεμά|28.12.2018 13:22

Γιάκομπ Σέντεργκρεν: «Η έννοια της ενοχής µάς αφορά όλους»

Άντα Δαλιάκα

Ένας αστυνοµικός σε δυσµένεια που απαντά σε τηλεφωνήµατα στο κέντρο της δανέζικης Αµεσης ∆ράσης έρχεται αντιµέτωπος µε έναν φρικτό εφιάλτη: την κλήση για βοήθεια µιας γυναίκας που έχει πέσει θύµα απαγωγής. Ο ίδιος κινητοποιείται άµεσα παίρνοντας αποφάσεις ζωής και θανάτου, αποφάσεις που θα αποκαλύψουν δύο τραγωδίες, µία κρίση συνείδησης και πολλαπλές ενοχές.

Στον πολυβραβευµένο, σε ΗΠΑ και Ευρώπη, «Ένοχο» του Γκούσταβ Μέλερ, το σκανδιναβικό αστυνοµικό θρίλερ (επίσηµη πρόταση της ∆ανίας για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, που βρίσκεται µεταξύ των 9 φιναλίστ της Ακαδηµίας και προβάλλεται από χθες στις ελληνικές αίθουσες), ο εκπληκτικός Γιάκοµπ Σέντεργκρεν, σουηδικής καταγωγής ηθοποιός µε βραβεία στις περγαµηνές του, κουβαλάει στους ώµους του έναν από τους κορυφαίους ρόλους της χρονιάς. Τον συναντήσαµε στο 59ο Φεστιβάλ Κινηµατογράφου Θεσσαλονίκης, τον Νοέµβριο, και µας µίλησε για την ιδέα της ενοχής στο φιλµ λίγες ηµέρες πριν γίνει γνωστό ότι το Χόλιγουντ έχει ήδη στα σκαριά το ριµέικ.

Πώς προετοιµαστήκατε για έναν τόσο απαιτητικό ρόλο;

Ήρθα σε επαφή µε ανθρώπους που είχαν περάσει τραυµατικές εµπειρίες, επισκέφθηκα κέντρα αστυνοµικών αποστολών, αστυνοµικούς που είχαν βιώσει παρόµοιες εµπειρίες µε τον Ασγκερ που υποδύοµαι. Επρεπε κατ’ αρχάς να κατανοήσω τη νοοτροπία του χαρακτήρα, να καταλάβω την πνευµατική κατάστασή του. Την αφορµή για το σενάριο έδωσε ένα κλιπ στο YouTube µε το τηλεφώνηµα µιας γυναίκας, θύµα απαγωγής, στην Άµεση ∆ράση. Ο στόχος µας ήταν να έχουµε ένα διπλό αστυνοµικό µυστήριο σε συνάρτηση µε τον χαρακτήρα µπροστά από την κάµερα και µε τη γυναίκα που ακούγεται από το τηλέφωνο.

Ο Άσγκερ αισθάνεται ακινητοποιηµένος. Είναι ένας αστυνοµικός που δεν µπορεί να δράσει και εκεί έπρεπε να διοχετεύσω όλο το συναίσθηµα, να φανεί η ανάγκη που νιώθει το σώµα του όταν ο ίδιος είναι περιορισµένος σε µία καρέκλα. Κάνει ό,τι µπορεί µε τις καλύτερες προθέσεις γιατί θεωρεί ότι έτσι βοηθάει σε µία τροµακτική και ταυτόχρονα τραγική κατάσταση.

Σε ποιον βαθµό συµβάλατε στην προετοιµασία του σεναρίου; Αντιµετωπίσατε δυσκολίες στα γυρίσµατα;

Οι Γκούσταβ και Εµίλ Νιγκόρντ βάσισαν το σενάριό τους σε διαφορετικές ιστορίες έπειτα από έρευνα. Όταν ανέλαβα τον ρόλο, πέντε µήνες πριν αρχίσουµε τα γυρίσµατα, είχα ήδη ένα έτοιµο υλικό, το οποίο επεξεργάστηκα µε τον Γκούσταβ για να χτίσουµε περαιτέρω τον χαρακτήρα. Τα γυρίσµατα κράτησαν µόλις 13 ηµέρες και ήταν εκπληκτική εµπειρία. Ο Γκούσταβ ήταν πολύ µεθοδικός στην προετοιµασία της ταινίας, περισσότερο από τον οποιονδήποτε µε τον οποίο έχω δουλέψει µέχρι σήµερα.

Η ταινία λειτουργεί σε διαφορετικά επίπεδα. Το αστυνοµικό θρίλερ αποδίδει ένα ευρύτερο σχόλιο για την ενοχή, την αστυνοµική βία και την κατάχρηση εξουσίας. Πώς εκλαµβάνετε εσείς το κοινωνικό σχόλιο του φιλµ;

Όταν διάβασα το σενάριο, θεώρησα ότι επρόκειτο για µια ιστορία που αφορούσε τη µοναξιά, λόγω της αποµόνωσης στην οποία βρίσκεται ο χαρακτήρας τον οποίο κλήθηκα να υποδυθώ. Επειτα σκέφτηκα ότι η έννοια της ενοχής, που συνδέεται µε τη µοναχική κατάστασή του, µας αφορά όλους. Στη θέση του Ασγκερ θα µπορούσε να κάθεται ο οποιοσδήποτε: ένας γιατρός αντί ενός αστυνοµικού που δουλεύει σε έναν χώρο όπου η ζωή κρέµεται από µια κλωστή και ο θάνατος είναι µέρος του παιχνιδιού.

Και εµείς δεν ξέρουµε πώς θα αντιδρούσαµε στη θέση του. Ο ίδιος προσπαθεί, αλλά αποτυγχάνει και πρέπει να το αποδεχθεί αυτό. Συνεπώς πρόκειται για µια ιστορία συγχώρεσης, συµπόνοιας και µοναξιάς. Το πώς αντιλαµβάνεται ο καθένας θέµατα συνείδησης είναι υποκειµενικό, ωστόσο στο σινεµά η εµπειρία καθαυτή µας καθιστά όλους συνένοχους. Το θέµα της αστυνοµικής βίας εκλαµβάνεται διαφορετικά από χώρα σε χώρα, το εισέπραξα και από τους Έλληνες θεατές. Στη ∆ανία όµως η σχέση των πολιτών µε την Αστυνοµία δεν είναι κακή.

Εισπράττετε διαφορετικές αντιδράσεις από το κοινό από χώρα σε χώρα ως προς τη θεµατολογία της ταινίας;

Η αντίδραση των περισσότερων θεατών είναι κοινή: νιώθουν πάνω απ’ όλα έκπληξη µε τις ανατροπές της ταινίας – το οποίο είναι θετικό, γιατί σηµαίνει ότι επιτυγχάνει τον στόχο της.

∆ουλεύετε σε µια ευρωπαϊκή πρωτοποριακή κινηµατογραφική βιοµηχανία. Πιστεύετε ότι ο κινηµατογράφος κινδυνεύει σήµερα από τις νέες ψηφιακές πλατφόρµες θέασης ταινιών;

∆εν θα ήθελα µε τίποτα να δω το τέλος του κινηµατογράφου, την εξαφάνισή του, καθώς όλες αυτές οι ψηφιακές πλατφόρµες συνιστούν ουσιαστικά τηλεοπτικό προϊόν. Στην Κοπεγχάγη, σε µία πρώτη προβολή της ταινίας ο αιθουσάρχης µίλησε στο κοινό για τη σηµασία της κινηµατογραφικής προβολής ως µέρος µιας συλλογικής εµπειρίας. Συνειδητοποίησα την αλήθεια του πράγµατος, πόσο σηµαντικό είναι να παρακολουθείς µια ταινία σε έναν µεγάλο χώρο µε ανθρώπους που δεν γνωρίζεις και πόσο βαθιά επηρεάζει αυτό την εµπειρία της προβολής. Αυτό θα ήταν κρίµα να χαθεί. ∆εν θα έλεγα ότι οι ψηφιακές πλατφόρµες είναι ακριβώς απειλητικές, αλλά σίγουρα δεν συνεργάζονται µε τις αίθουσες. Με εντυπωσιάζει, ωστόσο, το χρηµατοοικονοµικό εύρος των κολοσσών: δείτε το Netflix, το Amazon, την Disney, µε τι ευκολία προγραµµατίζουν ταινίες. Μακάρι να άρχιζαν και έναν διάλογο, όχι µόνο µε τις µεγάλες κινηµατογραφικές αλυσίδες αλλά και µε τις µικρότερες αίθουσες. 

Πιστεύω ότι αξίζει να διατηρήσουµε την κινηµατογραφική παράδοση. Ο «Ένοχος», για παράδειγµα, είναι µια ταινία συλλογικής εµπειρίας, µε διαφορετικές αντιδράσεις από κάθε θεατή, και αυτός που τη βιώνει πιο έντονα µπορεί να επηρεάσει και τους υπόλοιπους. Αυτή είναι η οµορφιά της κινηµατογραφικής εµπειρίας.

θρίλερ