Ελλάδα|05.03.2019 08:20

Η τραγική ιστορία της 30χρονης πίσω από τον θάνατο του βρέφους στη Βάρκιζα

Σοφία Σπίγγου

Τα παιδικά της χρόνια, τις διαδοχικές απώλειες της ζωής της και τις ψυχολογικές διαταραχές της φέρεται να περιέγραψε κατά την απολογία της η 30χρονη μητέρα του άτυχου μωρού που απανθρακώθηκε μέσα στο διαμέρισμα της Βάρκιζας, λίγο πριν την προφυλάκισή της το απόγευμα. Στην απολογία της έκανε λόγο για «περίπλοκη και ταραχώδη ζωή», ενώ υποστήριξε ότι από την παιδική της ηλικίας υπήρξε «αντικείμενο χλευασμού στο σχολείο», καταλήγοντας ότι από παιδί βρισκόταν στο περιθώριο.

«Η μητέρα μου, εν μέσω των επίμονων παρακλήσεων και βλέποντας και ότι για εμένα το σχολείο ήταν ένα καθημερινό βασανιστήριο και μια πνευματική και κοινωνική κατάσταση που δεν μου ταίριαζε και στην οποία δεν μπορούσα να ανταποκριθώ, μου επέτρεψε να το σταματήσω, αφού ήδη είχα μείνει στην ίδια τάξη λόγω απουσιών, γεγονός που με ανακούφισε πολύ τότε» φέρεται να είπε στην ανακρίτρια η 30χρονη. Μάλιστα, επεσήμανε ότι έζησε σε ένα ιδιαίτερο οικογενειακό περιβάλλον, λέγοντας πως «η μητέρα μου, μου υπαγόρευε να παρουσιάζω τον εκάστοτε σύντροφό της που έμενε σπίτι μας ως «θείο» μου και έτσι εγώ στο δημοτικό, όταν έλεγα ότι παραδείγματος χάριν «εμένα θα έρθει να με πάρει ο θείος μου», εισέπραττα εμπαικτικά σχόλια όπως «ποιος από όλους τους θείους σου;» κλπ.».

Ένα ακόμη γεγονός που στιγμάτισε την 30χρονη ήταν ο θάνατος της γιαγιάς της και έπειτα της μητέρας της. «Όταν ήμουν περίπου 14 ετών πέθανε η γιαγιά μου η οποία νοσούσε για χρόνια. Το ίδιο διάστημα, παράλληλα, νοσούσε και η μητέρα μου από ασθένεια βασανιστική και οδυνηρή η οποία αμέσως μετά το θάνατο της γιαγιάς μου, την ισοπέδωσε πλήρως. Έζησα αργά, βαθιά και έντονα όλη την περίοδο της φυσικής της εξαθλίωσης μέχρι το θάνατο. Θυμάμαι να κοιμάμαι δίπλα της και να ξυπνάω συνέχεια μέσα στη νύχτα για να δω αν αναπνέει ακόμα η έχει πεθάνει. Είμαι βέβαιη ότι η ίδια επέλεξε να χειροτερέψει, αισθάνομαι πάντα ότι αφού έχασε τη μητέρα της δεν την ενδιέφερε η δική μου τύχη γιατί σε καμία περίπτωση δεν αισθανόταν την ίδια αγάπη για εμένα, έτσι ήταν επιθυμία της να καταρρεύσει και να πεθάνει εγκαταλείποντάς με.».

Στην ηλικία των 17 ετών, η 30χρονη σήμερα γυναίκα έμεινε μόνη, ενώ όπως περιέγραψε στην ανακρίτρια, προσπάθησε δύο φορές να βάλει τέλος στη ζωή της. «Τότε την περίπτωση μου ανέλαβαν οι αρμόδιες αρχές και για ένα έτος περίπου, μέχρι την ενηλικίωση μου μεταφέρθηκα σε ορφανοτροφείο από όπου και αποχώρησα στην ηλικία των 18. Επειδή ούτε με σπουδές ασχολούμουν, ούτε ενδιαφέροντα, κοινωνικές σχέσεις, συγγενείς ή φίλους είχα, προσπάθησα να κάνω κάποιες περιστασιακές δουλειές, τις οποίες όμως δεν άντεχα, με έπιαναν κρίσεις πανικού και μετά από λίγες μέρες τις σταματούσα.».

Η ίδια χαρακτήρισε τον εαυτό της ως ένα κορίτσι, το οποίο είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εξωτερική του εμφάνιση και είχε αρχίσει να συνάπτει ερωτικές σχέσεις, στη διάρκεια των οποίων έπεφτε συχνά θύμα «σωματικής κακοποίησης, ενώ η λεκτική και ψυχολογική βία είχε μάλλον γίνει από νωρίς συνήθεια, δομικό, σχεδόν, στοιχείο της ζωής και της προσωπικότητας μου». Η 30χρονη έχει ένα ακόμη παιδί, ηλικίας 7 ετών σήμερα, το οποίο ζει με τον πατέρα του, αλλά λίγα χρόνια αργότερα απέκτησε και άλλο ένα με διαφορετικό σύντροφο το οποίο πέθανε ξαφνικά από τον Ιανουάριο του 2014.

«Η κατάσταση της ψυχικής υγείας μου τότε εκτροχιάστηκε πλήρως, με κατέβαλαν κρίσεις πανικού, μόνιμη θλίψη, απόγνωση, το απόλυτο ηθικό πνευματικό και ψυχικό σκότος. Με την προτροπή και του συντρόφου μου επισκέφτηκα ψυχιάτρους, συγκεκριμένα στο Αιγινήτειο νοσοκομείο. Μου διέγνωσαν περίπου τέσσερις νόσους θυμάμαι, πέρα από την κατάθλιψη και τις κρίσεις πανικού, τις οποίες όμως δεν είμαι σε θέση να σας εκθέσω με ακρίβεια. Λάμβανα φαρμακευτική αγωγή για δύο χρόνια αν θυμάμαι καλά από το 2014 έως το 2016».

Η 30χρονη φέρεται να διέκοψε την φαρμακευτική αγωγή που της χορηγούνταν όταν προέκυψε με τον επόμενο σύντροφο, η τρίτη εγκυμοσύνη. «Το παιδί αυτό, θέλω να σας τονίσω κυρία πρόεδρε, ήταν καρπός συνειδητής επιλογής και επιθυμίας να δημιουργήσω οικογένεια με τον άνω σύντροφό μου, ο όποιος στα μάτια μου φάνταζε και πάλι ο παντοτινός μου σύζυγος, ο «σωτήρας». Στην πορεία όμως εκδήλωσε έκρυθμες συμπεριφορές, αντιλήφθηκα ότι πάσχει από πολύ σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές και ότι του χορηγούνταν φαρμακευτική αγωγή.

Παρόλα αυτά έδειξα ανοχή, δεν ήμουν διατεθειμένη να απωλέσω την ευκαιρία που ένιωθα ότι δικαιούμαι στην οικογενειακή ζωή. Έπειτα ο άνω σύντροφος μου, με εγκατέλειψε οριστικά ενώ ήμουν σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Δεν είχα, ούτε έχω, ικανότητα να εργαστώ, τα απολύτως απαραίτητα εξασφαλίζω από ένα μίσθωμα που λαμβάνω περί τα 200 € από διαμέρισμα που εκμισθώνω στη Βάρκιζα. Δεν έχω κανένα συγγενή, ούτε φίλους, ζούσα πλήρως απομονωμένη».

Η επίμαχη ημέρα

Φτάνοντας στην επίμαχη ημέρα, που οδήγησε στο θάνατο το βρέφος που είχε φέρει στη ζωή πριν λίγο καιρό, υποστήριξε: «Θυμάμαι τις κινήσεις που έκανα σχεδόν μηχανικά κάθε φορά πριν φύγω. Ταΐσα το μωρό και το έβαλα να κοιμηθεί στο ειδικό καθισματάκι του, το οποίο τοποθέτησα πάνω στο κρεβάτι, αφού του είχα περάσει τους προστατευτικούς ιμάντες ώστε να μην κάνει απότομη κίνηση στον ύπνο του και πέσει. Την σόμπα την είχα σχεδόν συνεχώς αναμμένη στο υπνοδωμάτιο για να ζεσταίνεται αλλά χωρίς να ακουμπάει κάπου, σε απόσταση από αντικείμενα, κλινοσκεπάσματα κλπ. Το ίδιο έκανα και εκείνο το απόγευμα. Σε καμία περίπτωση δεν είχα πιστολάκι αναμμένο, ποτέ δεν είχα κάνει κάτι τέτοιο γιατί κανένας λόγος δεν υπήρχε.

Πριν φύγω μετά τις οκτώ παρά το απόγευμα, θυμάμαι ότι είπα στον πρώην σύντροφο μου να έρθει να κρατήσει τη μικρή μέχρι να γυρίσω. Δε μου δήλωσε ότι θα έρθει, δεν έδωσα όμως βάση, θεώρησα ότι ως συνήθως θα έρθει άμεσα αφού του είπα ότι φεύγω και ότι σε κάθε περίπτωση ήταν η ώρα του να περάσει από το σπίτι. Έλειψα μέχρι την μία τα ξημερώματα περίπου, σκέφτηκα ότι θα καθυστερήσει αλλά όπως και να είχε ο πρώην σύντροφος μου θα είχε επιστρέψει και δε με κάλεσε γιατί δεν είχε κάποιο πρόβλημα. Όταν ανέβηκα στο διαμέρισμα και άνοιξα την πόρτα αντίκρισα πολύ πυκνούς καπνούς.

Προσπάθησα να μπω μέχρι το υπνοδωμάτιο, δεν μπορούσα καν να δω ούτε να αναπνεύσω από τους καπνούς, πνιγόμουν, ο χώρος ήταν απροσπέλαστος από τα τοξικά αέρια. Θυμάμαι ότι κατέβηκα ουρλιάζοντας, Ο σύντροφος μου ήταν ακόμη από κάτω του ζήτησα βοήθεια, ανεβήκαμε μαζί πάλι αλλά ήταν αδύνατον και γι’ αυτόν να επέμβει. Κάλεσα αμέσως την πυροσβεστική, κατέφτασε σύντομα αλλά ήταν πολύ αργά για την μικρή μου κόρη».

τραγωδίαΒάρκιζα