Πολιτισμός|11.08.2019 17:21

Ο κύριος Κόουλ, ο κύριος Κόου και ένα σφυρί

Ναταλί Χατζηαντωνίου

Στον κύριο Κόουλ καθόλου δεν άρεσαν οι Μπιτλς. Οταν τους πρωτοείδε, φορούσαν παράξενα ρούχα, ήταν ξυπόλυτοι και γενικώς έµοιαζαν, όπως περιέγραψε αργότερα, σαν µια σειρά από πάπιες, καταµεσής του δρόµου. Και, ακόµα χειρότερα, όπως θα διαβάσετε στο κοµµάτι του Κώστα Μπλιάτκα, στον κύριο Κόουλ δεν άρεσε καθόλου η µουσική τους. Αλλά αυτή η απαξίωση των, κατά την στιγµιαία του εντύπωση, non fab 4 που διέσχιζαν εκείνη την ηµέρα την Abbey Road δίνει το ιδιαίτερο χρώµα στη µικροϊστορία του άγνωστου κυρίου Κόουλ. Του κυρίου ο οποίος πέρασε στην ιστορία της µουσικής επειδή την ώρα που περίµενε τη γυναίκα του έγινε εντελώς συµπτωµατικά µέρος της πολύ µεγάλης εικόνας. Και αν ο βίος αυτού του συντηρητικού, µεσήλικα τότε, Εγγλέζου ήταν απόλυτα συνήθης, η δική του παρουσία, στο βάθος δεξιά στην ιστορική φωτογραφία του άλµπουµ των Μπιτλς, ήταν η ασυνήθιστη µικροϊστορία που κάνει ακόµα πιο πικάντικη και -κυρίως- πιο ενδιαφέρουσα τη µεγάλη ιστορία. Ο κύριος Κόουλ εκπροσωπεί στο εξώφυλλο την καθόλου ασυνήθιστη για εκείνη την περίοδο τάση της ενήλικης απαξίωσης απέναντι στη µουσική που θα άλλαζε τον κόσµο.

Μικροϊστορίες

Τέτοιες µικροϊστορίες «σφηνωµένες» στην αφήγηση ή στην επικαιρότητα φτιάχνουν τη λογοτεχνία και την τέχνη τελικά. Επίσης, αυτές οι µικροϊστορίες είναι η βάση της σύγχρονης δηµοσιογραφίας – αρχής γενοµένης από την αγγλοσαξονική σχολή, που καθιέρωσε πρώτη τα πλάγια πορτρέτα ή τα πορτρέτα αγνώστων που έκαναν κάτι ξεχωριστό. Ολοι κυνηγούν έναν «κύριο Κόουλ» που συµπτωµατικά ή εκούσια είναι ο πρωταγωνιστής µιας απρόβλεπτης κατάστασης, τέτοιας που τελικώς βοηθάει τον αναγνώστη να δει κι αλλιώς το κύριο σώµα της Ιστορίας.

Να ένας κανόνας που τον γνωρίζει καλά ο µεσήλικας Εγγλέζος κύριος Κόου. ∆εν ξέρω αν του αρέσουν οι Μπιτλς, σίγουρα όµως του αρέσει να αντιµετωπίζει τη σύγχρονη βρετανική πολιτική και κοινωνία µέσα από τέτοιες µικροϊστορίες. Πλάθει, δηλαδή, την επικαιρότητα από µικρά κοµµάτια µυθοπλασίας, τα οποία δεν είναι όµως και τόσο µακριά απ’ ό,τι θα µπορούσε να είναι η αλήθεια. Αυτό έκανε από τότε που τον πρωτοανακαλύψαµε µε το περίφηµο «Τι ωραίο πλιάτσικο!» (Πόλις, 1994, µτφ. Σώτη Τριανταφύλλου).

Αυτό κάνει και τώρα µε τη «Μέση Αγγλία», επαναφέροντας τους ήρωες της «Λέσχης των τιποτένιων» και του «Κλειστού κύκλου» (όλα από τις εκδόσεις Πόλις) για να εξετάσει µέσα από τις ζωές τους το Brexit στο µικροσκόπιο. Το συναρπαστικό δεν είναι µόνο µια αφήγηση στην οποία τα πραγµατικά πολιτικά πρόσωπα της σύγχρονης Βρετανίας (Ντέιβιντ Κάµερον, Μάικλ Γκόουβ, Τζέρεµι Χαντ, Τζορτζ Οσµπορν αλλά και ο τωρινός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον) επηρεάζουν, όπως είναι φυσικό, ή εµπλέκονται µε έναν τρόπο στις ζωές των ηρώων. Αυτό το κάνει κατά κανόνα ο Κόου.

Το συναρπαστικό είναι πως µέσα από τις µικροϊστορίες των ηρώων του δίνει πληροφορίες για τις πραγµατικές επιπτώσεις του Brexit. Ο γάµος της Σόφι και του Ιαν, π.χ., διαταράσσεται επειδή το Brexit ευνοεί την ξενοφοβία, την αποµόνωση και έναν ακραίο συντηρητισµό. Αυτόν που κάνει και ένα ζευγάρι Λιθουανών, που προσπάθησε κάνοντας δουλειές υπηρεσίας να φτιάξει τη ζωή του στη σύγχρονη Βρετανία, να την εγκαταλείψει κακήν κακώς.

Ο Κόου δηλαδή, κρατώντας κεντρικό στο «κάδρο» του το Brexit (δηλωµένος πολέµιος του οποίου ήταν έτσι κι αλλιώς), φανερώνει τις ενδοοικογενειακές ψυχολογικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις αυτής της πολιτικής επιλογής στις διαφορετικές ηλικίες και ψυχοσυνθέσεις µίας ευρύτερης οµάδας ανθρώπων της µεσαίας τάξης. Στους ήρωες του Κόου αναγνωρίζω τη µικροϊστορία της αγαπηµένης µου φίλης, της Μαίρης, µόνιµης κατοίκου Λονδίνου, µαζί µε τον επίσης Ελληνα άντρα της εδώ και 20 χρόνια – και πλέον µαζί µε τα τρία κορίτσια τους. Της Μαίρης που ανακάλυψε µε ενθουσιασµό το Λονδίνο τότε χωρίς να αισθάνεται ξένη και που τους τελευταίους µήνες έχει, λόγω Brexit, ξαφνικά την ανασφάλεια ότι ναι, δυστυχώς, έγινε για κάποιους από τους συµπολίτες της ξαφνικά πολύ ξένη. «Αλλά, πάλι, δεν µπορούµε και να γυρίσουµε στην Ελλάδα. Πού θα βρούµε δουλειά στην ηλικία µας; Πώς θα επιβιώσουµε µε τρία παιδιά;»… «Bang! Bang! Maxwell’s silver hammer/Came down upon her head». Δηλαδή; Οπως τραγουδούσαν και οι Μπιτλς στο «Abbey Road»… «µπανγκ, µπανγκ! Το ασηµένιο σφυρί του Μάξγουελ προσγειώθηκε στο κεφάλι της». Στο κεφάλι και της Μαιρούλας και των ηρώων του Κόου.

The Beatles