Πολιτισμός|19.09.2019 17:46

Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου για το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων

Μαρία Ριτζαλέου

«Είναι περίεργα τα συναισθήματά μου για την βράβευσή μου. Πρώτα από όλα αισθάνομαι πολύ μεγάλη έκπληξη. Δεν μου είχε περάσει καν από το νου. Προπάντων σκέφτομαι αγαπημένους μου ανθρώπους που προσέφεραν τη ζωή τους στα γράμματα και αξίζουν αυτό το βραβείο, περισσότερο από εμένα.  Τι σημαίνει αυτό το βραβείο για μένα; Πρέπει να πω ότι τα μεγάλα μου πρότυπα στη λογοτεχνία και τη ζωή δεν έγραψαν για βραβεία. Έγραψαν από καθημερινή αγωνία, που δεν μπορούσαν να εκφράσουν διαφορετικά, παρά μόνο με τη γραφή». 

Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, η ομότιμη καθηγήτρια του τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ., με την μεγάλη συνεισφορά στην μελέτη και στην έρευνα της ελληνικής εβραϊκής κοινότητας, ιδίως των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, αλλά και στη διάδοση της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη Ρωσία και στην Ουκρανία, δεν συνηθίζει να δίνει συνεντεύξεις, δεν την ενδιαφέρει να προβάλλεται και δεν θα το κάνει ούτε τώρα, που τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων από το υπουργείο Πολιτισμού για την συνολική της προσφορά στο χώρο των γραμμάτων.

Στο σκεπτικό της επιτροπής των βραβείων αναφέρεται ότι με την καινοτόμο και μακροχρόνια συνεισφορά της Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου ανοίγονται νέα ερευνητικά πεδία στο χώρο των γραμμάτων, η ίδια ωστόσο προτίμησε να γράψει μερικές σκέψεις της, γιατί όπως μας είπε «δεν τα καταφέρνω καλά στις συνεντεύξεις».

«Ξεκίνησα από την ποίηση. Σπούδασα ιστορία και φιλολογία στο Καποδιστριακό, όμως όλη η ψυχή μου ήταν στην ποίηση, στη μουσική, στις σχέσεις των ήχων, των χρωμάτων, των μορφών και στις εκπληκτικές και αναπάντεχες μορφές της τέχνης που μόνο αυτές μπορούν να εκφράσουν τη ριζική ανησυχία του ανθρώπου.  Στα 25 μου χρόνια, χρόνια της δικτατορίας, μετά από ταξίδια στη Γαλλία και στις ΗΠΑ, και προσπάθειες να μάθω περισσότερα για την τέχνη, αποφάσισα ότι ήθελα να ριζώσω σε μια ελληνική επαρχία και ασκήσω το επάγγελμα του φιλολόγου, κι έτσι έζησα επτά χρόνια στα Γιάννενα, χρόνια της δικτατορίας, ίσως τα πιο γόνιμα και αγωνιστικά της ζωής μου… Εκεί, στα Γιάννενα, διάβασα τους Έλληνες υπερρεαλιστές, και αισθάνθηκα βαθιά το κάλεσμά τους― μια ποίηση που μπορούσε να δώσει σάρκα στο όνειρο, να εισδύσει στην καθημερινότητα και να μας κάνει πιο ελεύθερους από τα δεσμά των ιδεολογικών ή αισθητικών στερεότυπων, με δυο λόγια να μας ανοίξει έναν ορίζοντα ελευθερίας στο όνειρο, στη χαρά, σε μια πληρέστερη ζωή του πνεύματος. Έτσι έγραψα μια μελέτη για τον Υπερρεαλισμό στο περιοδικό Ηριδανός το 1976, που έφερε στην επικαιρότητα αυτό το ρηξικέλευθο διεθνές καλλιτεχνικό κίνημα. Τα μεγάλα μαθήματα του  υπερρεαλισμού, με απασχολούν στα γραπτά μου μέχρι σήμερα», αναφέρει.

Αργότερα, ως καθηγήτρια του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., ανανέωσε θεματικά και μεθοδολογικά τα διδακτικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Φιλοσοφικής Επιστήμης, δείχνοντας συνεχή έγνοια και αδιάλειπτη φροντίδα για μαθητές, συναδέλφους και συνοδοιπόρους της.

«Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου ανήκει σε μια γενιά φιλολόγων που τελεί υπό εξαφάνιση, καθώς οι γνώσεις τους δεν περιορίζονται στον τομέα της Νεοελληνικής Φιλολογίας, αλλά αφορούν την Ιστορία, τη Λατινική και Μεσαιωνική Φιλολογία και την Αρχαιολογία», τονίζεται σε ανακοίνωση της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., με αφορμή την βράβευσή της.

«Στην πατρίδα μας γνωρίσαμε τη Μικρασιατική καταστροφή, γνωρίσαμε έναν εμφύλιο πόλεμο. Γνωρίσαμε όμως και τη γενοκτονία των Εβραίων. Στη Θεσσαλονίκη αποφάσισα να ασχοληθώ με τη δημοσίευση μαρτυριών Ελλήνων Εβραίων και με το θέμα αυτό στη νεοελληνική λογοτεχνία, ίσως για να βρω απαντήσεις σε ερωτήματα που δεν μου έλυνε μεμονωμένα η φιλολογική ή η ιστορική επιστήμη ή οι ανθρωπιστικές σπουδές στο σύνολό τους, αλλά ο πιο οικείος για μένα χώρος της τέχνης, το δικό μου ελάχιστο χωραφάκι που προσπάθησα να καλλιεργώ καθημερινά σε ολόκληρη τη ζωή μου, για να βρίσκομαι κοντά στους μεγάλους μου έρωτες της τέχνης, τους κλασικούς όσο και τους περιθωριακούς, τους φιλοσόφους, τους είρωνες, τους ανήσυχους, τους εξεγερμένους. Και βέβαια τους ανθρώπους που γνώρισα και είχα δασκάλους: τον Νίκο Εγγονόπουλο, τον Ε.Χ. Γονατά, τον Μένη Κουμανταρέα, τον Δημήτρη Χατζή, τον Δημήτρη Ραυτόπουλο, τον Μανόλη Αναγνωστάκη, τους φίλους και συνεργάτες μου σε διάφορα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ιδρύματα στην Ευρώπη και τον κόσμο. Όμως προπάντων τώρα σκέφτομαι τους φοιτητές μου, γιατί μέσα από τη διδασκαλία έζησα μαζί τους την ποίηση αλλιώς, στην προσπάθεια να τους μεταδώσω την ανατρεπτική ομορφιά της και την υπέρτατη ελευθερία της», γράφει η ίδια. 

Κρατικά Λογοτεχνικά ΒραβείαΦιλοσοφική ΣχολήΑΠΘ