Εκκλησία|29.11.2019 17:52

Ιερά Σύνοδος για την αποτέφρωση: Αξιοπρεπής λύση ή ωμή ανακύκλωση;

Μαρίνα Ζιώζιου

Το θέμα της μετά θάνατον καύσης και αποτέφρωσης των ανθρώπινων σωμάτων απασχολεί την εκκλησιαστική κοινότητα ιδιαίτερα κατά την τελευταία εικοσαετία, αφότου άρχισαν συζητήσεις για τη νομοθέτησή της (θεσπίσθηκε με διαδοχικούς νόμους το 2006, 2014 και 2016).

Ασφαλώς η ελληνική πολιτεία είναι αρμόδια να νομοθετεί, αλλά και η Εκκλησία παραμένει ελεύθερη έναντι του κράτους να τηρεί τις παραδόσεις της, μακριά από κάθε κοσμική επιρροή και επέμβαση, και υποχρεούται να απευθύνεται στα μέλη της καταθέτοντας την άποψη και τη μαρτυρία της επί του ζητήματος αυτού, καθώς αφορά άμεσα στη ζωή και τη θεολογία της.

Η Εκκλησία αρνείται την καύση επειδή αρνείται το αμετάκλητο ανθρώπινο τέλος και τη βία προς το ανθρώπινο πρόσωπο. «Είναι τραγικό να καίμε και να κονιορτοποιούμε ό,τι έχει αληθινή αξία.

Η Εκκλησία επιλέγει και εφαρμόζει την ταφή, διότι σέβεται το σώμα του κεκοιμημένου ανθρώπου, έχει πίστη και ελπίδα στο αιώνιο μέλλον, και αναθέτει στη φύση την ευθύνη της φθοράς του φυσικού παρόντος του ανθρώπου» αναφέρει η Ιερά Σύνοδος στο φυλλάδιό της.

Μάλιστα, η Ιερά Σύνοδος εξηγεί όλη τη διαδικασία που ακολουθείται για την αποτέφρωση. Κατά τη σύγχρονη διαδικασία της –κατ' ευφημισμόν– «αποτέφρωσης», όπως σημειώνει, μετά την καύση του νεκρού σε κλίβανο ο ανθρώπινος σκελετός ρίχνεται σε ηλεκτρικό σπαστήρα (μίξερ, cremulator), θρυμματίζεται και μετατρέπεται σε σκόνη.

Ειδικότερα η αποτέφρωση διεξάγεται σε δύο φάσεις:

  • Στην πρώτη φάση ο νεκρός εισέρχεται σε κλίβανο και μετά την καύση του σώματός του δεν απομένει η τέφρα, αλλά ο ανθρώπινος σκελετός. Ό,τι δηλαδή θα απέμενε και μετά την ταφή στο κοιμητήριο. Ενίοτε, κατά την διάρκεια της καύσης, ο υπάλληλος του αποτεφρωτηρίου ανοίγει τον κλίβανο και με σιδερένια εργαλεία σπάει τα οστά του νεκρού σε μικρότερα τμήματα.
  • Στη δεύτερη φάση συλλέγονται τα οστά από τον κλίβανο και ρίχνονται σε μίξερ (σπαστήρα οστών, cremulator). Το μίξερ κονιορτοποιεί τον σκελετό και τον μετατρέπει σε σκόνη. Η σκόνη συλλέγεται σε δοχείο («τεφροδόχο») και παραδίδεται στους οικείους του νεκρού.

Επομένως, όταν σήμερα γίνεται λόγος για «αποτέφρωση», δεν κυριολεκτείται ο όρος. Ούτε οι συγγενείς παραλαμβάνουν την «τέφρα» του νεκρού από το αποτεφρωτήριο. Αυτό που παραλαμβάνουν δεν είναι το προϊόν της καύσης (τέφρα, στάχτη), αλλά η σκόνη (τρίμματα) από τα οστά, τα οποία ρίχθηκαν σε σπαστήρα οστών (μίξερ) μετά την καύση.

Από την άποψη αυτή, η σύγχρονη «αποτέφρωση νεκρών» δεν διαφέρει πολύ από την «ανακύκλωση απορριμμάτων». Είναι σαφές ότι, τουλάχιστον για το ήθος της Εκκλησίας, αυτή η διαδικασία μηχανικού αφανισμού του σώματος δεν τιμά τον νεκρό. Η Εκκλησία αρνείται ότι είναι αξιοπρεπές για τον κεκοιμημένο άνθρωπο να καεί σε κλίβανο και να θρυμματισθεί σε μίξερ.

Σε ό,τι αφορά στη διαχείριση της «τέφρας», η νομοθεσία (νόμος 4368/2016 άρ­θρο 92, ΦΕΚ Α΄ 21/2016) την υποβιβάζει στην κατηγορία των ιδιωτικών απορριμμάτων. Η μετέπειτα τύχη της «τέφρας» αποτελεί ιδιωτική υπόθεση των συγγενών, χωρίς κρατικό έλεγχο προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας (π.χ. τροφικής αλυσίδας).

Επιτρέπεται στους συγγενείς (εάν θέλουν να αποφύγουν τα έξοδα φύλαξης της τεφροδόχου σε κοιμητήριο ή αποτεφρωτήριο) να σκορπίσουν την «τέφρα», είτε ελεύθερα στην θάλασσα είτε σε περιοχή εκτός σχεδίου πόλης (αδιάφορο αν είναι κατοικημένη ή καλλιεργούμενη), είτε να ρίξουν την τεφροδόχο στη θάλασσα, υπό τον όρο ότι το σκεύος μπορεί να διαλυθεί στο νερό.

Δεν προβλέπεται κανένας έλεγχος από κρατική ή δημοτική υπηρεσία προς διασφάλιση της δημόσιας υγείας και απόκειται στη νομιμοφροσύνη και ευαισθησία των συγγενών, εάν και πώς θα τηρήσουν τις παραπάνω επιλογές του νόμου. Πρακτικά, δηλαδή, μετά την παράδοση της τεφροδόχου στην οικογένεια του νεκρού, η τύχη της αγνοείται από το κράτος.

Οι υπέρμαχοι της καύσης

Από τους υπερασπιστές της καύσης γίνεται επίκληση «τεχνικών» λόγων (χωροταξικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών), οι οποίοι, τουλάχιστον μέσα από μια θεολογική θεώρηση των πραγμάτων, δεν μπορούν να αποτελέσουν για τα μέλη της Εκκλησίας επαρκείς λόγους για τη βίαιη καταστροφή του ανθρώπινου σώματος. Εξάλλου, κράτη με πολυπληθέστερα αστικά κέντρα, όπου οι κάτοικοί τους ακολουθούν την παράδοση της ταφής (π.χ. μουσουλμάνοι), έχουν βρει λύσεις στα παραπάνω ζητήματα.

Ακόμη, διατυπώνεται η άποψη, ότι καθένας πρέπει να έχει ελευθερία επιλογής ανάμεσα στην ταφή ή την καύση. Η Εκκλησία ως κοινότητα, που είναι κατ’ εξοχήν χώρος ελευθερίας, δεν καταναγκάζει κανέναν άνθρωπο να τηρεί τις παραδόσεις της. Έχει όμως το δικαίωμα να θεωρήσει την καύση ως μεταχείριση αντίθετη προς τις αρχές, την παράδοση και τα έθιμά της και να αποφανθεί ότι όποιος επιλέξει την καύση αυτονομείται, αφού διαφοροποιείται από βασικές διδασκαλίες και τον τρόπο της ζωής της. Προφανώς, όσοι δεν θέλουν να ακολουθήσουν την παράδοση της Εκκλησίας, έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν την αποτέφρωση, οπότε δεν θα τύχουν Εξοδίου Ακολουθίας (κηδείας) από την Εκκλησία. 

Προβάλλεται και το επιχείρημα, ότι η Εκκλησία απορρίπτει την καύση και προτιμά την ταφή για ιδιοτελείς λόγους. Όμως πρώτον, οι Δήμοι είναι που λειτουργούν τα κοιμητήρια και εισπράττουν τα τέλη από τους τάφους και τα οστεοφυλάκια. Δεύτερον, εάν η Εκκλησία έθετε ως προτεραιότητα οποιοδήποτε οικονομικό όφελος, θα έπραττε το αντίθετο και θα προέτρεπε τους ορθόδοξους κληρικούς να ψάλουν τη Νεκρώσιμο Ακολουθία και για όσους αποτεφρώνονται.

Επιπλέον υποστηρίζεται ότι η σύγχρονη αποτέφρωση είναι περισσότερο «αξιοπρεπής» για το ανθρώπινο σώμα από την ταφή. Προς τον σκοπό αυτό γίνεται σύγκριση της σύγχρονης αποτέφρωσης όχι με την ταφή καθ' εαυτήν ως νεκρικό έθιμο, αλλά με τα κακώς κείμενα, τα φαινόμενα εκμετάλλευσης ή την απαξιωτική μεταχείριση σε διάφορα δημοτικά κοιμητήρια (π.χ. κορεσμένα κοιμητήρια, υψηλά δημοτικά τέλη, εκταφές με τρόπο που δεν τιμά τον νεκρό). Αυτή όμως δεν είναι ορθή βάση σύγκρισης. Η απάντηση στο επιχείρημα αυτό θα πρέπει να είναι η απαίτηση των πολιτών να βελτιωθούν οι συνθήκες στα δημοτικά κοιμητήρια, να ιδρυθούν νέα κοιμητήρια, να υπάρχει τιμητική, αξιοπρεπής και ανθρώπινη μεταχείριση των νεκρών και των συγγενών τους από τις αρμόδιες δημοτικές υπηρεσίες και όχι η αποτέφρωση. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό, όσοι δεν θέλουν να ακολουθήσουν την παράδοση της Εκκλησίας, να έχουν πλήρη ενημέρωση για το περιεχόμενο της αποτέφρωσης, ώστε να κρίνουν εάν πράγματι είναι τιμητική για το ανθρώπινο σώμα, πριν προβούν στην επιλογή αυτή.

Η καύση των νεκρών στην αρχαιότητα

Προβάλλεται ότι η αποτέφρωση, όπως γίνεται σήμερα, ανήκει δήθεν στην αρχαία ελληνική παράδοση, γιατί σε πολλές πόλεις οι αρχαίοι Έλληνες έκαιγαν τα σώματα των νεκρών. Όμως, στις αρχαίες πόλεις - κράτη συνηθιζόταν είτε η ταφή είτε η καύση των νεκρών σωμάτων και ακολούθως η ταφή των οστών που απέμεναν από την πυρά. Δηλαδή, ακόμα και στην περίπτωση της καύσης στην αρχαία Ελλάδα, ακολουθούσε πάντοτε η ταφή του σκελετού και οι ταφικές τιμές προς τον νεκρό. Μέχρι σήμερα η αρχαιολογική σκαπάνη βρίσκει ταφές με σκελετούς ή με καμένα οστά (λ.χ. τοποθετημένα σε νεκρικές λάρνακες ή αγγεία) μαζί με σημαντικά κτερίσματα, που συνόδευαν τον νεκρό, δείγμα της θρησκευτικότητας και του σεβασμού των αρχαίων Ελλήνων στους νεκρούς τους. Αυτή είναι η πολιτιστική παράδοση της χώρας μας. Η σύγχρονη αποτέφρωση δεν έχει καμία σχέση με την καύση των νεκρών στην αρχαία Ελλάδα.

Εκκλησία της Ελλάδοςκαύσηαποτέφρωση