Ελλάδα|16.01.2019 13:25

Η εθνική ταπείνωση στην πλατεία Συντάγματος

Γεώργιος Σαρρής

Ένα άγνωστο ντροπιαστικό περιστατικό, από εκείνα που µας κάνουν να αντιλαµβανόµαστε το µέγεθος της ελληνικής δουλοπρέπειας προς τις Μεγάλες ∆υνάµεις, συνέβη τέτοιες ηµέρες πριν από 133 χρόνια στην καρδιά της Αθήνας, συντελώντας στην πτώση της κυβέρνησης Το άγνωστο πρωτοφανές επεισόδιο µε πρωταγωνιστή τον Βρετανό επιτετραµµένο στην Αθήνα Αρθουρ Νίκολσον, που συντέλεσε στην πτώση της κυβέρνησης του Χαρίλαου Τρικούπη.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ του τότε µεταρρυθµιστή πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη, ενός εκ των µεγαλύτερων κατά τα άλλα εγχώριων πολιτικών του 19ου αιώνα. Πρωταγωνιστές της ιστορίας που διαδραµατίστηκε τον µακρινό Ιανουάριο του 1885 ήταν ένας νεαρός Βρετανός επιτετραµµένος που θέλησε να ανέβει µε τη γυναίκα του στον Λυκαβηττό, και ένας τραχύς χωροφύλακας που δεν τον αναγνώρισε και τον εµπόδισε να συνεχίσει τη βόλτα του. Τα όσα ταπεινωτικά για τη χώρα µας ακολούθησαν µπορεί να φαντάζουν απίστευτα, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινά. Ο αγγλόφιλος Τρικούπης, για να µη χαλάσει το χατίρι ενός ξένου διπλωµάτη, επωµίστηκε το πολιτικό κόστος, εκτέθηκε στη χλεύη του λαού και του Τύπου της εποχής κηλιδώνοντας τη δηµόσια εικόνα του. Προείχε η ικανοποίηση των απαιτήσεων του εκπροσώπου της Γηραιάς Αλβιώνος. Στις σελίδες που ακολουθούν θα εξετάσουµε ενδελεχώς το περιστατικό µε κάθε λεπτοµέρεια, έχοντας ως οδηγό δηµοσιεύµατα της εποχής, πρακτικά της Βουλής και πλειάδα βιβλιογραφικών αναφορών. Οσο κι αν φαίνεται παράδοξο, όλα ξεκίνησαν από µια αναδάσωση

Ο ραβδισµός, το µπουντρούµι και η δηµόσια συγνώµη της Χωροφυλακής

Το πρωί της 16ης Ιανουαρίου του µακρινού 1885 (µε το νέο ηµερολόγιο), ο καιρός ήταν εξαιρετικός στην Αθήνα των µόλις 60.000 κατοίκων. Ο ήλιος ζέσταινε τις κεραµοσκεπές και ο 36χρονος Αγγλος επιτετραµµένος στην ελληνική πρωτεύουσα Αρθουρ Νίκολσον προτείνει στη σύζυγό του Κάθριλ Χέµιλτον να βγουν να περπατήσουν, κάνοντας µια βόλτα στον κοντινό Λυκαβηττό. Για κακή τους τύχη όµως, εκείνη την περίοδο ο ∆ήµος Αθηναίων είχε ξεκινήσει να φυτεύει τον λόφο µε πεύκα, οπότε ορισµένα σηµεία φυλάσσονταν για να µην πατηθούν όπως είχε συµβεί παλαιότερα.

Ανάµεσα στους χωροφύλακες που είχαν διασπαρεί στον χώρο προκειµένου να ελέγχουν ώστε να µην πλησιάσει κανείς στα φρεσκοφυτεµένα δέντρα ήταν και ένας αψύς ένστολος, ονόµατι Γιώργος (κατ’ άλλες πηγές Λουκάς) Καλπούζος. Μόλις αντικρίζει το ζεύγος να κινείται κοντά στην απαγορευµένη ζώνη της περιοχής Πευκάκια, τους φωνάζει µε πολύ απότοµο ύφος να σταµατήσουν. Ο αλλοδαπός διπλωµάτης καριέρας µε σπαστά ελληνικά προσπαθεί να δηλώσει την ιδιότητά του και εν συνεχεία ζητάει στα αγγλικά να συνεχίσει το περπάτηµα µε προσοχή, στα κοντινά µονοπατάκια. Ο ενωµοτάρχης, που σύµφωνα µε µαρτυρίες παρουσίαζε διαταραχές στην προσωπικότητά του, δεν καταλάβαινε ούτε λέξη από όσα του έλεγε ο «εισβολέας» και βλέποντας ότι το ζευγάρι δεν ακολουθεί τις εντολές του γίνεται περισσότερο επιθετικός. Τραβάει από το µανίκι τον διπλωµάτη και µε το λεπτό ραβδί που κρατούσε τον χτυπάει στον ώµο.

Ακολούθως αρχίζει να τους πετάει πέτρες µέχρι να χαθούν από το οπτικό του πεδίο. Το µέλος της βρετανικής ελίτ αποχωρεί οργισµένο και παρακάµπτοντας κάθε έννοια πρωτοκόλλου, αντί να παραπονεθεί στο υπουργείο Εξωτερικών, ως είθισται σε ανάλογες περιπτώσεις, πηγαίνει να βρει απευθείας τον τότε 53χρονο πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη. «Απαιτώ την απόλυση του συγκεκριµένου χωροφύλακα» ξεκαθαρίζει το µέλος της βρετανικής ελίτ, µε τον Μεσολογγίτη πρωθυπουργό να εκφράζει τη λύπη του για το περιστατικό και να διαβεβαιώνει τον απρόσκλητο επισκέπτη ότι θα ικανοποιήσει άµεσα την επιθυµία του.

Την επόµενη µέρα, ο διοικητής της Χωροφυλακής και ο υπασπιστής του βασιλιά Γεωργίου Α’ επισκέπτονται τον Βρετανό διπλωµάτη προκειµένου να του ζητήσουν και αυτοί από την πλευρά τους προσωπικά συγνώµη για ό,τι είχε συµβεί, αλλά και για να του ανακοινώσουν ότι ο σκληροτράχηλος δράστης εντοπίστηκε, αποτάχθηκε από το Σώµα και του επιβλήθηκε δίµηνη φυλάκιση στα µπουντρούµια του Παλαµηδίου χωρίς να µεσολαβήσει δίκη! Η δε ηµερήσια διαταγή της απόλυσης Καλπούζου θα διαβαζόταν σε συγκέντρωση του προσωπικού της Χωροφυλακής και θα δηµοσιευόταν στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως. Προς στιγµήν το περιστατικό φαινόταν να βαίνει προς εκτόνωση, αφού ο Νίκολσον θεωρούσε προφανώς τον εαυτό του δικαιωµένο.

Οταν όµως πήρε στα χέρια την ηµερήσια διαταγή της απόλυσης που είχε υπογράψει ο ίδιος ο Τρικούπης, µε την ιδιότητα (και) του υπουργού Στρατιωτικών, εξεµάνη καθώς διαπίστωσε ότι γινόταν αναφορά και σε δικές του ευθύνες, επειδή πήγε να προσεγγίσει χώρο που απαγορευόταν. Φορτισµένος και µε αλαζονικό ύφος, αποφασίζει να ξαναπάρει την κατάσταση στα χέρια του. Με την παρότρυνση φίλων του διπλωµατών που ζούσαν επίσης στην Αθήνα, όπως του πρεσβευτή της νεοσύστατης Γερµανίας χερ Μπρίνκεν, απαιτεί πλέον δηµόσια συγνώµη από το... σύνολο του Βασιλικού Σώµατος Χωροφυλακής, που έχει ιδρυθεί µόλις πριν από λίγα χρόνια και αριθµούσε κάτι λιγότερο από 400 άνδρες.

Ειδάλλως απειλεί ότι θα ζητήσει από τη χώρα του να ασχοληθεί περισσότερο δυναµικά µε το ζήτηµα – αν και από τη σωζόµενη αλληλογραφία του Foreign Office δεν προκύπτει ότι είχε γίνει καν νύξη για κάτι τέτοιο. Και αυτήν τη φορά ο αγγλόφιλος πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης, που δεν θέλει να διαταράξει τις σχέσεις του µε τη Γηραιά Αλβιώνα που έχει αναλάβει την περαίωση ενός σηµαντικού µέρους των µεγάλων δηµοσίων έργων και έχει δανείσει πολλάκις το ελληνικό κράτος, αποφασίζει να µην του χαλάσει χατίρι, προβαίνοντας δυστυχώς σε µια άκρως ταπεινω

«Λίγοι στίχοι µε µανία, στη Μεγάλη Βρεττανία»

Με το πρωτόγνωρο περιστατικό ασχολήθηκε εκτενώς εκείνη την εποχή ο Γεώργιος Σουρής, ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας που εξέδιδε την έµµετρη εβδοµαδιαία εφηµερίδα «Ρωµηός» και φρόντισε να σχολιάζει την επικαιρότητα µε πρωτότυπα οµοιοκατάληκτα στιχάκια. Ενα από αυτά έφερε τον τίτλο «Λίγοι στίχοι µε µανία, στη Μεγάλη Βρεττανία» και δηµοσιεύτηκε στις 12 Ιανουαρίου 1885 (µε το παλιό ηµερολόγιο). Μεταξύ άλλων έγραφε: «[...] Βρέθηκ’ ένας µόνος στρατιώτης κακοµοίρης, άθλιος, καθώς τον είπαν, ίσως και φρουρός του νόµου, και του φάνηκε πως πρέπει εν ανάγκη και ξιφήρης να σταθεί να εµποδίσει στην διάβασιν του δρόµου, γιατί τόλµησε ακόµη, δίχως διόλου να τον ξέρει, και στον Νίκολσον τον Αγγλον δυο σβερκιαίς να καταφέρει».

Ο σαρκαστικός ποιητής διηγήθηκε µε τον δικό του τρόπο ολόκληρο το περιστατικό µέσα από έναν έµµετρο διάλογο δύο φανταστικών ηρώων, του Φασουλή και του Περικλέτου, θεωρώντας ότι ο Βρετανός διπλωµάτης ήταν αυτός που πρώτος γρονθοκόπησε τον χωροφύλακα. Αναφέρει µεταξύ άλλων:

–Ποιος είν’ αυτός ο Νίκολσον, βρε Φασουλή, τον ξέρεις;

–Εις το Θεό σου Περικλή, µη µου τον αναφέρεις. Ακούς εκεί! πώς γύριζε τάχα µε µιαν Αγγλίδα…

–Και πού την ηύρε, βρε, αυτή την άσπλαχνη;

–Ουκ οίδα. Και δήθεν πως επήγαιναν περίπατο κι οι δύο,

και δήθεν ότι έκανε πολύ σπουδαίο κρύο, και δήθεν πως ευρέθηκαν κι οι δύο στα Πευκάκια,

και ο Καρπούζης, φίλε µου, δίχως θυµό και κάκια

«Τις ει; τους λέει, κύριοι; Βεριγουέλ τού λένε, (κι έπειτα σκούζουν, Περικλή, οι Ελληνες πως φταίνε)

«Τις ει; τους λέει, κύριοι; Σπικ ίγγλις; του φωνάζουν, και δίχως λόγο κι αφορµή τον αγριοκοιτάζουν.

«Τις ει; τους λέει, κύριοι, και τέτοια δεν τα νοιώθω».

«Γκόντεµ αυτός του απαντά, και τούδειξε το γρόθο.

«Κατά τον περί φυτειών και πευκακίων νόµον, τους απαντά µ’ ευγένειαν, αλλάξετε το δρόµον».

Αυτοί ολίγον προχωρούν, ο χωροφύλαξ στέκει, και όπως πέφτει, Περικλή, φρικτό αστροπελέκι,

του δίνει µια, του δίνει δυο, του δίνει τρεις και δέκα… σκούζει ο Αγγλος δυνατά, σκούζει και η γυναίκα.

Ο Αγγλος λέγει: Νίκολσον και Αγγλική πρεσβεία, και αντιτάσσει, Περικλή, τη βία εις τη βία.

Ο Λυκαβηττός, που κατά την ακριβή απόδοση του όρου είναι βουνό και όχι λόφος, αφού το ύψος των 277 µέτρων που διαθέτει τον κατατάσσει σε αυτή την κατηγορία (καθότι λόφος είναι η έξαρση του εδάφους µέχρι το ύψος των 200 µέτρων), επιχειρήθηκε κι άλλες φορές να αναδασωθεί στο παρελθόν, αλλά καταγράφηκαν έντονες αντιδράσεις από τους πάσης φύσεως συµφεροντολόγους που προσκόµιζαν χαρτιά ότι ένα τµήµα τούς ανήκε από την περίοδο της Τουρκοκρατίας ή από τσοπάνηδες που ήθελαν να πηγαίνουν εκεί τα πρόβατα να βοσκήσουν. Υπήρξε µέχρι και Αυστριακός πρόξενος που προσκόµισε τίτλους ιδιοκτησίας τόσο για τµήµα του Λυκαβηττού όσο και για ολόκληρη την Πνύκα!

Οταν το 1807 ο Αγγλος περιηγητής Τζον Γκολτ επισκέφθηκε την Ελλάδα και επέπληξε τους κτηνοτρόφους της Αττικής που έκαιγαν τα δάση της, έλαβε την αποστοµωτική απάντηση ότι «καίµε τα δάση για να κάψουµε τους λύκους που τρώνε τα κοπάδια µας». Χαρακτηριστική είναι επίσης η περίπτωση ενός κτηνοτρόφου ονόµατι Γεραµάνη που θεωρούσε ότι η περιοχή µεταξύ Λυκαβηττού και Τουρκοβουνίων είναι προσωπικό του λιβάδι, µε αποτέλεσµα για ένα χρονικό διάστηµα να µην αφήνει κανέναν να την προσεγγίσει. Οταν επιχειρήθηκε για πρώτη φορά η αναδάσωση του Λυκαβηττού, ο εν λόγω κτηνοτρόφος κατέστρεψε όλα τα δενδρύλλια που φυτεύτηκαν. Προκειµένου να αποτραπούν ανάλογα περιστατικά στο µέλλον, καθιερώθηκε βάσει νόµου του 1877 η φύλαξη των αναδασωτέων εκτάσεων από τη Χωροφυλακή. Ετσι δικαιολογείται επίσης και η ανάθεση της φρούρησης σε ένστολους σαν τον απότοµο σε τρόπους Γιώργο Καλπούζο. Μόνο τέτοιοι άτεγκτοι άνθρωποι µε υπερβάλλοντα ζήλο µπορούσαν να αντιµετωπίσουν τύπους σαν τον Γεραµάνη.

Οι δικαιολογίες Τρικούπη στη Βουλή

Ο κατά τα άλλα χαρισµατικός πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης προσήλθε στις 11 Ιανουαρίου 1885 (24/1 µε το νέο ηµερολόγιο) στην αίθουσα της Ολοµέλειας του Κοινοβουλίου (στον χώρο που βρίσκεται σήµερα η Παλαιά Βουλή) προκειµένου να εξηγήσει για ποιο λόγο τον επισκέφθηκε ο Βρετανός διπλωµάτης στο γραφείο του µετά την ατυχή βόλτα στον Λυκαβηττό. «Ο κύριος επιτετραµµένος, είπε επί λέξει σύµφωνα µε τα πρακτικά, ήλθε τεταραγµένος και µοι διηγήθη το γεγονός. Ευθύς εξέφρασα την βαθείαν θλίψιν µου επί τω συµβάντι και την προθυµίαν της κυβερνήσεως όπως πράξει παν το εφ’ εαυτήν, ίνα ικανοποιήση την Αγγλικήν κυβέρνησιν επί της εις τον αντιπρόσωπον αυτής γενοµένης προσβολής.

Ο δ’ επιτετραµµένος µοι είπεν ότι δεν επεθύµει η υπόθεσις αύτη να λάβη διαστάσεις. ∆εν επεθύµει να γίνει πάταγος περί αυτής, ηρκείτο εις την παραδειγµατικήν τιµωρίαν του ενόχου». Πράγµατι, αρχικά, όπως είδαµε, ο Νίκολσον ζήτησε µόνο την παραδειγµατική τιµωρία του Καλπούζου. Τα όσα ακολούθησαν όµως µε την παρουσίαση όπλων της Βασιλικής Χωροφυλακής µπροστά στον διπλωµάτη και την «αποζηµίωση σηµαίας» δεν ήταν σε θέση να τα δικαιολογήσει ενώπιον της Βουλής ούτε ο ίδιος ο Τρικούπης, που αναγκάστηκε να κάνει λόγο για «υπερβολική ικανοποίηση» προς τον αιτούντα. Ζήτησε µάλιστα να σταµατήσει εκεί η συζήτηση γιατί εάν συνεχιζόταν θα έβλαπτε τα εθνικά µας συµφέροντα.●

ΑναδρομέςΧαρίλαος Τρικούπης