Open life|10.03.2020 16:51

Αληθινή ιστορία: Συγχώρησα τους γονείς μου για να προχωρήσω

Newsroom

Όλα κυλούσαν φυσιολογικά… Ήμουν αυτό που λέμε «ευτυχισμένο παιδί». Όχι ότι ήταν όλα ρόδινα, αλλά ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος με τη ζωή μου. Οι γονείς μου αγαπούσαν εμένα και την αδερφή μου και φρόντισαν να έχω μια πολύ όμορφη παιδική ηλικία, με πολλές και δυνατές αναμνήσεις. Δεν ήμασταν ποτέ πλούσιοι, ούτε και φτωχοί. Είχαμε όσα χρειαζόμασταν για να ζούμε καλά. Τα χρόνια περνούσαν κι εγώ μεγάλωνα. Άρχισα να αντιλαμβάνομαι πράγματα που μέχρι μία ηλικία δεν τα παρατηρούσα καν, και είδα ότι τελικά οι γονείς μου δεν ήταν τόσο ευτυχισμένοι όσο εγώ.

«Έτυχε» η αδερφή μου να τους ταλαιπωρήσει αρκετά στην εφηβεία της, βγάζοντας έναν πολύ δύσκολο χαρακτήρα και προκαλώντας πολλά και σοβαρά προβλήματα. Στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν αυτές τις καταστάσεις, οι γονείς μου έδωσαν την περισσότερη ενέργειά τους στην αδερφή μου. Εγώ, ως μικρότερος, μπορούσα μόνο να βλέπω, να παρατηρώ και να εκτιμώ τις καταστάσεις γύρω μου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ήμουν αρκετά ώριμος ώστε να βλέπω το καλό και το κακό και να δείχνω αρκετή υπομονή και κατανόηση σε όλους. 

Τελειώνοντας το σχολείο και μπαίνοντας στην ενήλικη ζωή μου, είχα διαμορφώσει έναν αρκετά ισορροπημένο και ώριμο χαρακτήρα, κυρίως μέσω της παρατήρησης των άλλων. Οι γονείς μου δεν ήταν αδιάφοροι προς εμένα, κάθε άλλο. Αγαπούσαν και τους δυο μας πολύ και προσπαθούσαν να το δείξουν, αλλά ήταν «χαμένοι». Η αδερφή μου είχε την ικανότητα να απομυζά κάθε ενέργεια από όποιον επιθυμούσε και να τον αποδυναμώνει εντελώς. Ούτε εκείνη ήταν κακός χαρακτήρας, αλλά ήταν κι εκείνη «χαμένη» σε διάφορα… Από τα 20 μέχρι τα 30 μου χρόνια αυτό που θυμάμαι από την οικογένειά μου ήταν αρκετές καλές στιγμές αλλά πολύ περισσότερες άσχημες. Η αδερφή μου συνέχιζε τα ίδια, εγώ άρχισα να κουράζομαι από το γεγονός ότι ήμουν το καλό παιδί και έπρεπε να τη συνεφέρω, από τις αμέτρητες ανούσιες συζητήσεις και από την αγάπη των γονιών μου που τα περισσότερα χρόνια «εννοούνταν».

Το σημαντικότερο όμως γεγονός ήταν ότι αυτά τα χρόνια είχαμε ανοίξει ένα μαγαζί και το δουλεύαμε οικογενειακώς. Όπως αποδείχτηκε, ήταν η χειρότερη κίνηση, η οποία οδήγησε και σε ανεπίλυτα προβλήματα. Οι τσακωμοί ήταν πλέον καθημερινοί και οι εντάσεις το συνηθισμένο μοτίβο μέσα στο σπίτι. Το 2010, όταν αρχίσαμε να νιώθουμε πλέον στο πετσί μας την κρίση, έπεσε και το τελευταίο οχυρό. Αρχικά συσσωρεύτηκαν υπέρογκα χρέη τα οποία ήταν στο όνομά μου, με τους γονείς μου πλέον να μην έχουν τη δύναμη να αντιμετωπίσουν τα απανωτά χτυπήματα, κάνοντας συνεχώς το ένα λάθος μετά το άλλο.

Επιστέγασμα στην όλη κατάσταση ήταν πως όσα κρύβονταν κάτω από το χαλί όλα αυτά τα χρόνια βγήκαν στην επιφάνεια με έναν πολύ αληθινό και σκληρό τρόπο. Από τη μία η αδερφή μου και από την άλλη οι γονείς μου (οι οποίοι επικοινωνούσαν πλέον μόνο με φωνές και τσακωμούς), να μου λένε ο καθένας ξεχωριστά: «Εγώ για σένα ζω… Για σένα μένω εδώ». Ό,τι χειρότερο μπορείς να πεις σε έναν άνθρωπο. Του βάζεις ένα ασήκωτο βάρος στην πλάτη του χωρίς να το έχει ζητήσει ποτέ. «Δεν θέλω να ζεις για μένα, θέλω να ζεις για σένα δίπλα μου». Αυτό ένιωθα, αυτό έλεγα, αλλά τίποτα δεν άλλαζε. Πλέον, έχοντας περάσει τα 30 και έχοντας κάνει τη δική μου οικογένεια, είμαι σε θέση να σκεφτώ πολλά και να τα δω από μακριά.

Οι γονείς μου μου έδειξαν πολλή αγάπη, προσπαθούσαν πάντα για το καλύτερο, αλλά ταυτόχρονα έκαναν και ορισμένα σοβαρότατα λάθη, τα οποία μου στοίχισαν πολύ και θα μπορούσαν να μου έχουν δημιουργήσει πολλά προβλήματα, σίγουρα περισσότερα από όσα έχουν ήδη δημιουργήσει. Αυτό που κατάφερα όμως ήταν να τους συγχωρήσω, γιατί ό,τι και να συμβαίνει πρέπει πάντα να το αντιμετωπίζουμε με σωστή κρίση και να υπολογίζουμε όλες τις παραμέτρους.

Από τον Μάνο Θεοδώρου
[Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Open Life, που κυκλοφόρησε με το Έθνος της Κυριακής, 23 Φεβρουαρίου]

γονείςαυτοβελτίωση