Πολιτισμός|14.11.2018 13:11

Αποδείχτηκε η ύπαρξη της αρχαίας Τενέας

Newsroom

Στην πεδιάδα που εκτείνεται μεταξύ του Χιλιομοδίου και της Κλένιας Κορινθίας κυριότερη πόλη ήταν η αρχαία Τενέα, η οποία ήταν γνωστή μέσα από ιστορικές πηγές και επιγραμματικές μαρτυρίες παλαιότερων και σύγχρονων μελετητών.

Ομως δεν υπήρχαν τεκμήρια για τον εντοπισμό της αρχαίας πόλης. Αυτό άλλαξε από χθες που ανακοινώθηκε ότι για πρώτη φορά εντοπίστηκαν οικιστικά κατάλοιπα της αρχαίας Τενέας στο Χιλιομόδι Κορινθίας, τα οποία αποτελούν αποδείξεις.

Πρόκειται για μείζονα αρχαιολογική ανακάλυψη, η οποία φέρνει στο φως την αρχαία Τενέα! H συστηματική αρχαιολογική έρευνα, που φέτος διεξήχθη από 1ης  Σεπτεμβρίου έως 10 Οκτωβρίου, στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος αρχαίας Τενέας, με φορέα τη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, υπό τη διεύθυνση της δρος Eλενας Κόρκα, επικεντρώθηκε σε δύο κυρίως χώρους: στην περιοχή όπου εκτείνεται οργανωμένο νεκροταφείο με κτίρια και εγκαταστάσεις ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων και σε έναν δεύτερο χώρο όπου για πρώτη φορά εντοπίστηκαν και ανασκάφηκαν τα τόσο σημαντικά οικιστικά κατάλοιπα της αρχαίας Τενέας.

Η αρχαιολογική έρευνα στο Χιλιομόδι διεξήχθη από 1ης Σεπτεμβρίου έως 10 Οκτωβρίου

Πιο συγκεκριμένα, στον χώρο του νεκροταφείου, όπου πραγματοποιήθηκαν τομές περιμετρικά του δίχωρου υπέργειου ρωμαϊκού ταφικού μνημείου και της δεξαμενής ελληνιστικών χρόνων, που ανασκάφηκαν το 2016 και 2017, εντοπίστηκαν επτά νέοι τάφοι.

Οστεολογικά κατάλοιπα

Τέσσερις από αυτούς χρονολογούνται στους ρωμαϊκούς χρόνους και βρίσκονται βόρεια του ταφικού μνημείου, εντός των ρωμαϊκών ταφικών περιβόλων.

Σε χαμηλότερο επίπεδο διερευνήθηκαν τρεις τάφοι ελληνιστικών χρόνων, εκ των οποίων ο ένας επαναχρησιμοποιήθηκε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Από τα οστεολογικά κατάλοιπα των εννέα ταφών, οι δύο σκελετοί ανήκαν σε ενήλικους άνδρες, οι πέντε σε ενήλικες γυναίκες και οι δύο σε παιδιά, ενώ σε έναν από τους τάφους εντοπίσθηκε γυναικεία μαζί με παιδική ταφή.

Οσο για τον πλούτο, η ποικιλία των κτερισμάτων πιστοποιεί τη διαχρονική ευμάρεια της αρχαίας Τενέας και των κατοίκων της. Και, πράγματι, οι ταφές ήταν όλες κτερισμένες με χρυσά, χάλκινα και οστέινα κοσμήματα, αγγεία, στλεγγίδες, νομίσματα. Μάλιστα, μεταξύ των ευρημάτων ξεχωρίζει δαχτυλίδι που φέρει σφραγιδόλιθο με απεικόνιση Σαράπιδος καθήμενου σε θρόνο και πλησίον του τον Κέρβερο στην παραδοσιακή αναπαράστασή του με τις τρεις κεφαλές, ένας λύχνος κορινθιακού εργαστηρίου με παράσταση της Υγείας, χρυσή δανάκη (αρχαίο περσικό νόμισμα), θησαυρός τριών νομισμάτων που ανήκουν στις πρώτες κοπές της Κορίνθου ως ρωμαϊκή αποικία και χρονολογούνται περί το 44-40 π.Χ., καθώς και αρχαϊκά νομίσματα του ίδιου νομισματοκοπείου, όπως ένας οβολός Κορίνθου του β’ μισού του 6ου αι. π.Χ. και ένα ασημένιο ημίδραχμο του α’ μισού του 5ου αι. π.Χ.

Ο Βιργίλιος απέδιδε την ίδρυση της πόλης σε φυγάδες του Τρωικού Πολέμου

Αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι περιμετρικά της δεξαμενής και του μετέπειτα ρωμαϊκού ταφικού μνημείου εκτείνεται οργανωμένο νεκροταφείο ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων που στο σύνολό του απαριθμεί 35 τάφους – πολλοί από τους οποίους περιλαμβάνουν περισσότερες από μία ταφές. Από την άλλη, βορειότερα του νεκροταφείου, στον δεύτερο χώρο έρευνας, εντοπίστηκε τμήμα κτιριακών εγκαταστάσεων. Συγκεκριμένα, σε έκταση 672 τ.μ. ανασκάφηκε τμήμα του οικιστικού ιστού της πόλης που διέθετε οργανωμένους χώρους με στέγαση και θυραία ανοίγματα.

Στο εσωτερικό των χώρων αυτών διατηρούνταν σε καλή κατάσταση πήλινα δάπεδα, καθώς και τμήματα από μαρμάρινα και λίθινα δάπεδα. Μόνο από την περιοχή των παραπάνω τομών προέκυψαν περισσότερα από 200 νομίσματα, τα οποία χρονολογούνται από τους πρώιμους ελληνιστικούς μέχρι τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους.

Αρκετά από τα νομίσματα αυτά ανήκουν στην εποχή του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211 μ.Χ.), ενώ εντοπίζονται και σπάνιες τοπικές κοπές διαφόρων πελοποννησιακών πόλεων.

Τα νομισματικά ευρήματα δείχνουν ότι ο οικισμός πιθανότατα γνώρισε ιδιαίτερη οικονομική ανάπτυξη στη διάρκεια της δυναστείας των Σεβήρων. Επιπλέον, το σύνολο των φετινών ανασκαφικών στοιχείων οδηγεί στην υπόθεση ότι ο οικισμός ενδεχομένως υπέστη τις συνέπειες της επιδρομής του Αλάριχου στην Πελοπόννησο το 396-397 μ.Χ. και ότι ίσως εγκαταλείφθηκε στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ., στα χρόνια των αβαροοσλαβικών επιδρομών. Κατά τον Βιργίλιο, η Τενέα και η Ρώμη ιδρύθηκαν από Τρώες φυγάδες μετά τον Τρωικό Πόλεμο.

Ο Παυσανίας, από την πλευρά του, αναφέρει ότι οι κάτοικοι της Τενέας ήταν Τρώες αιχμάλωτοι που μεταφέρθηκαν από την Τένεδο και εγκαταστάθηκαν στην Τενέα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, το διάστημα 734-733, η Τενέα συμμετείχε στον αποικισμό των Συρακουσών από τους Κορινθίους, ενώ κατά την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους ήταν η μοναδική πόλη που διασώθηκε – λόγω της κοινής μυθικής καταγωγής των Τενεατών με τους Ρωμαίους.

Στην τρωική καταγωγή ανάγεται και η αιτία που στην Τενέα τιμούσαν πιο πολύ από όλους τους θεούς τον Απόλλωνα. Για πολλές δεκαετίες, ο περίφημος Κούρος του Μονάχου ήταν το μοναδικό τεκμήριο του μεγαλείου που έκρυβε η τενεατική γη.

Αρχαία Τενέα