Ιστορία|03.11.2020 18:25

Εκλογές ΗΠΑ: Ο «Μπαμπούλας» που στέρησε από τον Μάικλ Δουκάκη τη θέση του πλανητάρχη

Δημήτρης Καναβαράκης

Το 1988 το αμερικανικό Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων είχε συμπληρώσει 8 χρόνια διακυβέρνησης, εξαργυρώνοντας τη μεγάλη δημοφιλία του Ρόναλντ Ρίγκαν, ο οποίος το 1984 απέσπασε 525 από τους 538 εκλέκτορες (!) - ρεκόρ που φυσικά δεν έχει καταρριφθεί.  

Τα τελευταία χρόνια διακυβέρνησης του Ρίγκαν ωστόσο στιγματίστηκαν από μικρά και μεγαλύτερα σκάνδαλα, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση το περίφημο «Ιράνγκεϊτ», που προκάλεσε σάλο στις ΗΠΑ με την αποκάλυψή του το 1987. Εν γνώσει, όπως αποδείχτηκε, του προέδρου, οι ΗΠΑ πωλούσαν κρυφά όπλα στο Ιράν και αξιοποιούσαν τα έσοδα με την ενίσχυση των αντικομμουνιστών ανταρτών Contra της Νικαράγουα, οι οποίοι πολεμούσαν για την ανατροπή του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα.

Στον τομέα της οικονομίας, το εθνικό χρέος είχε διπλασιαστεί και το επιβαρυμένο για τους Ρεπουμπλικάνους σκηνικό που είχε διαμορφωθεί πλαισίωνε, σύμφωνα με τους αναλυτές, ο υποψήφιος τους για τις εκλογές του 1988. Ο Τζορτζ Μπους (ο πρεσβύτερος) παρουσιαζόταν ως αντίγραφο του βαθιά συντηρητικού Ρίγκαν, η διακυβέρνηση του οποίου είχε προκαλέσει κόπωση στο εκλογικό σώμα των ΗΠΑ, βάσει όλων των δημοσκοπήσεων.

AP Photo

Η απόλυτη ανατροπή

Ο Ελληνοαμερικανός δικηγόρος, γιος του Μυτιληνιού μετανάστη Πάνου Δουκάκη και της Ευτέρπης Μπούκη, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής λόγω του εξαιρετικού έργου που είχε παρουσιάσει ως κυβερνήτης της Μασαχουσέτης. Η εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη της πολιτείας είχε αναδειχθεί ως το «θαύμα της Μασαχουσέτης» και ο εμπνευστής του ως ένας τεχνοκράτης με όραμα και παροιμιώδη ικανότητα διαχείρισης. 

Όταν τον Ιούλιο του 1988 ο Δημοκρατικό Συνέδριο έδινε το χρίσμα του υποψηφίου στον Μάικλ Δουκάκη, η πλειονότητα των Αμερικανών θεωρούσε ότι τέσσερις μήνες αργότερα θα γινόταν ο 41ος πρόεδρος των ΗΠΑ. Στις εσωκομματικές εκλογές ο Δουκάκης είχε επικρατήσει με άνεση του Τζέσε Τζάκσον και εμφανιζόταν ως ο άνθρωπος που θα έφερνε την ανανέωση στις ΗΠΑ. Προοδευτικός με σύγχρονες ιδέες, ήταν το ακριβώς αντίθετο απ' όσα πρέσβευε ο Μπους.

AP Photo

Λίγες ημέρες μετά την ανάδειξη του σε υποψήφιο, όλες οι δημοσκοπήσεις του έδιναν καθαρό προβάδισμα, που ξεκινούσε από τις 5 και έφτανε έως τις 17 μονάδες! Στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας το μοναδικό ζητούμενο για τους ειδικούς ήταν η έκταση της ήττας των Ρεπουμπλικάνων. Μέσα σε τρεις μήνες τα πάντα είχαν ανατραπεί και την 8η Νοεμβρίου του ’88 ο Ελληνοαμερικάνος πολιτικός θα γνώριζε μια συντριπτική ήττα, υπερισχύοντας μόνο σε 10 από τις 50 πολιτείες.

Στα δίχτυα του «Μπαμπούλα»

Ο άνθρωπος που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην ανατροπή των δεδομένων ήταν ο υπεύθυνος της προεκλογικής καμπάνιας του Μπους και πρώην στενός συνεργάτης του προέδρου Ρίγκαν, ο Λι Ατγουότερ. Πανέξυπνος και αδίστακτος, έγινε συνώνυμο της άκρως επιθετικής προσέγγισης σε προεκλογικές εκστρατείες, τακτική που του χάρισε το προσωνύμιο The «Boogie Man» (ο Μπαμπούλας). Ήταν αυτός που σαν άλλος μποξέρ έψαχνε να βρει (ή να κατασκευάσει) το αδύνατο σημείο του αντιπάλου και να τον αποδομήσει, χτυπώντας τον χωρίς οίκτο.

Για αυτόν η πολιτική ήταν η σύνθεση ενός φανταστικού κόσμου, στον οποίο έπρεπε να προβάλλεται στο εκλογικό σώμα η επιλογή ανάμεσα στο καλό και το κακό. Δεν υπήρχαν αποχρώσεις του γκρι. Ο δικός του υποψήφιος ήταν ο καλός και ο αντίπαλος του(ς) ο κακός.

AP Photo

«Ξέραμε ότι ο Δουκάκης είχε μεγάλο προβάδισμα και ότι έπρεπε να παίξουμε βρώμικα για να επικρατήσουμε. Τελικά τον κατάπιαμε», είπε μετά τις εκλογές του ’88 ο επονομαζόμενος και «Μπέιμπι Ρουθ της αρνητικής πολιτικής».

Ο Ατγουότερ πρωτοστάτησε σε ένα σχέδιο συκοφάντησης και πολέμου λάσπης κατά του Δουκάκη, με τη βοήθεια κορυφαίων Μ.Μ.Ε. της χώρας, όπως οι New York Times και οι Washington Times, που έφτασαν να διακινδυνεύουν ακόμα και την αξιοπιστία τους. Στόχος ήταν η προσωπικότητα του Δουκάκη, ο οποίος έπρεπε να παρουσιαστεί ως αδύναμος, άτολμος και υποχωρητικός – ανεπαρκής δηλαδή για να διοικήσει την υπερδύναμη. Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών ήταν μετριοπαθής, απεχθανόταν το λαϊκισμό και είχε ήπιο χαρακτήρα, στοιχεία στα οποία πόνταρε ο Ατγουότερ. Πίστευε ότι ο Δουκάκης δεν θα έπεφτε στο… επίπεδό τους και δεν θα απαντούσε σε ακραίες επιθέσεις. Kαι δικαιώθηκε απόλυτα…

Το σχέδιο περιελάμβανε οτιδήποτε μπορούσε να πλήξει τον Ελληνοαμερικανό, ανεξαρτήτως αν είχε δόση αλήθειας. Αρχικά διοχετεύθηκαν στον Τύπο φήμες ότι η σύζυγος του Δουκακή, Κίτι, είχε κάψει την αμερικανική σημαία κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης. Στόχευαν ξεκάθαρα στο μεταναστατευτικό back round του αντιπάλου και τη μη αμερικανική καταγωγή του. Τον αποκαλούσαν «Zorba the clerk» από το «Zorba the Greek», για να τον μειώσουν (σ.σ: το clerk σημαίνει υπάλληλος).  

Τα δύο επόμενα χτυπήματα ήταν κάτω από τη ζώνη. Το πρώτο αφορούσε δημοσιεύματα των προαναφερόμενων εφημερίδων, που υποστήριζαν ότι στο παρελθόν ο Δουκάκης αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα και ακολουθούσε θεραπευτική αγωγή. «Τίποτα δεν ήταν αλήθεια, αλλά όσο οι φήμες κυκλοφορούσαν μέσω του Τύπου η φωτιά φούντωνε. Ο κόσμος άρχισε να αναρωτιέται: είναι η οικογένεια του Δουκάκη αντιαμερικάνοι; Θα ψηφίσω για πρόεδρο κάποιον που είχε ψυχολογικά προβλήματα; Ο Δουκάκης είτε απαξιούσε να σχολιάσει τις φήμες, είτε το έκανε με το γνωστό στωικό του τρόπο, γεγονός που λειτουργούσε υπέρ μας. Είδαμε το κλίμα να αλλάζει», έχει πει μέλος της καμπάνιας του Μπους και συνεργάτης του Άτγουότερ.

Το «αυτογκόλ» στο debate

Το δεύτερο ήταν η στοχοποίηση των επικοινωνιολόγων του Μπους στις θέσεις του Δουκάκη για την εγκληματικότητα και τις ποινές. Ο Ελληνοαμερικάνος γερουσιαστής δήλωνε αντίθετος στις εκτελέσεις, υποστήριζε πως οι φυλακίσεις δεν πρέπει να είναι εξοντωτικές και ότι οι έγκλειστοι που δείχνουν καλή διαγωγή πρέπει να έχουν το δικαίωμα χορήγησης αδείας. Απόψεις εντελώς αντίθετες δηλαδή με τη συντηρητική ρεπουμπλικάνικη κουλτούρα. Το επιτελείο του Μπους έψαξε και βρήκε την υπόθεση του Γουίλι Όρτον, την οποία χρησιμοποίησε ακόμα και σε προεκλογικό διαφημιστικό σποτ.

Στην πρώτη του θητεία ως κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, ο Ελληνοαμερικάνος, είχε ασκήσει βέτο σε ένα νομοσχέδιο που θα απαγόρευε τις άδειες σε φυλακισμένους που έχουν καταδικαστεί για φόνο πρώτου βαθμού. Ως αποτέλεσμα αυτού, το πρόγραμμα των αδειών συνεχίστηκε.

Ένας από τους καταδικασμένους που το εκμεταλλεύτηκαν ήταν και ο Γουίλι Όρτον. Είχε καταδικαστεί σε ισόβια χωρίς αναστολή για έναν φόνο που είχε κάνει το 1974. Ο Όρτον πήρε διήμερη άδεια στις 6 Ιουνίου 1986 και δεν επέστρεψε στη φυλακή. Στις 3 Απριλίου 1987 βίασε μια κοπέλα και δολοφόνησε τον σύντροφο της.

Η καμπάνια Μπους έκανε «λάβαρό» της την υπόθεση Όρτον τονίζοντας ότι αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι θα ακολουθήσει αν εκλεγεί ο Δουκάκης. Οι φυλακές θα γίνουν «περιστρεφόμενες πόρτες και θα παραχωρούν πάσο τα Σαββατοκύριακο», ανέφεραν διαφημιστικά σποτ κατά του Δουκάκη.

Ενόψει του ντιμπέιτ της 13ης Οκτωβρίου του ’88 ο υποψήφιος των Δημοκρατικών είχε προετοιμαστεί να απαντήσει σε σχετική ερώτηση. Σύμφωνα με την υπεύθυνη της καμπάνιας του, Σούζαν Έστριτς, θα μιλούσε για το γεγονός ότι ο αδελφός του είχε σκοτωθεί όταν τον χτύπησε αυτοκίνητο και τον παράτησε και ο πατέρας του είχε πέσει θύμα ληστείας. Θα έδειχνε ότι ξέρει πως είναι να είσαι θύμα της εγκληματικότητας αλλά θα στήριζε και τις απόψεις του κατά των εξοντωτικών ποινών και των εκτελέσεων.

Όμως ο Δουκάκης αιφνιδιάστηκε από την ερώτηση του δημοσιογράφου Μπέρναρντ Σο: «Κυβερνήτη αν η Κίτι Δουκάκη βιαζόταν και δολοφονούταν θα υποστηρίζατε μια μη ανατρέψιμη ποινή του θανάτου για τον υπεύθυνο;» Φανερά αμήχανος ο Δουκάκης, αντί να κατακρίνει τον δημοσιογράφο για την ερώτηση και να αναλύσει τις θέσεις του, αρκέστηκε σε μία τυπική απάντηση: «Όχι δεν θα την υποστήριζα και νομίζω γνωρίζετε ότι είμαι αντίθετος με την θανατική ποινή όλη μου τη ζωή".

Μέχρι σήμερα η συγκεκριμένη ερώτηση θεωρείται μια ντροπιαστική στιγμή στην ιστορία της αμερικάνικης δημοσιογραφίας, αλλά είναι ευρέως αποδεκτό ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο στην έκβαση των εκλογών. Όπως τονίζουν αναλυτές, ο Δουκάκης αντί να στηλιτεύσει τον τρόπο που επέλεξε να προσεγγίσει το θέμα ο δημοσιογράφος και να αναλύσει τις θέσεις του, ουσιαστικά φάνηκε αδύναμος και η απάντηση που έδωσε ήταν άχρωμη, χωρίς πυγμή και ένταση.

«Δουκάκης στο τανκ»

Από εκείνο το σημείο κι έπειτα οι δημοσκοπήσεις τον άφηναν δεύτερο, έως και με 5 μονάδες διαφορά. Το επιτελείο του θεώρησε πως το μεγάλο πρόβλημα εντοπιζόταν στο γεγονός ότι δεν εμφανιζόταν δυναμικός. Οργάνωσε λοιπόν ένα διαφημιστικό που μέχρι σήμερα θεωρείται μια από τις πιο καταστροφικές επικοινωνιακές κινήσεις στην ιστορία της πολιτικής. Αντιγράφοντας μια διαφήμιση της Μάργκαρετ Θάτσερ από το 1986, έβαλαν τον Δουκάκη να ποζάρει πάνω σε τανκ φορώντας κράνος.

Το αποτέλεσμα ήταν γελοίο και μετατράπηκε σε απόλυτο όπλο για το επιτελείο του Μπους που το χρησιμοποίησε για να ενισχύσει το αφήγημα της «αδυναμίας του Δουκάκη». Πλέον στις ΗΠΑ η φράση «Δουκάκης στο τανκ» χρησιμοποιείται για αποτυχημένες πολιτικές διαφημίσεις και καμπάνιες. «Θα έπρεπε να ανέβω στο τανκ; Όπως το βλέπω τώρα μάλλον όχι. Αλλά όταν αργότερα ο κόσμος με ρωτούσε περιπαιχτικά αν είχα έρθει με το τανκ, τους απαντούσα πάντα το εξής: "Όχι και ποτέ δεν ξέρασα πάνω στον Ιάπωνα πρωθυπουργό", δήλωσε ο Δουκάκης το 2008, αναφερόμενος στην περιβόητη αδιαθεσία του Μπους κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην Ιαπωνία, τον Ιανουάριο του 1992.

AP Photo

Στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου ο Δουκάκης πήρε το 45,6% της λαϊκής ψήφου, αλλά μόλις 111 εκλέκτορες, έναντι 426 του Τζορτζ Μπους. Παρέμεινε στο πόστο του κυβερνήτη της Μασαχουσέτης έως το 1991, οπότε δεν διεκδίκησε νέα θητεία. Στη συνέχεια ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα, διδάσκοντας πολιτικές επιστήμες. Μιλούσε σπάνια δημοσίως, αλλά έκανε μια εξαίρεση σε ένα ντοκιμαντέρ του 2008, που είχε θέμα τις εκλογές του 1988. Σε αυτό παραδέχθηκε ότι θα έπρεπε να είναι πιο δυναμικός, τονίζοντας ότι αν γύριζε το χρόνο πίσω θα ήξερε ότι έπρεπε να βγει με σθένος και να απαντήσει στις κατηγορίες και να μην αφήνει τις φήμες να πλανώνται όσο ακραίες κι αν είναι αυτές.

To Mea culpa του μελλοθάνατου Ατγουότερ

Περισσότερο ενδιαφέρον έχει πάντως η μεταγενέστερη ομολογία – παραδοχή του Λι Ατγουότερ, που μετά τις εκλογές του ’88 διορίστηκε πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής του Κόμματος των Ρεπουμπλικάνων.

Στις 5 Μαρτίου του 1990 υπέστη επιληπτική κρίση κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης του κόμματος. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου διαγνώστηκε με αστροκύτωμα τρίτου βαθμού στον εγκέφαλο, μια επιθετική μορφή καρκίνου. Υποβλήθηκε σε θεραπείες, οι οποίες τον άφησαν παράλυτο από την αριστερή πλευρά του και παραμόρφωσαν μέρος του προσώπου του και του σώματός του.

AP Photo

Η μάχη ήταν άνιση. Στα τέλη του 1990 ήταν δεδομένο ότι ο μόλις 39χρονος μετρ της αποδόμησης πολιτικών αντιπάλων είχε ακόμα λίγο καιρό ζωής μπροστά του. Προ του τέλους, εμφανίστηκε μετανοημένος, αποκηρύσσοντας όλες εκείνες τις πρακτικές που τρόπο τινά διδάσκονται ακόμα στα πολιτικά σεμινάρια των Ρεπουμλικάνων και υιοθέτησε απνευστί στις δύο προεκλογικές εκστρατείες του ο Ντόναλντ Τραμπ.

Σε άρθρο του στο περιοδικό Life το Φεβρουάριο του ’91, ο Ατγουότερ ζήτησε συγνώμη από τον Μάικλ Δουκάκη για την «ωμή σκληρότητα» με την οποία του επιτέθηκε προ τριετίας. Πρόσθεσε ότι «δεν εφηύρα εγώ την αρνητική πολιτική, αλλά υπήρξα ένας από τους πιο ένθερμους θιασώτες της». Και αποκατέστησε την υστεροφημία του με ένα πρακτικά αποχαιρετιστήριο μήνυμα που θα έπρεπε να ρουφάνε κάθε λέξη του έκτοτε όλοι οι επίδοξοι μιμητές του. 

«Η ασθένειά μου με βοήθησε να δω ότι αυτό που έλειπε από την κοινωνία είναι αυτό που έλειπε και σε μένα: μια μικρή καρδιά, μια μεγάλη αδελφότητα. Η δεκαετία του 1980 ήταν ένας αγώνας δρόμου για απόκτηση, πλούτου, δύναμης και κύρους. Ξέρω: απέκτησα μεγαλύτερη δύναμη, πλούτο και κύρος από τους περισσότερους. Αλλά είναι δυνατόν να αποκτήσετε ό,τι είχατε επιθυμήσει και ταυτόχρονα να αισθάνεστε άδειοι. Ποια δύναμη δεν θα αντάλλαζα για λίγο περισσότερο χρόνο με την οικογένειά μου; Ποιο κόστος δεν θα πλήρωνα για ένα ακόμα βράδυ με φίλους; Χρειάστηκε μια θανατηφόρα ασθένεια για να με θέσει πρόσωπο με πρόσωπο με αυτήν την αλήθεια, αλλά είναι μια αλήθεια που μια χώρα παγιδευμένη στις αδίστακτες φιλοδοξίες και την ηθική παρακμή της, μπορεί να μάθει από το πάθημά μου. Δεν ξέρω ποιοι θα μας οδηγήσουν στη δεκαετία του ’90, αλλά πρέπει να είναι φτιαγμένοι για να επικοινωνήσουν αυτό το πνευματικό κενό στην καρδιά της αμερικανικής κοινωνίας».

Bush - Quayle - Atwater (AP Photo)

Λίγες εβδομάδες μετά ο Λι Ατγουότερ έκλεισε για πάντα τα μάτια του. Αφήνοντας παρακαταθήκη ένα από τα πιο θαρραλέα «Mea culpa» της πολιτικής ιστορίας, που ελάχιστα έχει επηρεάσει έως σήμερα την αμερικανική προεκλογική κουλτούρα.

* Με πληροφορίες από Wikipedia, NewYork Times, CNN και Janus.gr

αμερικανικές εκλογέςεκλογές ΗΠΑΜάικλ ΔουκάκηςΤζορτζ ΜπουςΛι Αλτγουότερ