Ελλάδα|06.09.2019 21:55

Τι άφησε πίσω του ο σεισμός του 1999 - Στο 3% του ΑΕΠ η οικονομική ζημιά

Μαρία Λιλιοπούλου

Το διάλογο για την αντισεισμική θωράκιση του κτιριακού δυναμικού της χώρας αλλά και την τρωτότητα δημόσιων υποδομών και ιδιωτικών κτιρίων ανοίγει ξανά ο τεχνικός κόσμος επ’ ευκαιρία και της θλιβερής επετείου των 20 ετών από τον καταστροφικό σεισμό της Αθήνας το 1999, εξαιτίας του οποίου σκοτώθηκαν 143 άνθρωποι από την κατάρρευση 11 κτιρίων. Εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες, ο σεισμός προκάλεσε οικονομική ζημιά που υπολογίζεται ότι αντιστοιχεί στο 3% του ΑΕΠ.

Τα 15 δευτερόλεπτα που κλόνισαν την αντοχή της πρωτεύουσας, ξυπνώντας στους παλαιότερους μνήμες του 1981, ήταν, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Γεωλογίας και πρόεδρος του Αντισεισμικού Οργανισμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), Ευθύμιος Λέκκας, ο δεύτερος πιο φονικός σεισμός στην Ελλάδα μετά το σεισμό του 1953 στα νησιά του Ιονίου.

Οι βαριές πληγές που άφησε στην πόλη συνοψίζονται στα εξής βασικά σημεία:

  • 80.000 οικογένειες έμειναν προσωρινά άστεγες, 6.000 οικογένειες διέμεναν σε κτίρια που κατέρρευσαν ή έπρεπε να κατεδαφιστούν.
  • Το τμήμα του πληθυσμού που επηρεάστηκε περισσότερο ζούσε στην περιοχή όπου παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη ένταση και ανέρχεται σε 150.000 κατοίκους.
  • Στους τέσσερις δήμους (Άνω Λιόσια, Φυλή, Αχαρνές και Θρακομακεδόνες), οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο το 10% και 40% των κατοικιών χαρακτηρίστηκαν ως κόκκινα και κίτρινα κτίρια αντίστοιχα.
  • Σε άλλους δήμους του Λεκανοπεδίου, τα ποσοστά των κόκκινων και των κίτρινων αντίστοιχα ήταν σημαντικά μικρότερα, 0.3% και 5.2% αντίστοιχα.
  • Τα κτίρια της Αττικής κατά την περίοδο του σεισμού ανέρχονταν σε 650.000 και στην Αθήνα ζούσε το 35% του πληθυσμού της Ελλάδας. Ο σεισμός έπληξε το 7% των κτιρίων αυτών.
  • Τα κτίρια που υπέστησαν βλάβες κατά το σεισμό του 1999 ήταν τετραπλάσια του 1981.
  • Στο δευτεροβάθμιο έλεγχο των κίτρινων και κόκκινων κτιρίων ελέγχθηκαν συνολικά 6.500 κτίρια που αντιστοιχούσαν σε 217.940 ιδιοκτησίες. Από αυτές, 6.519 κρίθηκαν κόκκινες, 88.784 κίτρινες και 122.637 πράσινες.

Πληγές στην οικονομία

Βαριά λαβωμένος ήταν και ο κλάδος της οικονομίας καθώς ο σεισμός του 1999 προκάλεσε τις μεγαλύτερες απώλειες που έχουν παρατηρηθεί στον τομέα ασφαλίσεων στην Ελλάδα (130 εκατομμύρια ευρώ). Παρόλα αυτά ακόμα και σήμερα ασφαλισμένο για σεισμό είναι μόλις το 10% των κατοικιών της Ελλάδας. Συνολικά οι οικονομικές απώλειες που προκλήθηκαν υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν στο 3% του ΑΕΠ.

Το κόστος του ελέγχου ανήλθε στα 10 εκατομμύρια ευρώ, ενώ σε 10 εκατομμύρια ανήλθε και το κόστος των τεχνικών ερευνών στα 28 κτίρια που υπέστησαν σοβαρές βλάβες, στα οποία σημειώθηκαν ανθρώπινες απώλειες.

Άντεξαν τα νέα κτίρια

Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, οι κατασκευές με φέρουσα άοπλη πλινθοδομή ή λιθοδομή υπέστησαν σοβαρότατες βλάβες. Πολλές τυπικές βλάβες έως και ολικές αστοχίες προκλήθηκαν σε κτίρια με τον Αντισεισμικό Κανονισμό του 1959.

Αντίθετα, η σεισμική συμπεριφορά κατασκευών, με Κανονισμούς του 1984 και του 1995, στο σύνολό τους, αποδείχτηκε ικανοποιητική. Καλή σεισμική συμπεριφορά επέδειξαν τα ειδικά κτίρια με περιορισμένο αριθμό βλαβών, οι οποίες ήταν επισκευάσιμες.

Κτίρια βιομηχανικής χρήσης, μεγάλων κατόψεων υπέστησαν σοβαρές δομικές βλάβες ή μερική έως ολική κατάρρευση, ενώ τα μεταλλικά κτίρια παρουσίασαν σχεδόν άριστη σεισμική συμπεριφορά καθώς επίσης και τα κτίρια πολιτιστικής κληρονομιάς.

Οι προτάσεις του Ευθ. Λέκκα

Ο σωστός επιχειρησιακός σχεδιασμός έχει ιδιαίτερη σημασία για την αντιμετώπιση με όσο το δυνατόν ασφαλέστερο και αποτελεσματικό τρόπο των συνεπειών ενός σεισμού, δεδομένου ότι ως φαινόμενο δεν μπορεί να προβλεφθεί, εξηγεί ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η ανάλυση του σεισμικού κινδύνου μέσα από σεισμικά σενάρια είναι βασική προϋπόθεση για τον επιχειρησιακό σχεδιασμό (π.χ. χάρτες, αριθμητικά στοιχεία για τον πληθυσμό που πρόκειται να επηρεαστεί όπως αριθμός αστέγων, τραυματισμούς, απώλειες, εκτίμηση για τις επιπτώσεις στο κτιριακό απόθεμα, το κόστος αποκατάστασης και συνοδά φαινόμενα).

«Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός για σεισμό θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά στην ανάλυση του σεισμικού κίνδυνου (risk) που θα πρέπει να αναφέρεται στο τοπικό επίπεδο (Δήμος, Περιφερειακή Ενότητα – Περιφέρεια)» τονίζει.

Στην ανάλυση πιθανών σεναρίων θα πρέπει να στηρίζεται και η κατανομή των υφιστάμενων πόρων (ανθρώπινο δυναμικό και μέσα) ή ο σχεδιασμός για ενίσχυση των πόρων (προσεισμικά ή μετασεισμικά).

«Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι προετοιμασία σημαίνει λιγότεροι τραυματισμοί, λιγότερες ανθρώπινες απώλειες, συνέπειες, επιπτώσεις, καθώς και πιο αποτελεσματική και συντονισμένη δράση, μετασεισμικά. Θα επαναλάβω ότι για κάθε 1 ευρώ που επενδύεται στην πρόληψη και ετοιμότητα εξοικονομούνται 7 ευρώ στην  αποκατάσταση» υπογραμμίζει ο κ. Λέκκας.

Στην κατεύθυνση αυτή συστήνει επένδυση στην ετοιμότητα και στην προετοιμασία δομών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ και Β’ βαθμού αλλά και δράσεις ενημέρωσης του πληθυσμού και εκπαίδευσης στελεχών των Περιφερειών και επιχειρησιακά εμπλεκόμενων δομών, μέσω ασκήσεων που ενδυναμώνουν την επιχειρησιακή ετοιμότητα.

σεισμός ΑττικήΕυθύμιος ΛέκκαςΟΑΣΠΠάρνηθα