Πολιτισμός|17.02.2019 17:43

Άρις Γεωργίου: «Κάθε λήψη φωτογραφίας είναι πολιτική» (pics)

Κώστας Μπλιάτκας

Είστε, λοιπόν, στην Αµερική το 1978 και στη Ρωσία το 1998. Ενας Ψυχρός Πόλεµος, µια πτώση και µία στο εξής νέα «εν θερµώ» σχέση µεταξύ των υπερδυνάµεων. Πόσο η πολιτική µπαίνει… από το παράθυρο σε µια λήψη σας;

«Κάθε λήψη φωτογραφίας είναι πολιτική. Ακόµη περισσότερο µάλιστα (αλλά ακόµη και τότε) από τη στιγµή που δραπετεύει από τα στενά όρια του ιδιωτικού και ερωτοτροπεί µε το δηµόσιο. Όταν δηλαδή, ανεξάρτητα από την ίδια την πρόθεση του αυτουργού της ως προς την “πολιτική” ή “απολιτική” της χροιά, επικοινωνείται και συνεπώς συνιστά δήλωση. Διότι κάθε λήψη φωτογραφίας συνιστά επιλογή – και κατά συνέπεια σχολιασµό. Με κάθε κλικ του κλείστρου επιτελείται “λήψη θέσης”. Απέναντι στον κόσµο».

Έτσι ξεκίνησε η συζήτηση µε τον Αρι Γεωργίου, µε αφορµή µία έκθεση και δύο βιβλία που επανέρχονται (εκδόσεις του ΜΙΕΤ) και τα οποία γέννησαν µερικές σπουδαίες -κατά κοινή οµολογία των ειδικών- φωτογραφίες, χωρισµένες σε δύο ενότητες που απέχουν είκοσι χρόνια µεταξύ τους.

Τα δύο παράλληλα βιβλία, «Η Αµερική σε 78 στροφές» και «Ρωσία ’98: Μετά το παραπέτασµα», µε τις φωτογραφίες και τις 200 σελίδες το καθένα τους, έχουν κείµενα -αντίστοιχα- από τον Γιώργο Χουλιάρα και τον Ρόµπιν Μπέικερ. Υπέροχα, πράγµατι, κείµενα.

Ο Αρις Γεωργίου, γνωστός αρχιτέκτονας, ιδρυτής και επί δεκαπενταετία διευθυντής του διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας «Φωτογραφική Συγκυρία» (1988-2003), καθώς και πρώτος διευθυντής (1998-2002) του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, συνεχίζει ακούραστος να προσφέρει εκθέσεις ζωγραφικής και φωτογραφίας, όπως και πλήθος εκδόσεων και βιβλίων µε τα έργα του και τα κείµενά του. 

ΑΜΕΡΙΚΑ - ΑΜΕΡΙΚΑ: ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ;

Η «Αµερική του 1978» είναι µια ξεχωριστή ενότητα του φωτογραφικού έργου του τότε 26χρονου Άρι Γεωργίου, νεοφώτιστου φωτογράφου και µόλις «Future Holy Architect». Τίτλος της, «Η Αµερική σε 78 στροφές. Οδοιπορικό 1978». Γεννήθηκε σε ένα ταξίδι του σε αυτήν τη χώρα, την οποία ο Α. Γεωργίου διέσχισε σε συνθήκες road movie από τη δυτική προς την ανατολική ακτή, καταγράφοντας δυναµικά και ακατάπαυστα και επιδιώκοντας «µεγάλες» φωτογραφίες

Βαθιά στο υποσυνείδητό του υπήρχαν «καταχωνιασµένες εικόνες από το “Aµέρικα, Αµέρικα” του Καζάν, θολές αλλά ανεξίτηλες αναµνήσεις από την πρώην αρραβωνιαστικιά του θείου του, την Ελληνοαµερικάνα “θεία” Ντέµη».

Μόσχα, 1998

Παιδικές εντυπώσεις από τους θεόρατους λευκούς και µαύρους ναύτες του 6ου Στόλου που σουλάτσαραν στους δρόµους της Θεσσαλονίκης του 1960, η Ford Mustang της ίδιας δεκαετίας, το «Τελευταίο τρένο» από τον Γκαν Χιλ µε τον Κερκ Ντάγκλας, ο Τζέρι Λούις, ο Ελβις, ο Κάσιους Κλέι, η Μέριλιν, το Περλ Χάρµπορ, ο Κένεντι, η Τζάκι, ο Αλ Καπόνε και ο Ντίλιντζερ, ο «Γέρος και η θάλασσα» µε τον Σπένσερ Τρέισι, ο Πάτον, ο ΜακΑρθουρ, ο Μάρλον Μπράντο, ο Στιβ ΜακΚουίν. Το Empire State και το Γκόλντεν Γκέιτ, η Κοιλάδα του Θανάτου και οι κροταλίες του Νέου Μεξικού, οι Σιου, οι Απάτσι, οι Νάβαχο, ο Μπάφαλο Μπιλ, ο Κάστερ. Το Γκραντ Κάνιον, ο Μισισιπής και ο Μαρκ Τουέιν. Ο Τενεσί Oυίλιαµς και ο «Γυάλινος κόσµος». Ο Μπένι Γκούντµαν. Ο Γκέρσουιν. Η Σάρα Βον.

Για τον ίδιο είναι «προ-εικόνες όλες τους, µαζί µε µυριάδες άλλες από την πλούσια αµερικανόφιλη µεταπολεµική κουλτούρα µας».

Δεν είναι αµέτοχος ο Ντίλαν, το Γούντστοκ, ο Μάλκολµ Χ, ο Μίλερ, ο Γκίνσµπεργκ, ο Κέρουακ, ο Μπάροους, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η Αντζελα Ντέιβις, η Μπαέζ, ο Κολτρέιν, ο Αϊλερ, ο Πόλοκ, ο Γουόρχολ και ο Μορισέι, ο Εντουαρντ Χόπερ, ο Φόντα και ο «Ξένοιαστος καβαλάρης», ο Ντε Νίρο και ο «Ταξιτζής», ο Τσε, ο Πινοσέτ, ο Νερούδα, ο Ντε Γκολ, το «Φράουλες και αίµα» και το Μπέρκλεϊ, ο Γούντι Αλεν, ο Νιλ Γιανγκ, ο Λέοναρντ Κοέν, η Τζόνι Μίτσελ…

ΩΡΙΜΑ ΚΑΙ ΝΩΧΕΛΙΚΑ

Η άλλη ενότητα, στη Ρωσία το 1998, είναι έργο ενός ώριµου πια στη φωτογραφία Άρι Γεωργίου, σχεδόν µπλαζέ και «Already Holy Architect», που γινόταν, όπως λέει σήµερα, νωχελικά ίσως, «δέκτης ενός καταιγισµού εικόνων από µια χώρα που, σε αντίθεση µε την Αµερική του παιδικού φαντασιακού µου, ποτέ δεν είχα ονειρευτεί να την κατακτήσω».

Στο µεταξύ, ο ίδιος επιτρέπει πια στον εαυτό του να υποδέχεται µάλλον τη φωτογραφία αντί να την επιζητεί, να τη στοιχειοθετεί, να την οικοδοµεί.

Απογράφει περιστάσεις και καταστάσεις. Ιδού µερικές «καταστάσεις»: Πρώτος σταθµός η Μόσχα, µε το σχεδόν τενεκεδένιο πετούµενο της Αεροφλότ, µετά σιδηροδροµικώς ως το Λένινγκραντ (µέχρι προσφάτως· από τούδε και πάλι Αγία Πετρούπολη), πρώτα σοκ του ποστ-σόβιετ ξενοδοχείου, προσκύνηµα στο απαράκαµπτο Ερµιτάζ, επίσκεψη στο Πέτερχοφ, ή Πετροντβορέτς, θερινό ανάκτορο του Μεγάλου Πέτρου, επιστροφή στη Μόσχα, στην πινακοθήκη αριστουργηµάτων Τρετιάκοφ και το απαράµιλλο Μουσείο Πούσκιν.

Πάντως, ο ίδιος παραδέχεται ότι η επιδερµική σχεδόν επίσκεψή του περιέλαβε µόλις δύο, εµβληµατικούς αλλά αναµενόµενους, τόπους της πρώην Σοβιετίας, της «Αγίας Ρωσίας». Πλην όµως, πρόλαβε κάτι:

«Το µετρό και στις δύο πόλεις, τα λεωφορεία, τις λεωφόρους, τα άφυλλα δέντρα και τα εµπορικά κέντρα ή τις λαϊκές αγορές, τους µικροπωλητές, τους ανέκφραστους δηµοσίους υπαλλήλους ή φύλακες µουσείων, τα εστιατόρια πολυτελείας και τα αµερικανοειδή φαστφουντάδικα, τους γάµους, τις νύφες και τους γαµπρούς, τις εκκλησίες, τους παπάδες, τους φρουρούς, τις µπάµπουσκες, τις αυτοκινητοποµπές της ρωσικής µαφίας, τα Μόσκβιτς, τα Γκαζ και τα Ζαποροζιέτς· το λασπωµένο χιόνι επίσης, την παγωµένη Βαλτική, τα ανώνυµα σοβιετικά κτίρια του σοσιαλιστικού ρεαλισµού, το µεγαλείο του νεκροταφείου µε τους τάφους των µεγάλων, τους τρούλους του Αγίου Βασιλείου και τις αµερικανικές λίµο για ηλίθιες εξαλλοσύνες· ή ακόµη και την περιρρέουσα υποψία για κατάλοιπα από µικροφωνικές παρακολουθήσεις. Κάπου εκεί, στα πέριξ των αναµενόµενων προσκυνηµάτων, κινήθηκε και η φωτογραφία µου, χωρίς ωστόσο αναγκαστικά να τα σνοµπάρει. Ένας παλµός σλαβικού χαρακτήρα, ας πούµε “κυριλλικής γραφής”, έδειχνε να µε συγκινεί, ή έστω να µε απωθεί ικανά ώστε να τον συγκρατώ µε τις εικόνες».

Σικάγο, Νιου Τάουν, 1978

ΟΥΤΕ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΟΥΤΕ ΕΞΙΔΑΝΙΚΕΥΣΗ

Συνεχίζοντας τη συζήτηση για την «πολιτική» µέσα στη φωτογραφία, ο Άρις Γεωργίου προσθέτει: «Όταν η φωτογραφία εκτίθεται, όταν παρατίθεται, όταν διατίθεται, βορά στη θέαση, στην ανάγνωση, πρόκληση στον στοχασµό, τροφή στη ζύµωση, ανάµεσα στον ποµπό-αυτουργό της και στους δέκτες-αποδέκτες της, αποκαθίσταται σχέση κατ’ ουσίαν πολιτική, πέραν των κοινότυπα και επιδερµικά εννοουµένων ορίων της πολιτικής.

Πιο ευδιάκριτα βεβαίως απ’ ό,τι κατά τα ως άνω, και σε συνάρτηση µε την παιδεία, την κουλτούρα, την ηλικία µου και την εποχή, οι φωτογραφίες της Αµερικής το 1978, χωρίς να καταθέτουν ούτε “καταγγελία” ούτε “εξιδανίκευση”, είναι φορείς ενός βλέµµατος εµπρόθετου και µιας ανάγνωσης σχεδόν κριτικής απέναντι σε µια κοινωνία της οποίας οι συστατικές αντιφάσεις δεν µου διέφευγαν. Σαράντα χρόνια αργότερα, εκθέτοντάς τες εξακολουθώ να αισθάνοµαι σαν να τις τράβηξα χθες, να αναλαµβάνω πλήρη την ευθύνη του προ τεσσάρων δεκαετιών διαβήµατος.

Παραθέτοντάς τες και µάλιστα αντιθέτοντάς τες για τη συγκεκριµένη έκθεση προς εκείνες της Ρωσίας του 1998, 20 χρόνια µετά την Αµερική, 20 χρόνια πριν από το τώρα, αισθάνοµαι ότι υπογραµµίζεται κατά κόρον η “πολιτικότητα” της “φωτογραφικής στάσης”, καθώς και στη Ρωσία -όπως και στην Αµερική- το βλέµµα παρέµενε εµπρόθετο, ο σχολιασµός από υποδόριος έως καυστικός και οι συγκρίσεις των δύο κοινωνιών µεταξύ τους αναπόφευκτες. Η “πολιτικότητα” της φωτογραφικής προσέγγισης, πάντως, παρέµεινε πέραν της σύγκρισης του πολιτικού συστήµατος, που εξάλλου, στη Ρωσία τουλάχιστον, ήδη οκτώ χρόνια µετά την “αλλαγή” παρέπαιε ανισοβαρώς, µε τάσεις εξοµοίωσης προς τον πρώην αντίπαλο πόλο».

Ναι, αλλά ο τίτλος της έκθεσης θυµίζει λίγο διπλωµατία Ψυχρού Πολέµου…

«Φυσικά. Οι ψυχροπολεµικές δεκαετίες που είχαν προηγηθεί δεν θα ήταν δυνατόν να είναι άµοιρες ευθύνης για την επιλογή του τίτλου της έκθεσης, “Αµερική-Ρωσία: Ισοπαλία”».

Σαν Φρανσίσκο, 1978

Ακολουθήστε το ethnos.gr στο Instagram

Θεσσαλονίκηέκθεση φωτογραφίαςαρχιτέκτοναςμουσείο