Ιστορία|25.03.2024 12:00

Marxism or Leninism: Η σύγκρουση Ρόζας Λούξεμπουργκ-Βλαδίμηρου Ι. Λένιν

Βλάσης Αγτζίδης

Ως σημείο τομής στην ιστορία του εργατικού κινήματος μπορεί να θεωρηθεί το 2ο συνέδριο του εξόριστου Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ) το 1903. Ο Λένιν είχε ενταχθεί στο κόμμα αυτό από τα χρόνια της εξορίας του στη Σιβηρία

Στο 2ο Συνέδριο του ΡΣΔΕΚ, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες και στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1903, ο Λένιν διατύπωσε θέσεις που έρχονταν σε αντίθεση με την έως τότε δημοκρατική παράδοση του ΣΔΡΕΚ. Υποστήριξε την δημιουργία ενός μικρού πυρήνα ενεργών μελών που ως επαγγελματικά πλέον στελέχη θα υποτάσσονταν σε μια σκληρή και άτεγκτη ιεραρχική δομή, που αποκλήθηκε Κόμμα Νέου Τύπου. Ενώ ο Λένιν ηττήθηκε κατά την ψήφιση της πρότασής του για τη νέα δομή, κέρδισε στην ψηφοφορία για την εκλογή του κεντρικού οργάνου του κόμματος.

Έτσι δημιουργήθηκαν οι πλειοψηφικοί (μπολσεβίκοι) και οι μειοψηφικοί (μενσεβίκοι). Αυτή η διαφορά αντίληψης για την κομματική οργάνωση ήταν η αιτία της διάσπασης του ΣΔΡΕΚ. 

Έτσι ο Βλαδίμηρος Ίλιτς Λένιν, οργάνωσε ένα νέο κόμμα επαγγελματιών επαναστατών με μια εσωτερική ιεραρχία καθοδηγούμενη από την αρχή του λεγόμενου Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού, και θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως την εμπροσθοφυλακή της επαναστατικής εργατικής τάξης (προλεταριάτο) της Ρωσίας. Την οργανωτική του άποψη την αποτύπωσε στο βιβλίο του «Τι να κάνουμε; Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω». 

Η κριτική των Πλεχάνωφ-Τρότσκι

Σημαντικοί Μαρξιστές της εποχής, όπως ο Πλεχάνωφ, αντέδρασαν στη νέα δομή. Ο Πλεχάνωφ κατηγόρησε τον Λένιν ότι με τις απόψεις του δημιουργεί «κατάσταση πολιορκίας» και επιβάλλει στο σοσιαλισμό την «πειθαρχία των στρατώνων». Αλλη σημαντική διαφωνία με τον Λένιν ήταν η «δικτατορία του προλεταριάτου». Ο Πλεχάνωφ κατηγόρησε τον Λένιν ότι κάνει σύγχυση μεταξύ της δικτατορίας του προλεταριάτου και της  δικτατορίας πάνω στο προλεταριάτο. Κατάγγειλε παράλληλα τις μεθόδους του Λένιν ως «κακέκτυπο της τραγικής αδιαλαξίας του γιακωβινισμού» και πρόβλεψε ότι οι απόψεις που εκφράζονται από τον Λένιν, ανοίγουν το δρόμο στους επίδοξους δικτάτορες. 

Με τις απόψεις του Πλεχάνωφ τάχθηκε και ο Τρότσκι, ο οποίος έγραψε:  

«Η οργάνωση του Κόμματος θα πάρει τη θέση του ίδιου του Κόμματος, η Κεντρική Επιτροπή τη θέση της Οργάνωσης και τέλος ο δικτάτορας θα πάρει τη θέση της Κεντρικής Επιτροπής.» 

Ο Τρότσκι χαρακτήρισε τον Λένιν ως «αρχηγό της αντιδραστικής πτέρυγας του Κόμματός μας», ενώ για την εφημερίδα της ομάδας του γράφει: «Σκοπός της Ίσκρα ήταν να τρομοκρατεί σε θεωρητικό επίπεδο την διανόηση.» Ασκεί κριτική στο «Ενα βήμα μπρος δύο βήματα πίσω»: «Δεν είναι δυνατόν να εκδηλώσει κανείς περισσότερο κυνισμό απέναντι στην καλύτερη ιδεολογική κληρονομιά του προλεταριάτου απ’ ό,τι ο σύντροφος Λένιν! Για εκείνον ο μαρξισμός δεν είναι μέθοδος επιστημονικής ανάλυσης». 

Όμως ο Τρότσκι, στα κρίσιμα χρόνια που ακολούθησαν το 1917, συντάχθηκε απόλυτα με τους επαγγελματίες επαναστάτες, επωμιζόμενος με αυτό τον τρόπο μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τις εξελίξεις που οδήγησαν λίγο αργότερα στη σκληρή σταλινική τυραννία, στην εξόντωση της πλειοψηφίας των πρώτων μπολσεβίκων και τελικά στη δολοφονία του ίδιου. 

Η κριτική της Λούξεμπουργκ

Κριτικάροντας τις θέσεις του Λένιν όπως διατυπώθηκαν στο «Τί να κάνουμε; Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω» η Ρόζα Λούξεμπουργκ έγραψε ένα κείμενο με τίτλο «Μαρξισμός ή Λενινισμός», που πρωτοδημοσιεύτηκε στις εφημερίδες  Die Neue Zeit και Iskra, το 1904. Η Λούξεμπουργκ ασκεί κριτική στις απόψεις του Λένιν κατηγορώντας τον για υπερσυγκεντρωτισμό και χωροφυλακίστικο πνεύμα.  

Τα σημαντικότερα σημεία του κειμένου είναι τα εξής:  

«…Το «Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω» του Λένιν, ενός έξοχου μέλους της ομάδας της Ίσκρα, είναι μια μεθοδική έκθεση των ιδεών της υπερσυγκεντρωτικής τάσης στο ρωσικό κίνημα. Τα επιχειρήματα που στο βιβλίο αυτό παρουσιάζονται με ασύγκριτη δύναμη και λογική, είναι αυτά του ανελέητου συγκεντρωτισμού. Σαν αρχή παρουσιάζεται η αναγκαιότητα της επιλογής και της συγκρότησης ως ξεχωριστό σώμα, όλων των ενεργών επαναστατών, σε διάκριση με την ανοργάνωτη, αν και επαναστατική, μάζα που πλαισιώνει αυτή την ελίτ. 

Η άποψη του Λένιν είναι ότι η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος θα πρέπει να έχει το προνόμιο να συγκροτεί όλες τις τοπικές επιτροπές του κόμματος. Θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να διορίζει τα αποτελεσματικά όργανα όλων των τοπικών σωμάτων από τη Γενεύη ως τη Λιέγη και από το Τομσκ ως το Ιρκούτσκ. Πρέπει επίσης να έχει το δικαίωμα να επιβάλει σε όλες τις επιτροπές τους δικούς της έτοιμους κανόνες διοίκησης του κόμματος. Πρέπει να έχει το δικαίωμα να καθορίζει χωρίς αμφισβήτηση ζητήματα όπως η διάλυση και η επανασύσταση των τοπικών οργανώσεων. Με τον τρόπο αυτό, η κεντρική επιτροπή θα μπορεί να καθορίζει, όπως τη βολεύει, τη σύνθεση των υψηλότερων οργάνων του κόμματος. Η κεντρική επιτροπή θα είναι το μόνο σκεπτόμενο στοιχείο στο κόμμα. Οι υπόλοιποι κομματικοί σχηματισμοί θα είναι απλά τα εκτελεστικά άκρα της. 

….Η τακτική και τα καθήκοντα των μπλανκιστών επαναστατών (σ.τ.σ μη-μαρξιστές σοσιαλιστές, κίνημα αναφοράς για τον αναρχισμό, που πίστευαν ότι μια μικρή ομάδα αποφασισμένων επαναστατών μπορεί να καταλάβει την εξουσία) μόνο μικρή σχέση είχαν με τον στοιχειώδη ταξικό αγώνα. Έτσι ήταν σχεδιασμένα ελεύθερα. Μπορούσαν να αποφασίζονται εκ των προτέρων και να παίρνουν τη μορφή ενός σχεδίου προς εκτέλεση. Σαν συνέπεια αυτού, τα απλά μέλη της οργάνωσης ήταν απλά εκτελεστικά όργανα, εκτελώντας τις εντολές ενός σχεδίου έξω από τη δικιά τους σφαίρα δραστηριοτήτων. Ήταν τα όργανα της κεντρικής επιτροπής. Εδώ συναντάμε ένα δεύτερο παράδοξο του συνωμοτικού συγκεντρωτισμού: την απόλυτη και τυφλή υποταγή όλων των κομματικών σχημάτων στη θέληση του κέντρου και την επέκταση της εξουσίας αυτής σε όλα τα μέρη της οργάνωσης

…οι δυο αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται ο συγκεντρωτισμός του Λένιν είναι ακριβώς αυτές: 

1. Η τυφλή καθυπόταξη, και στην πιο μικρή λεπτομέρεια, όλων των οργάνων του κόμματος στο κέντρο του κόμματος που μόνο αυτό σκέφτεται, καθοδηγεί και αποφασίζει για όλα. 

2. Ο αποφασιστικός διαχωρισμός του οργανωμένου πυρήνα των επαναστατών από το κοινωνικό-επαναστατικό περιβάλλον τους. 

Αυτός ο συγκεντρωτισμός είναι μια μηχανική μετάθεση των οργανωτικών αρχών του μπλανκισμού στο μαζικό κίνημα των σοσιαλιστών εργατών. 

…Ο Λένιν δείχνει ξανά ότι η αντίληψή του για τη σοσιαλιστική οργάνωση είναι αρκετά μηχανιστική. Η πειθαρχία, που ο Λένιν έχει στο μυαλό του, δεν εμφυτεύεται στην εργατική τάξη μόνο από το εργοστάσιο αλλά και από το στρατό και την κρατική γραφειοκρατία, δηλαδή από ολόκληρο τον μηχανισμό του συγκεντρωτικού αστικού κράτους

…Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι είναι δυνατό να αντικαταστήσουμε «προσωρινά» με την απόλυτη εξουσία μιας Κεντρικής Επιτροπής (που ενεργεί σαν «άτυπη εκπροσώπηση») τον ακόμη απραγματοποίητο ρόλο της πλειοψηφίας των συνειδητών εργατών μέσα στο κόμμα και μ’ αυτό τον τρόπο να αντικαταστήσουμε τον ανοιχτό έλεγχο των εργαζόμενων μαζών πάνω στα όργανα του κόμματος με τον αντίστροφο έλεγχο της κεντρικής επιτροπής πάνω στο επαναστατικό προλεταριάτο… 

…Με το να παραχωρούμε, όπως θέλει ο Λένιν, τέτοιες απόλυτες εξουσίες αρνητικού χαρακτήρα στα ανώτερα όργανα του κόμματος, ενδυναμώνουμε σε επικίνδυνο βαθμό, τον συντηρητισμό που είναι έμφυτος σε τέτοια όργανα. Αν η τακτική ενός σοσιαλιστικού κόμματος δεν αποσκοπεί στη δημιουργία μιας Κεντρικής Επιτροπής αλλά ενός ολόκληρου κόμματος ή ακόμη καλύτερα ενός ολόκληρου εργατικού κινήματος, τότε είναι ξεκάθαρο ότι οι κομματικές οργανώσεις και οι ομοσπονδίες χρειάζονται την ελευθερία στη δράση που μόνο αυτή μπορεί να τους επιτρέψει να αναπτύξουν την επαναστατική τους πρωτοβουλία και να εκμεταλλευτούν όλες τις δυνατότητες της κατάστασης. Ο υπερσυγκεντρωτισμός που ζητάει ο Λένιν είναι γεμάτος από το αποστειρωμένο πνεύμα του επιστάτη. Το πνεύμα αυτό δεν είναι ούτε θετικό, ούτε δημιουργικό. Η αγωνία του Λένιν δεν είναι πώς θα κάνει την δραστηριότητα του κόμματος πιο καρποφόρα, αλλά το πώς θα ελέγξει το κόμμα, το να περιορίσει το κίνημα αντί να το αναπτύξει, να το δέσει παρά να το ενώσει. 

…Αν δεχθούμε την άποψη που ο Λένιν αξιώνει ως δική του και φοβηθούμε την επιρροή των διανοούμενων πάνω στο προλεταριακό κίνημα, τότε δεν μπορούμε να φανταστούμε μεγαλύτερο κίνδυνο για το ρωσικό κόμμα από το σχέδιο του Λένιν για την οργάνωση. Τίποτε δεν θα εγκλωβίσει σιγουρότερα ένα νεαρό εργατικό κίνημα στην ελίτ της διανόησης της πεινασμένης για εξουσία, από αυτόν το γραφειοκρατικό ζουρλομανδύα, που θα ακινητοποιήσει τον κίνημα και θα το μετατρέψει σε ένα αυτόματο που θα το χειρίζεται η κεντρική επιτροπή. Από την άλλη μεριά, δεν υπάρχει καμιά μεγαλύτερη εγγύηση ενάντια στην οπορτουνιστική ίντριγκα και προσωπική φιλοδοξία, από την ανεξάρτητη επαναστατική δράση του προλεταριάτου, σαν αποτέλεσμα της οποίας οι εργάτες θα αποκτήσουν την αίσθηση της πολιτικής υπευθυνότητας και της αυτοπεποίθησής τους. 

Αυτό που σήμερα είναι μόνο ένα φάντασμα που στοιχειώνει τη φαντασία του Λένιν, αύριο μπορεί να είναι πραγματικότητα… 

…Εδώ όμως εμφανίζεται ξανά το «Εγώ» του ρώσου επαναστάτη! Κάνοντας πιρουέτες πάνω στο κεφάλι του, για μια φορά ακόμη ανακηρύσσει τον εαυτό του στον παντοδύναμο διευθυντή της ιστορίας – αυτή τη φορά με τον τίτλο της Αυτού Εξοχότητας της Κεντρικής Επιτροπής του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Ο σβέλτος ακροβάτης αποτυγχάνει να αντιληφθεί ότι το μόνο «υποκείμενο» που αξίζει τον ρόλο του διευθυντή, είναι το συλλογικό «Εγώ» της εργατικής τάξης. Η εργατική τάξη απαιτεί το δικαίωμα να κάνει τα λάθη της και να μάθει τη διαλεκτική της ιστορίας. 

Ας μιλήσουμε ανοιχτά. Ιστορικά, τα λάθη που διαπράττονται από ένα πραγματικά επαναστατικό κίνημα είναι απείρως περισσότερο καρποφόρα από το οποιοδήποτε αλάθητο της πιο έξυπνης Κεντρικής Επιτροπής.»