Πολιτισμός|22.01.2023 14:00

Νίκος Ξανθόπουλος: Το αγαπημένο «παιδί του λαού» που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στον ελληνικό κινηματογράφο

Άγγελος Γεραιουδάκης
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos
Copyright: Facebook @Nikos Xanthopoulos

Γοητευτικός, ταλαντούχος και με τη στόφα μεγάλου ηθοποιού, ο Νίκος Ξανθόπουλος δεν ήταν απλά ένας θρύλος του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά ένα βασικό κομμάτι της ιστορίας του. Στην πολυετή καριέρα του απέκτησε όσα μπορούσε κανείς να ονειρευτεί και ίσως λίγα περισσότερα. Σαρωτικές επιτυχίες, ρεκόρ εισιτηρίων και θανατικούς θαυμαστές. Το τελευταίο διάστημα, νοσηλευόταν με σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα και άφησε την τελευταία του πνοή σε ιδιωτική κλινική του Αιγάλεω

Η ανακοίνωση του θανάτου του έφερε δάκρυα στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων, καθώς ήταν το αγαπημένο «παιδί του λαού». Με τις ταινίες του μεγάλωσαν ολόκληρες γενιές. Όλοι οι κινηματογραφικοί του ρόλοι είχαν ένα κοινό. Ο ηθοποιός ενσάρκωνε τον φτωχό, ταπεινό και τίμιο βιοπαλαιστή που εξέφραζε τις αγωνίες, τους φόβους και τα προβλήματα του απλού λαού.

Ο Νίκος Ξανθόπουλος γεννήθηκε το Μάρτη του ’37 στη Νέα Ιωνία της Αθήνας. Παιδί Ποντίων προσφύγων, μεγάλωσε φτωχικά με τη μητέρα του, καθώς ο πατέρας του είχε τη συνήθεια να «εξαφανίζεται» για μεγάλα χρονικά διαστήματα. «Μια μέρα πήγε να φέρει κρασί κι έκανε έξι μήνες να γυρίσει» γράφει στην αυτοβιογραφία του, η οποία κυκλοφόρησε το 2005 με τίτλο «Όσα Θυμάμαι και Όσα Αγάπησα». Η μητέρα του εργαζόταν σε υφαντήριο, ενώ ο πατέρας ήταν κατά περίσταση τσαγκάρης και ψαράς. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής και σε ηλικία 9 ετών, ο ηθοποιός συνελήφθη μαζί με τη μητέρα του, εξαιτίας της αντιστασιακής δράσης του πατέρα του. 

Στα εφηβικά του χρόνια, ο Νίκος Ξανθόπουλος υπήρξε αθλητής της ΑΕΚ. Εκτός από τον αθλητισμό, λάτρευε και το διάβασμα. Μεγαλώνοντας αποφάσισε ν' ασχοληθεί με το θέατρο, παρότι αρχικά τον γοήτευε η ιδέα να γίνει φιλόλογος. Ξεκίνησε την πολύχρονη και επιτυχημένη καριέρα του ως ηθοποιός στο θίασο της Κατερίνας με τη κομεντί του Μ. Αντρέ «Βιργινία», ενώ λίγα χρόνια αργότερα έκανε την εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη με την κωμωδία «Το Εισπρακτοράκι» του Φίλιππα Φυλακτού. Είδωλό του υπήρξε ο Μάνος Κατράκης, με τον οποίο συνεργάστηκε στα πρώτα του βήματα. 

Η μια επιτυχία έφερε την άλλη κι εκείνος απολάμβανε το χειροκρότημα και την αγάπη του κοινού, παραμένοντας με τα πόδια σταθερά στη γη. «Στη ζωή μου έχω δει τέτοιες χαρές, τόση αγάπη από τον κόσμο, σαν να 'μουνα σπλάχνο από τα σπλάχνα τους, σα να 'μουνα παιδί τους. Ώρες ώρες βούρκωνα, λιώνανε τα μέσα μου, βουβαινόμουν, δεν μπορούσα να μιλήσω. Αναρωτιόμουν αν αξίζω αυτή την αγάπη και προσπαθούσα με τον καιρό να γίνομαι καλύτερος, πιο ταπεινός, πιο καταδεκτικός, αλληλέγγυος, πιο έντιμος, πιο εντάξει. Ένα με τον κόσμο, ένας με αυτούς» είχε πει. 

Οι γυναίκες που τον πλησίαζαν, τον έβλεπαν περισσότερο ως αδελφό τους ή το πρόσωπο που θα τους υπερασπιστεί σε κάποια δύσκολη στιγμή. «Για τον κόσμο, ήμουν ένας Ρομπέν των Δασών, ένας Σεβάχ Θαλασσινός. Ήμουν ο άνθρωπος που εξέφραζε τους πόθους του λαού, ο δικός τους άνθρωπος. Όλα αυτά που έδωσα στις ταινίες, τα είχα βιωμένα από τη γειτονιά στην οποία ζούσα και μεγάλωσα» είχε δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξή του. Το 1996, εμφανίστηκε για τελευταία φορά στον κινηματογράφο, στην ταινία «Με τον Ορφέα τον Αύγουστο» του Γιώργου Ζερβουλάκου, δίπλα στη Βάνα Μπάρμπα

Μέσα από τους κινηματογραφικούς του ρόλους, ωστόσο, κατάφερε ν' αναδείξει και ένα ακόμη ταλέντο του, αυτό του τραγουδιού. Η παρουσία του στη δισκογραφία περιλαμβάνει εννιά ολοκληρωμένους δίσκους και 55 singles, δηλαδή περίπου 300 τραγούδια, τα οποία υπογράφουν μεταξύ άλλων ο Απόστολος Καλδάρας, η Ευτυχία Παπαγιανοπούλου, ο Άκης Πάνου, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Σταύρος Ξαρχάκος και άλλοι. Εμφανίστηκε ως τραγουδιστής σε μεγάλα νυχτερινά κέντρα και πραγματοποίησε πολλές περιοδείες στο εξωτερικό.  

Τα τελευταία χρόνια, είχε αποσυρθεί από τον κόσμο του θεάματος και διέμενε στο κτήμα του στην Παιανία. Παντρεύτηκε δύο φορές, έχει τέσσερα παιδιά και πέντε εγγόνια. Αν και οι περισσότεροι τον έχουν στο μυαλό τους ως έναν μονίμως λυπημένο και «βαρύ» άνδρα, ο ίδιος δεν ήταν έτσι. «Δεν με ξέρετε, κανένας δεν με ξέρει. Η εικόνα μου δεν είναι αυτή που δημιούργησαν, ίσως να φταίω κι εγώ που δεν αντιδρώ, δεν μιλάω. Η καλή μου η Ελένη Ζαφειρίου, που έκανε τη μάνα μου στις ταινίες, μου ‘λεγε: "Χαμογέλα, βρε. Ενώ είσαι τόσο καλό παιδί, έτσι που σε βλέπουν μουτρωμένο, βάζουν χίλια δυο στο μυαλό τους. Μην αδικείς ο ίδιος τον εαυτό σου"» είχε εξομολογηθεί ο Νίκος Ξανθόπουλος σε παλιότερη συνέντευξή του. 

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ελληνικός κινηματογράφοςθάνατοςειδήσεις τώραΝίκος ΞανθόπουλοςΚατοχήηθοποιός