Εκκλησία|13.02.2020 18:50

Ο χαρισματικός Γέροντας Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης-Έτοιμη η Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη αγιοκατάταξής του

Μαρίνα Ζιώζιου

Την Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019 το Οικουμενικό Πατριαρχείο ενέγραψε τον Γέροντα Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επιπρόσθετα, το Φανάρι αγιοκατέταξε και τον αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο Σαχάρωφ, καθηγούμενο και κτήτορα της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ.

Το ethnos.gr παρουσιάζει για πρώτη φορά την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη αγιοκατάταξης του Γέροντα Ιερωνύμου Σιμωνοπετρίτη. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με την ευαισθησία, την εκτίμηση και την βαθιά του ευλάβεια προς τον αγιορείτικο μοναχισμό προέβη στις συγκεκριμένες αγιοκατατάξεις, ενώ έπονται άλλες δύο, όπως ο ίδιος προανήγγειλε κατά την επίσκεψή του στο Άγιον Όρος, του Ιωσήφ Ησυχαστού και του Εφραίμ Κατουνακιώτου.

«Άνευ του αγειορίτικου μοναχισμού η Μητέρα Εκκλησία θα ήταν φτωχοτέρα στην εμπειρία της κατά Χριστόν βιοτής. Η αγιότητα είναι η πεμπτουσία αυτού του τόπου και οι Άγιοι μας είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει η Εκκλησία» είχε πει συγκινημένος ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας.

Ο χαρισματικός Γέροντας

Ο Άγιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, διετέλεσε ηγούμενος της Μονής Σίμωνος Πέτρας και οικονόμος και πνευματικός του Μετοχίου Αναλήψεως Βύρωνος Αττικής. Όπως έχει γράψει ο μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος, «είναι ένα πρόσωπο στο οποίο συνυπήρχαν πολλές και σπάνιες αρετές με μοναδικές ικανότητες και χαρίσματα. Γόνος της αγιοτόκου Μικράς Ασίας, φυτεύθηκε στο περιβόλι της Παναγίας και της αγιότητος και έδωσε τα άνθη των αρετών και τους καρπούς της αγιωσύνης του στο Μετόχι της Αναλήψεως».

Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος, ηγούμενος της Μονής Σιμωνόπετρας (1871-1957)

Ο πατήρ Ιερώνυμος, κατά κόσμον Ιωάννης Διακογιώργης, γεννήθηκε το 1871, στο Ρεΐζ-Δερέ της Μικράς Ασίας. Στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους προσήλθε στις 28 Οκτωβρίου 1888 και εκάρη μοναχός στις 21 Μαρτίου 1893, Κυριακή των Βαΐων. Τον Φεβρουάριο του 1914 γίνεται προϊστάμενος, στις 11 Απριλίου 1920 χειροτονείται διάκονος, στις 12 Απριλίου του ιδίου έτους πρεσβύτερος και στις 20 Απριλίου 1920, Κυριακή των Μυροφόρων, ενθρονίζεται ηγούμενος της μετανοίας του.

Στις 15 Ιουνίου 1931 εξορίζεται στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου και σε τρεις μήνες αποστέλλεται στην Ανάληψη Αθηνών. Το έτος 1937 του προτείνεται η επιστροφή στον ηγουμενικό θρόνο της Μονής, αλλά διακριτικά αυτός το αρνείται και σε είκοσι χρόνια, στις 7 Ιανουαρίου 1957 (ανήμερα των Χριστουγέννων με το παλαιό ημερολόγιο), αφήνει την τελευταία του πνοή σ’ αυτόν τον κόσμο.

Έζησε 17 χρόνια στην πατρίδα του, την Μικρά Ασία, 43 χρόνια στην Μονή της μετανοίας του, την Σιμωνόπετρα, και 26 χρόνια στην λυχνία του, την Ανάληψη.

«Οι ρίζες του π. Ιερωνύμου ήταν Μικρασιατικές. Μεγάλωσε συντροφιά με την βαθιά πίστη και ευλάβεια των γονέων του, την ζωή της Εκκλησίας, τους αγίους, τα ζωντανά σημεία και θαύματα του Θεού, αλλά και την φτώχεια, τις ασθένειες, τις κακουχίες» γράφει ο μητροπολίτης Μεσογαίας.

Δώδεκα μόλις ετών πηγαίνει στη Χίο και παίρνει την ευχή και τη γεύση της προόρασης του οσίου Παρθενίου της Χίου (1815-1883), ενώ από την ηλικία των επτά ετών γνώριζε απ’ έξω τους Χαιρετισμούς. «Σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών, έχοντας ξεκάθαρα αισθανθεί την κλήση του, κάνει το μεγάλο βήμα της αυτοεξορίας και αποταγής του. Εγκαταλείπει την ευλογημένη πατρίδα και οικογένειά του και πολιτογραφείται στην κοινωνία των μοναχών».

Η Μονή που τον φιλοξενεί είναι η μονή των συμπατριωτών του από τα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας, η Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας. «Στην Σιμωνόπετρα θα μείνει συνολικά 43 χρόνια κάνοντας όλα τα διακονήματα, από αυτό του κελλάρη και του κονακτσή μέχρι και του ηγουμένου, και καλλιεργώντας σε μέγιστο βαθμό όλες τις αρετές από την υπομονή, την ταπείνωση και υπακοή, την αφάνεια και την σιωπή μέχρι την ανυποχώρητη άσκηση και εγκράτεια, την αδιάλειπτη προσευχή, την ανεξικακία, την απαντοχή στις συκοφαντίες, την φιλοπτωχεία και αφιλοχρηματία», όπως γράφει ο κ. Νικόλαος.

Η συνύπαρξη πολλών και σπανίων αρετών με μοναδικές ικανότητες και χαρίσματα, όπως ήταν φυσικό, τον ξεχώρισαν μέσα στην αδελφότητα. Σύμφωνα με τον μητροπολίτη Μεσογαίας, η ακτινοβολία του είχε αρχίσει να γίνεται παναγιορειτική και σιγά σιγά πανελλαδική, η δε αναγνώρισή του σχεδόν καθολική.

Για τον λόγο αυτόν, όταν ο τότε καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας και γέροντάς του Ιωαννίκιος, ύστερα από βαριά ασθένεια εγκατέλειπε αυτόν τον κόσμο, ομόφωνη ήταν η απόφαση των πατέρων της Μονής, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του μακαριστού γέροντος, την σοφή υπόδειξη του λογίου μοναχού Δανιήλ του Κατουνακιώτου αλλά και το κοινό αισθητήριο των αγιορειτών πατέρων, ο π. Ιερώνυμος να εκλεγεί διάδοχός του.

«Ενώ τον παρακαλούσαν να χειροτονηθεί αυτός δίσταζε να συναινέσει. Ήλθε λοιπόν η ώρα και υποχρεώνεται πλέον σε χειροτονία. Στις 11 Απριλίου του 1920, χειροτονείται διάκονος και την επομένη πρεσβύτερος και χειροθετείται αρχιμανδρίτης και πνευματικός από τον Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο. Λίγους μήνες μετά την εκλογή του, εξέρχεται από την Μονή και επισκέπτεται την Αθήνα, όπου ως ηγούμενος πλέον λειτουργεί για πρώτη φορά στο αγαπημένο του μετόχι, την Ανάληψη».

Η εξορία

Το 1924 γίνεται η ημερολογιακή μεταρρύθμιση και στην εορτή του Ευαγγελισμού λειτουργεί για πρώτη φορά με το νέο ημερολόγιο στο Μετόχι της Αναλήψεως. «Αυτό γεννά έντονη αντίδραση στην Μονή, ώστε, όταν επιστρέφει, να του απαγορευθεί από μια ομάδα μοναχών η είσοδος στον ναό για έξι μήνες. Αυτός ήρεμα υπομένει χωρίς να υποχωρεί στις θέσεις του, μια και πιστεύει ότι το θέμα προκαλείται από κάποιους ‘’οίτινες εκ δοκησισοφίας παραπλανηθέντες και αδιακρίτως εμόμένουν μετά πεισμονής εν οίς ουκ έόδει και νομίζοντες ότι έχουν το δικαίωμα να κρίνωσι και να επικρίνωσι…’’» γράφει ο μητροπολίτης.

Με απόφαση της Ιεράς Κοινότητος, στα τέλη του Ιουνίου του 1931, εξορίζεται για έξι μήνες στην Ι. Μονή Κουτλουμουσίου. Οι πατέρες της Μονής του συμπεριφέρονται με απεριόριστη αγάπη και τον αναγνωρίζουν ως άγιο. Εκείνος ομολογεί πως υποφέρει για τις αμαρτίες του.

Η Ιερά Κοινότητα εμμέσως αναγνωρίζοντας την αθωότητά του διακόπτει την εξορία του και στους τέσσερις μήνες τον αποστέλλει στην Ανάληψη «ως πεπειραμένον πνευματικόν ίνα διά του καλού αυτού παραδείγματος πολλάς ψυχάς παραστήση τω Χριστώ σεσωσμένας».

Εκεί πλέον ζει για 26 ολόκληρα χρόνια, από 60 μέχρι 86 ετών, ως αγιορείτης εκτός Αγίου Όρους, χωρίς ποτέ ξανά να επιστρέψει σε αυτό. Κάνει τον τόπο της εξορίας του χώρο της διακονίας του και μεταφέρει το γνήσιο Άγιον Όρος στον λόφο της Αναλήψεως, γίνεται ο ίδιος όρος άγιο στο οποίο οι άλλοι προσέρχονται.

Οικουμενικό ΠατριαρχείοΆγιο ΌροςΓέροντας Ιερώνυμος ΣιμωνοπετρίτηςΜητροπολίτης ΜεσογαίαςΟικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος