Ελλάδα|20.04.2019 11:17

Άλκης Κωνσταντινίδης: Ο φωτορεπόρτερ των δύο Πούλιτζερ μιλά στο Έθνος

Νίκος Μάστορας

Το πρώτο του βραβείο Πούλιτζερ ο 35χρονος φωτορεπόρτερ Αλκης Κωνσταντινίδης ευτύχησε να το λάβει το 2016, µαζί µε έναν θρύλο του ρεπορτάζ και έναν υπέροχο άνθρωπο: τον εκλιπόντα Γιάννη Μπεχράκη. Ο Γ. Μπεχράκης βραβεύτηκε το 2016 µε το βραβείο-παράσηµο της δηµοσιογραφίας για τις φωτογραφίες που τράβηξε ως επικεφαλής του Reuters µαζί µε τον Αλκη Κωνσταντινίδη και τον Αλέξανδρο Αβραµίδη, καλύπτοντας την προσφυγική κρίση.

Ας θυµηθούµε, ανάµεσα σε χιλιάδες άλλες, την εµβληµατική φωτογραφία του µοναχικού πρόσφυγα-πατέρα, ο οποίος προχωρά για το άγνωστο σφιχταγκαλιασµένος µε το παιδί του. Είναι λοιπόν φυσικό η συζήτηση µε τον Αλ. Κωνσταντινίδη, ο οποίος πριν από λίγες ηµέρες έγινε ο πρώτος Ελληνας που βραβεύεται δύο φορές µε Πούλιτζερ, να ξεκινήσει από τον µεγάλο απόντα. «Υπήρξε ο οδηγός µας, ο φίλος µας, ο άνθρωπος που µας καθοδηγούσε, µας έδινε τα ερεθίσµατα και µας συµβούλευε. Υπήρξαµε τυχεροί που ζήσαµε και δουλέψαµε µαζί του. Αυτός ο άνθρωπος µας έδειξε τον δρόµο, όχι µόνο στο προσφυγικό ζήτηµα, αλλά στο επάγγελµα. Μας άνοιξε τον δρόµο και έδειξε µέχρι πού µπορούµε να φτάσουµε» λέει. Παρατηρώ ότι ο Γ. Μπεχράκης δεν ήταν µόνο φωτορεπόρτερ. Κυρίως ήταν άνθρωπος. Θυµάµαι τις φωτογραφίες -που άλλοι του είχαν τραβήξει-, ενώ εκείνος είχε παρατήσει τη µηχανή του προσπαθώντας να βοηθήσει µικρά παιδιά και µετανάστες να βγουν στην ξηρά µέσα από τη θάλασσα.

«Τον περασµένο Νοέµβριο το Reuters µε κάλεσε, µαζί µε άλλους συναδέλφους, για τη φωτογραφική κάλυψη της προσφυγικής κρίσης στα σύνορα των ΗΠΑ µε το Μεξικό. Το πρακτορείο είχε αναπτύξει οµάδα φωτορεπόρτερ σε όλη την επικράτεια του Μεξικού, από τα νότια σύνορα µε τη Γουατεµάλα έως τα βόρεια µε τις ΗΠΑ, µε στόχο να ακολουθήσουµε τα καραβάνια των προσφύγων, τα οποία ξεκινούσαν κυρίως από την Ονδούρα µε κατεύθυνση προς τον Βορρά – αρχικά στο Μεξικό και κατόπιν στις ΗΠΑ. Ηταν περίπου 7.000-8.000 άνθρωποι που προσπαθούσαν να φτάσουν στις ΗΠΑ όπως µπορούσαν, άλλοι µε τα πόδια, διασχίζοντας εκατοντάδες χιλιόµετρα, και άλλοι µε λεωφορεία. Σχηµάτιζαν καραβάνια και περπατούσαν εβδοµάδες ολόκληρες. Είχαν αφήσει πίσω τους τα πάντα και προέρχονταν οι περισσότεροι από την Ονδούρα, από την οποία έφυγαν κυρίως εξαιτίας της πολύ µεγάλης εγκληµατικότητας και της ισχνής οικονοµικής κατάστασης. Στη χώρα αυτή όταν έπεφτε ο ήλιος, σταµατούσε η κυκλοφορία, γίνονταν έφοδοι συµµοριών σε σπίτια και εκτελέσεις. Οπότε δεν είχαν να χάσουν τίποτα. Προσπαθούσαν λοιπόν να βρεθούν σε σηµεία απ’ όπου θα µπορούσαν να περάσουν το τείχος, είτε να πιέσουν, όπως ήταν συγκεντρωµένοι, να τους ανοίξουν µια δίοδο. Για µένα η κατάσταση δεν ήταν πρωτόγνωρη, καθώς είχα καλύψει το Προσφυγικό στην Ελλάδα µαζί µε τον Γιάννη Μπεχράκη. Ο αριθµός τους µπορεί να µην είναι εντυπωσιακός µπροστά στα δικά µας δεδοµένα προσφυγικών ροών, όµως εκεί ήταν πολύ µεγάλο θέµα».

Το κλείσιµο των συνόρων

Και πώς να µην ήταν... Μιλάµε για την περίοδο που ο Ντόναλντ Τραµπ πόσταρε στο Twitter: «Θα αναγκαστούµε να κλείσουµε τα νότια σύνορα εάν οι ∆ηµοκρατικοί, που κωλυσιεργούν, δεν µας δώσουν τα χρήµατα για να ολοκληρώσουµε το τείχος και να αλλάξουµε τους ανόητους µεταναστευτικούς νόµους που έχουν φορτωθεί στη χώρα µας». Η άρνηση του Κογκρέσου να εγκρίνει τον προϋπολογισµό -λόγω του συγκεκριµένου κονδυλίου- είχε οδηγήσει τότε σε παύση των λειτουργιών του αµερικάνικου οµοσπονδιακού κράτους. Χιλιάδες δηµόσιοι υπάλληλοι εργάζονταν χωρίς να πληρώνονται. Το θέµα των προσφύγων είχε προκαλέσει, δηλαδή, επιπτώσεις στη «γη της επαγγελίας» που προσπαθούσαν να προσεγγίσουν.

«Βρισκόµουν κυρίως στην πόλη της Τιχουάνα, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι περισσότεροι πρόσφυγες. Εµεινα εκεί περίπου τρεις εβδοµάδες, µαζί µε συναδέλφους από το Reuters και φωτορεπόρτερ από άλλες χώρες, κυρίως από ΗΠΑ, Μεξικό, Βενεζουέλα και Βραζιλία. Ηµουν ο µοναδικός Ελληνας εκείνη την περίοδο. Οι πρόσφυγες προτίµησαν την Τιχουάνα επειδή στην απέναντι πλευρά των συνόρων βρισκόταν το Σαν Ντιέγκο και µπορούσαν κάποιοι να περάσουν κολυµπώντας ανάµεσα στο τείχος και τη θάλασσα. Αλλοι προσπαθούσαν να πηδήξουν από κάποια κενά και άλλοι έσκαβαν λαγούµια και προσπαθούσαν να µπουν στις ΗΠΑ κάτω από το τείχος – µια φωτογραφία από τέτοια προσπάθεια συντέλεσε, µεταξύ πολλών άλλων, στη βράβευση. Είχαν κατασκηνώσει σε ένα µεγάλο στάδιο, κάτι σαν πολυχώρο αθλητικών εκδηλώσεων». Πώς είναι, άραγε, να ζεις στο Μεξικό και µάλιστα εν µέσω προσφυγικής κρίσης; Ο Αλ. Κωνσταντινίδης διακινδύνευσε; «Το Μεξικό είναι γνωστό ότι έχει υψηλή εγκληµατικότητα και πρέπει, φυσικά, να προσέχεις. Για παράδειγµα, δίπλα στο καµπ της Τιχουάνα µια µέρα µαζεύτηκαν περιπολικά και πήγα να δω τι συνέβη. Είχαν δολοφονήσει µια γυναίκα και τα δύο παιδιά της. Ηταν κάποιο ξεκαθάρισµα λογαριασµών για ναρκωτικά. Επίσης είχαµε συχνά επεισόδια µε δακρυγόνα και απωθήσεις των προσφύγων στην προσπάθειά τους να περάσουν στις ΗΠΑ. Ηταν µια κατάσταση όπου έπρεπε να βρίσκεσαι σε συνεχή επαγρύπνηση. Τελικά οι Αρχές του Μεξικού κατάλαβαν ότι καλό θα ήταν να πήγαιναν αλλού τους πρόσφυγες, αφού ο αθλητικός πολυχώρος όπου τους είχαν σωρεύσει βρισκόταν πλάι σε ένα ποτάµι ούτε 300 µέτρα από τα σύνορα, οπότε τους µετέφεραν σε ένα άλλο καµπ, περίπου 20 χιλιόµετρα µακριά. Εκεί θα έµεναν έως ότου να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες, να αποσαφηνιστεί ποιοι θα έµεναν στο Μεξικό, ποιοι θα προχωρούσαν σε διαδικασία ασύλου στις ΗΠΑ κ.λπ., δηλαδή περίπου ό,τι γίνεται και εδώ µε τους πρόσφυγες».

Η απάντηση του πολυβραβευµένου Ελληνα φωτορεπόρτερ «γεννά» την επόµενη ερώτηση. Είναι ένας άνθρωπος που έχει ζήσει από κοντά την «εποποιία» -γιατί περί αυτού τελικά πρόκειται- του ξεριζωµού. Βρήκε διαφορές ανάµεσα στην προσφυγική κρίση εδώ και στις ΗΠΑ; Πόσο απέχει η Ειδοµένη από την Τιχουάνα; «Ο πρόσφυγας είναι ένας. ∆εν έχει σηµασία από πού έρχεται, αν άφησε τη βοµβαρδισµένη Συρία ή την Ονδούρα. Απ’ όπου και αν έρχονται οι άνθρωποι αυτοί, έχουν αφήσει κάποιους µακριά τους, έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους και προσπαθούν να γλιτώσουν από κάτι. Παντού παρόµοια πράγµατα έβλεπα. Πράγµατα φρικτά, που εµείς δεν έχουµε ζήσει. Και το να βλέπεις παντού τα ίδια, σου δίνει ένα µεγάλο κίνητρο να µείνεις σταθερός σε αυτό που αποφάσισες να κάνεις. Το κάνουµε για να το δει ο κόσµος. Να καταλάβει» µας λέει ο Αλ. Κωνσταντινίδης.

Το είχε πει, εξάλλου, και ο Γ. Μπεχράκης µε τον δικό του τρόπο: «Αποστολή µου είναι να σας αφηγηθώ την ιστορία, ώστε εσείς να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε. Η αποστολή µου είναι να εξασφαλίσω ότι κανείς δεν θα µπορεί να πει: “δεν γνώριζα”». Χάρη σε αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, γνωρίζουµε. Τι κάνουµε, βέβαια, γι’ αυτά που µας έδειξαν και που δεν µπορούµε να αρνηθούµε ότι υπάρχουν, είναι ένα άλλο ζήτηµα…

βραβεία Πούλιτζερ 2019Άλκης Κωνσταντινίδης