Ελλάδα|08.12.2018 17:10

Μόνο στο ethnos.gr: 10.000 ευρώ τον μήνα παίρνουν οι Έλληνες στο Ντουμπάι

Βάσω Ασμανίδου

Άφησαν την Ακρόπολη για το Burj Al Arab, ένα από τα πιο ψηλά κτίρια στον κόσμο και σημείο αναφοράς του Ντουμπάι. Έφυγαν τα χρόνια της κρίσης. Άντεξαν στον καυτό ήλιο - με θερμοκρασίες που αγγίζουν τους 50 βαθμούς Κελσίου - και πλέον αμείβονται με μηνιαίους μισθούς που αγγίζουν ακόμη και τις 10.000 ευρώ. Άλλωστε, στη «Νέα Υόρκη» της ερήμου, οι Έλληνες είναι περιζήτητοι.

Γι' αυτό και τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ο αριθμός των συμπατριωτών μας που αναζητεί στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μία καλύτερη τύχη. Ήδη, στο Ντουμπάι έχουν μεταναστεύσει τουλάχιστον 10.000 συμπατριώτες μας. Ωστόσο, μπορεί η μετανάστευση εκεί να εξασφαλίζει στους Έλληνες έναν καλύτερο μισθό -και σε σχέση με τον ευρωπαϊκό- αλλά η ζωή, όπως εξηγούν στο ethnos.gr, μόνο εύκολη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αφού τα πάντα πρέπει να πληρώνονται και για να καταφέρει κάποιος να ζει αξιοπρεπώς, πρέπει να αμείβεται αρκετά καλά... Για παράδειγμα, τα μαθήματα στα δημόσια σχολεία γίνονται μόνο στα αραβικά. Οπότε, ένας παιδικός σταθμός θα στοιχίσει περίπου 650 ευρώ. Ιδιωτική είναι και η ασφάλεια, αλλά στους πιο... τυχερούς την εξασφαλίζει ο εργοδότης. Τα σούπερ μάρκετ είναι, επίσης, ακριβά. Για παράδειγμα, μια οικογένεια με ένα παιδί χρειάζεται περίπου 900 ευρώ κάθε μήνα για τα ψώνια.

«Να εκτιμάτε αυτά που σας δίνει η Ελλάδα»

Ο Νίκος Τσιμιδάκης αποφάσισε να μεταναστεύσει το 2012, αφήνοντας πίσω στην πατρίδα του, τη γυναίκα του και το μόλις 30 ημερών παιδί του. Στην πιο μεγάλη κρίση, είδε τον μισθό του να περικόπτεται κατά το ήμισυ. Δεν είχε άλλη επιλογή από τη μετανάστευση, όπως εξηγεί. Επέλεξε το Ντουμπάι, καθώς εκεί κατέφυγε ένας αρκετά σημαντικός αριθμός Ελλήνων, που ασχολείται με τον τουρισμό. Πέρασε έξι μήνες μακριά από την οικογένειά του για να μπορέσει να τους φέρει γρήγορα κοντά του. Εργαζόταν, όπως λέει στο ethnos.gr, καθημερινά τουλάχιστον 12 ώρες για να μαζέψει χρήματα.

«Μείναμε έξι μήνες χώρια με την οικογένειά μου αλλά από τότε που ήρθαν στο Ντουμπάι, μένουμε όλοι μαζί», λέει ο ίδιος και συνεχίζει: «Στην αρχή ήταν δύσκολα. Τα χρήματα που έπαιρνα τότε, περίπου 2.000 ευρώ τον μήνα, ήταν λίγα και οι παροχές, επίσης, ελάχιστες. Ίσα που βγαίναμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς μας. Η ζωή εδώ είναι πολύ ακριβή και τα πάντα πληρώνονται. Το κράτος δεν παρέχει ούτε δημόσια Παιδεία ούτε ασφάλεια. Γι' αυτό να τα εκτιμάτε έστω κι αυτά που σας δίνει η Ελλάδα, ειδικά τα σχολεία», τονίζει ο κ. Τσιμιδάκης. 

«Τα χρήματα που έπαιρνα τότε, περίπου 2.000 ευρώ τον μήνα, ήταν λίγα και οι παροχές, επίσης, ελάχιστες. Ίσα που βγαίναμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς μας»

«Δουλεύουμε πολλές ώρες αλλά εξελισσόμαστε»

Ο ίδιος είναι Cluster Executive Chef και εργάζεται σε μεγάλη πολυεθνική αλυσίδα ξενοδοχείων με βασικό καθήκον την επίβλεψη τεσσάρων ξενοδοχείων (με πολλά εστιατόρια το καθένα). Δουλεύει το λιγότερο 12 ώρες την ημέρα και, όπως λέει, υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις στους μισθούς, που δίνονται στους οικονομικούς μετανάστες. Όμως, το καλό είναι ότι αν εργαστείς σκληρά, ανταμείβεσαι και εξελίσσεσαι. «Μέσα σε σχεδόν επτά χρόνια έχω εξελιχθεί στην επαγγελματική μου καριέρα αρκετά. Μάλιστα, υπάρχουν ευκαιρίες στα ξενοδοχειακά. Δεν θα μπορούσα να έχω αντίστοιχη εξέλιξη στην Ελλάδα ούτε σε χρόνο αλλά ούτε και σε ποιότητα», λέει ο κ. Τσιμιδάκης, ο οποίος, πλέον, στον λιγοστό ελεύθερο χρόνο που έχει, προτιμά να περνά μοναδικές στιγμές ευτυχίας με τις δύο κόρες του, δύο και έξι ετών αντίστοιχα. 

«Δεν θα μπορούσα να έχω αντίστοιχη εξέλιξη στην Ελλάδα ούτε σε χρόνο αλλά ούτε και σε ποιότητα»

Σύμφωνα με τον ίδιο, η ζωή τους στο Ντουμπάι έχει γίνει αρκετά καλύτερη. «Τα σχολεία είναι σε βρετανικό επίπεδο και έχουμε μια φορά την εβδομάδα ελληνικό σχολείο. Οπότε, η ζωή εδώ για κάποιον που έχει οικογένεια, είναι πέντε μέρες δουλειά από το πρωί έως το βράδυ. Τα παιδιά στο σχολείο. Τα Σαββατοκύριακα βόλτες στα μολ και στη θάλασσα ακόμη και κάποιες εκδρομές», σημειώνει ο ίδιος, για να προσθέσει: «Υπάρχει ασφάλεια, παρόλο που οι ντόπιοι είναι μόλις το 15%. Εδώ υπάρχει εργασία με προοπτικές εξέλιξης και πολύ καλούς μισθούς. Υπάρχουν καλά σχολεία για τα παιδιά και αξιοπρεπείς ιατροφαρμακευτικές καλύψεις. Είμαστε σε μια χώρα, όπου όλοι μαζί ζούμε ειρηνικά».

Πόσο διαφορετικό, όμως, είναι το Ντουμπάι σε σχέση με την Ελλάδα; «Γενικά το κράτος είναι πολύ οργανωμένο στις βασικές του λειτουργίες. Για παράδειγμα, όλες οι παραβάσεις του ΚΟΚ γίνονται με κάμερες. Πριν από λίγες ημέρες, πλήρωσα μια κλήση 120 ευρώ γιατί οδήγησα πάνω σε μια γραμμή που δεν επιτρέπεται. Όλα είναι σχεδόν συνδεδεμένα με το κινητό σου. Στην τράπεζα δεν πάω σχεδόν ποτέ.

Όλα τα χαρτιά από το Δημόσιο βγαίνουν ηλεκτρονικά και αποστέλλονται στο e-mail, όπως ένα πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας. Η αστυνομία έχει εφαρμογές, στις οποίες μπορείς να αναφέρεις παρανομίες, να πληρώσεις τις κλήσεις σου, να ζητήσεις βοήθεια. Δεν υπάρχει, επίσης, λερωμένος τοίχος ή αφισοκολλημένος. Θα πληρώσεις ακόμη πρόστιμο αν περάσεις τον δρόμο από κάπου που δεν υπάρχει διάβαση. Και οι νόμοι εδώ εφαρμόζονται», λέει ο executive chef. 

«Στην Ελλάδα δεν υπήρχε προοπτική»

Ο Δημήτρης Λουκάς αποφάσισε, επίσης, να μεταναστεύσει. Αρχικά το 2015 βρέθηκε στη Νότια Αφρική και το 2017 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Ντουμπάι, όπου εργάζεται ως γενικός διευθυντής διεθνών πωλήσεων και μάρκετινγκ σε μια εταιρεία που ειδικεύεται σε καλώδια ενέργειας και τηλεπικοινωνιών στη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα. Όπως λέει ο ίδιος στο ethnos.gr, έφυγε από την Ελλάδα στα 37 του επειδή στην Ελλάδα οι μισθοί ήταν αρκετά χαμηλοί και δεν υπήρχε προοπτική εξέλιξης. 

«Χρειαζόμαστε περίπου 2.000 ευρώ τον μήνα για το σπίτι και περίπου 800 με 900 ευρώ για σούπερ μάρκετ»

Πλέον, μένει μαζί με την σύζυγό του και την κόρη του σε ένα διαμέρισμα με δύο δωμάτια και δύο τουαλέτες σε μια περιοχή που λέγεται Μίρντιφ και πληρώνει 1.600 ευρώ το μήνα για ενοίκιο. «Για ρεύμα εμείς πληρώνουμε 200 με 250 ευρώ κάθε μήνα το καλοκαίρι λόγω του κλιματιστικού και τον χειμώνα 100 με 120 ευρώ μηνιαίως. Δηλαδή, χρειαζόμαστε περίπου 2.000 ευρώ τον μήνα για το σπίτι και περίπου 800 με 900 ευρώ για σούπερ μάρκετ. Εάν συνυπολογίσετε σε αυτό και τα 650 ευρώ που χρειαζόμαστε για τον παιδικό σταθμό της κόρης μου, θα καταλάβετε ότι αν κάποιος δεν αμείβεται αρκετά ικανοποιητικά, δεν μπορεί να ζήσει στο Ντουμπάι», λέει ο ίδιος. Και τονίζει ότι είναι αρκετά δύσκολη η επικοινωνία με τους συγγενείς στην Ελλάδα.

«Προσπαθούμε να ζούμε καλά και σε μεγάλο βαθμό το καταφέρνουμε», επισημαίνει ενώ προσθέτει: «Εδώ γενικά δουλεύουμε αρκετά και δεν υπάρχει ελεύθερος χρόνος για διασκέδαση, εκτός από την Παρασκευή και το Σάββατο. Γενικά, πάντως, είναι πολύ ακριβή η ζωή εδώ», λέει φέρνοντας ως παράδειγμα ότι ένας καφές σε μια αλυσίδα σελφ σέρβις μπορεί να στοιχίζει ακόμη και πέντε ευρώ τη στιγμή που στην Ελλάδα αυτός θα στοίχιζε 1,5 ευρώ. 

Οι διαφορές στους μηνιαίους μισθούς

Όπως εξηγούν οι δύο Έλληνες, η διαφορά στους μισθούς είναι τεράστια. Για παράδειγμα, μπορεί ένας Ινδός να εργαστεί ως οικοδόμος στο Ντουμπάι και να λάβει 200 ευρώ μισθό. Αυτός ο Ινδός για να επιβιώσει στο Ντουμπάι, θα πρέπει να μένει με συγκάτοικους, που να αμείβονται αρκετά καλά. Γιατί για ένα σπίτι με δύο υπνοδωμάτια, το ενοίκιο ξεκινά από τις 16.000 ευρώ ετησίως ενώ στην Ελλάδα μπορείς να βρεις αρκετά πιο φθηνές τιμές ενοικίου. 

Μηνιαίοι μισθοί στο Ντουμπάι

Διευθυντής ξενοδοχείου: 10.000 ευρώ
Γιατρός: 10.000 ευρώ
Μηχανικός: 7.000 ευρώ
Πιλότος: 12.000 ευρώ
Αεροσυνοδός: 2.500 έως 3.500 ευρώ
Μάγειρας, σεφ: 9.000 ευρώ

Σύμφωνα, όμως, με τους δύο Έλληνες, πάντα παίζει ρόλο η εταιρεία που εργάζεται κάποιος. Γιατί, αρκετές προσφέρουν, επίσης, επιδόματα ενοικίου, ιατροφαρμακευτική κάλυψη, εισιτήρια διακοπών, κ.ά. «Ακόμη και έτσι, όμως, η ζωή μακριά από την πατρίδα δεν είναι καθόλου εύκολη», καταλήγουν οι δύο Έλληνες. 

ΝτουμπάιμετανάστευσηΈλληνες