Πολιτισμός|18.04.2019 16:19

Μπιενάλε Βενετίας: Μικρές ιστορίες στις παρυφές της Ιστορίας

Γιώργος Βαϊλάκης

Διαφορετικές πτυχές του πολιτικού, ιδιωτικού και κοινωνικού βίου στην Ελλάδα -και μάλιστα σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχει μια συνεχής μετατόπιση από τις μεγάλες αφηγήσεις στις προσωπικές ιστορίες- ανέλαβαν να αναδείξουν οι τρεις καλλιτέχνες που θα μας εκπροσωπήσουν στην 58η Μπιενάλε Βενετίας. Κάπως έτσι, ο Πάνος Χαραλάμπους, η Εύα Στεφανή και ο Ζάφος Ξαγοράρης συμπράττουν με νέα έργα, επενδύοντας τον εσωτερικό και εξωτερικό χώρο του ελληνικού περιπτέρου στη Βενετία, με εγκαταστάσεις, εικόνες και ήχους.

Και όλα αυτά, έχοντας έναν στόχο: Αγνωστες ή λιγότερο γνωστές λεπτομέρειες επιστρατεύονται για να ανατρέψουν -με παιγνιώδη τρόπο- τις επίσημες εκδοχές της Ιστορίας. Την ελληνική εκπροσώπηση στην Mπιενάλε Βενετίας -διάρκειας από τις 11 Μαΐου έως 24 Νοεμβρίου- σύστησαν χθες παρουσία της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Μυρσίνης Ζορμπά, η επιμελήτρια της έκθεσης Κατερίνα Τσέλου, η Εθνική Επίτροπος και Αναπληρώτρια Διευθύντρια του MOMus- Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Συραγώ Τσιάρα και οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες.

Ποιος είναι ο Mr. Stigl, που δανείζει το όνομά του στην έκθεση; Η επιμελήτρια Κατερίνα Τσέλου εξήγησε ότι «είναι ένας φανταστικός ήρωας μιας άγνωστης, περιφερειακής ιστορίας, ο οποίος με ποιητικό τρόπο μάς μεταφέρει στις παρυφές της επίσημης Ιστορίας, αλλά και της ίδιας της πραγματικότητας. Θα μπορούσε να είναι ο ειρωνικός αφηγητής που μας εισάγει σε έναν τόπο με αμφιβολίες, παραφρασμένους ήχους και σουρεαλιστικά παιχνίδια πάνω στην έννοια της ταυτότητας και της ίδιας της Ιστορίας».

Η Εθνική Επίτροπος και Αναπληρώτρια Διευθύντρια του MOMus- Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Συραγώ Τσιάρα είπε, από την πλευρά της, για τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες: «Η τέχνη μας ανοίγει ένα παράθυρο για να δούμε τη ζωή με διαφορετικούς τρόπους. Εάν κάτι ενώνει υπόγεια τον εικαστικό λόγο των τριών καλλιτεχνών αυτό είναι κυρίως η πρόθεση των δημιουργών να αναζητήσουν τι μπορεί να πει κανείς από τις παρυφές και όχι από το κέντρο των μεγάλων αφηγημάτων. Και αυτό οδηγεί στην δημιουργία μιας ιδιόρρυθμης, λοξής οπτικής.

Δοκιμάζει τις βεβαιότητες του θεατή, φωτίζει αθέατες σχέσεις και ανορθόδοξες γωνίες παρατήρησης, αναδεικνύοντας το σώμα ως το μέτρο των πραγμάτων, το σώμα που δοκιμάζεται στην αναμέτρησή του με την επιβολή, τη στέρηση και τη χειραγώγηση». Ο Ζάφος Ξαγοράρης, από τη Βενετία που βρίσκεται για το στήσιμο του ελληνικού περιπτέρου, συνδέθηκε μέσω skype, για να μας μεταφέρει εικόνες από το δικό του έργο που εκτείνεται από τον εξωτερικό μέχρι τον εσωτερικό χώρο του περιπτέρου.

Ο ίδιος, αλλοιώνει την αρχιτεκτονική του ελληνικού περιπτέρου τοποθετώντας στην είσοδο μια ανακατασκευή της Πύλης του Στρατοπέδου της Μακρονήσου, μέσα από την εγκατάσταση «Παραχώρηση». Οπως είπε χαρακτηριστικά: «Στόχος είναι να μεταφερθούμε στο 1948 και να συνδέσουμε τα ταραγμένα χρόνια του Εμφυλίου και τους τόπους εξορίας των Ελλήνων με το κίνημα του μοντερνισμού και την Peggy Guggenheim, στην οποία παραχωρήθηκε εκείνη τη χρονιά το ελληνικό περίπτερο, αλλάζοντας ουσιαστικά την ιστορία της Μπιενάλε».

Οι φωνές των ηρώων του Πάνου Χαραλάμπους φτάνουν σε εμάς μέσα από μια συλλογή δίσκων βινυλίου, την οποία εμπλουτίζει με συνέπεια από τη δεκαετία του ’80. Συνδέοντας τις εγκαταστάσεις, όπως εξήγησε ο καλλιτέχνης, δημιουργεί ένα ιδιοσυγκρασιακό παίξιμο των βινυλίων του. Το νέο του έργο «Ενας άγριος αητός καθότανε περήφανος», είναι μια μεγάλη γυάλινη εγκατάσταση που αποτελείται από 20.000 ποτήρια και η οποία καλύπτει το πάτωμα του ελληνικού περιπτέρου. Και πρόσθεσε σχετικά ότι «πάνω της στήνεται ένας εκστατικός “υπερηχητικός” χορός, μια ελεγεία στο περιφρονημένο σώμα, ένας ύμνος στο έντονο διονυσιακό στοιχείο του λαϊκού χορού, που κινείται στις παρυφές της Ιστορίας».

Οσο για την Εύα Στεφανή, με το νέο της έργο «Μόνο άνδρες» εισβάλλει στην καθημερινότητα μιας σειράς μεσήλικων ανδρών, σκιαγραφώντας έναν κόσμο διαφορετικό, αντιηρωικό, μακριά από τη στερεοτυπική αρρενωπή απεικόνιση. Το «Παράθυρο», μέσα από την παρουσία μιας γυναίκας καθισμένης σε ένα δωμάτιο, αφηγείται την ιστορία του νεκρού χρόνου που μοιάζει να μην περνά. Και, ακόμη, στο «Στόμα» αντιπαραβάλλονται εικόνες αρχειακού υλικού από παρελάσεις και επίσημους εθνικούς εορτασμούς, με θραύσματα δικού της κειμένου, τα οποία αφηγείται η ίδια συσχετίζοντας τον ιδιωτικό με τον δημόσιο λόγο.

Μπιενάλε