Ελλάδα|24.11.2022 09:37

Αντιπρόεδρος ορφανοτροφείου «Μέλισσα»: Ανεπαρκείς και πλημμελείς οι έλεγχοι της Πολιτείας στις κοινωνικές δομές

Ρωμανός Κοντογιαννίδης

Ανεπαρκείς, πλημμελείς και τυπικοί, χωρίς ουσιαστικά να διαπιστώνεται η συμπεριφορά των εργαζομένων προς τους τροφίμους, είναι οι έλεγχοι των κοινωνικών υπηρεσιών της Πολιτείας προς τις δομές που φιλοξενούν, περιθάλπουν και στηρίζουν ευάλωτους ανθρώπους.

Αυτό τόνισε στο ethnos.gr η ομότιμη καθηγήτρια Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Ορφανοτροφείου Θηλέων Θεσσαλονίκης «Η Μέλισσα», Θεοφανώ Παπαζήση, σημειώνοντας ότι ουσιαστικά σήμερα η σωστή λειτουργία των κοινωνικών δομών λίγο-πολύ επαφίεται στην καλή διάθεση και στις γνώσεις αυτών που τη διοικούν.

Όπως λέει, υπάλληλοι κοινωνικών υπηρεσιών της Πολιτείας επισκέπτονται τις δομές συνήθως μία φορά το χρόνο και ελέγχουν τις εγκαταστάσεις των ιδρυμάτων και την τροφοδοσία των τροφίμων. Ωστόσο, δεν ελέγχουν τις συμπεριφορές των εργαζομένων στις δομές προς τους τροφίμους, κάτι που είναι πολύ σημαντικό, ιδίως αν φιλοξενούνται ανήλικοι.

«Όταν αναλαμβάνει ή ανοίγει κάποιος μία δομή, θα πρέπει να γνωρίζει, τι οφείλει να κάνει. Τα παιδιά θέλουν να αισθάνονται ότι κάποιος τα νοιάζεται και τα φροντίζει. Οι εργαζόμενοι στις κοινωνικές δομές θα πρέπει να εκπαιδεύονται από ειδικούς. Υπάρχουν νόμοι για τη λειτουργία των δομών, αλλά, δυστυχώς, οι έλεγχοι από την Πολιτεία είναι ανεπαρκείς και πλημμελείς και γίνονται τυπικά και όχι συστηματικά. Και οι δομές βάζουν κανόνες για τη λειτουργία τους, ωστόσο, αυτή λίγο-πολύ εξαρτάται και επαφίεται στην καλή διάθεση και τις γνώσεις των επικεφαλής», τονίζει στο ethnos.gr η κ. Παπαζήση.

Δε γίνονται έλεγχοι στις προβληματικές οικογένειες

Παράλληλα, η κ. Παπαζήση τονίζει ότι ουσιαστικά δεν ελέγχονται και δε στηρίζονται με ειδικούς από την Πολιτεία οι προβληματικές οικογένειες, πριν φτάσουν οι καταστάσεις σε αυτές στο απροχώρητο και τα παιδιά αναγκαστικά οδηγηθούν σε κάποιο ίδρυμα ή κοινωνική δομή.

«Οι κοινωνικές υπηρεσίες της Πολιτείας θα πρέπει να ελέγχουν και τις οικογένειες που έχουν προβλήματα, πριν φτάσει η κατάσταση στο… αμήν, πριν εκραγούν τα πράγματα και μετά τα παιδιά φτάσουν στις δομές. Όλα τα παιδιά δε χρειάζεται να μπουν στις δομές. Γι’ αυτό πρέπει να στηρίζονται οι οικογένειες και να συμβουλεύονται οι γονείς από ειδικούς για το γονεϊκό τους ρόλο. Έτσι, πολλά παιδιά δε θα χρειαστεί να απομακρυνθούν από το φυσικό τους περιβάλλον που είναι το σπίτι τους και η οικογένειά τους. Δυστυχώς, όμως, ούτε οι έλεγχοι στις οικογένειες που αντιμετωπίζουν προβλήματα γίνονται συστηματικά», υποστηρίζει η κ. Παπαθωμά.

Απαραίτητη η παρουσία ειδικών

Κατά την ίδια, είναι απαραίτητο οι κοινωνικές δομές να διαθέτουν ειδικούς (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κτλ.), ώστε να επιτυγχάνεται η κατάλληλη φροντίδα και η πνευματική ανάπτυξη των παιδιών.

«Όλα τα παιδιά που φιλοξενούνται στις δομές, δεν είναι αγγελούδια. Έχουν βιώσει πολύ δύσκολες καταστάσεις, έχουν χάσει δικούς τους ανθρώπους και ξαφνικά βρίσκονται σε ένα μαζικό χώρο. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα σοκ. Μπορεί να βγάλει το θυμό του προς το ίδρυμα και να εκφράσει διάφορες αντιρρήσεις. Εμείς γι’ αυτό είμαστε εκεί. Για να τα αντιμετωπίσουμε με ψυχραιμία και να τα συνδέσουμε με ειδικούς, ώστε να βγάλουν το πρόβλημά τους, τον καημό τους, το θυμό τους. Δεν μπορεί να ακολουθεί ο καθένας όποια παιδαγωγική μέθοδο νομίζει. Το ξύλο δε βγήκε από τον παράδεισο. Είναι σημαντικό, όταν τα παιδιά ενηλικιωθούν και φύγουν από μία δομή, να αισθάνονται όμορφα για τα χρόνια που πέρασαν σε αυτήν. Σε εμάς τηλεφωνούν γυναίκες με παιδιά, που στο παρελθόν βρέθηκαν στη δομή μας και ακόμα μας συμβουλεύονται», αναφέρει η ομότιμη καθηγήτρια Νομικής του ΑΠΘ και αντιπρόεδρος του ορφανοτροφείου «Η Μέλισσα».

Μιλούν πιο εύκολα εκτός δομής

Κατά την κ. Παπαζήση, όσο ένα παιδί φιλοξενείται σε μία κοινωνική δομή, δύσκολα μπορεί να μιλήσει, σε περίπτωση που έχει υποστεί οποιαδήποτε κακοποίηση.

«Παιδιά που έχουν κακοποιηθεί, μπορεί να μην μιλήσουν, μπορεί να υπερβάλλουν αλλά μπορεί να πουν και το σωστό. Αν κακοποιηθούν και βρίσκονται εντός δομής ακόμα, είναι δύσκολο να μιλήσουν γι’ αυτό που υπέστησαν. Όταν ενηλικιωθούν και φύγουν από τη δομή, μιλούν πιο εύκολα. Εντός δομής μπορεί να ντρέπονται να μιλήσουν, μπορεί να φοβούνται ή μπορεί να σκέφτονται ότι δε θα τους πάρει κάποιος στα σοβαρά. Δε λείπουν και οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες παιδιά, μετά από όσα βίωσαν, αυτοενοχοποιούνται ή σκέφτονται ‘’τα αφήνω όλα πίσω μου, να μην τους ξαναδώ ποτέ μου’’», σημειώνει η κ. Παπαζήση.   

κοινωνικές δομέςπαιδιάορφανοτροφείοοικογένειεςκαθηγήτρια