Απόψεις|31.05.2020 13:39

ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ μπλεγμένοι στα Ελληνοτουρκικά

Νίκος Μπίστης

Προειδοποιούσαμε τη ΝΔ ότι θα έβρισκε μπροστά της την πολιτική της και τη βάναυση ρητορική της κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οχι τόσο στις σχέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία, όπου η κυβίστηση ήταν εύκολη και προεξοφλημένη, αλλά στον σκληρό πυρήνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Εκεί όπου τα στερεότυπα και οι εθνικιστικές (καμουφλαρισμένες με επικάλυψη πατριωτισμού) απόψεις έχουν διακομματικό ακροατήριο και έχουν κατ’ επανάληψη οδηγήσει σε υπερήφανες ήττες και δύο φορές σε τραγωδίες.

Χοντρικά, συγκρούονται οριζόντια δύο αντιλήψεις: η μια που χωρίς να αγνοεί την αμυντική θωράκιση, υποστηρίζει πρωτοβουλίες συνεννόησης και διαλόγου με τελική κατάληξη τη Χάγη, ενώ η άλλη θεωρεί μάταιο κόπο τα παραπάνω και επικεντρώνει αποκλειστικά στην αποτρεπτική δύναμη.

Η φράση «με τον Τούρκο δεν μπορεί να υπάρξει συνεννόηση» αποδίδει αυτήν την αντίληψη. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1930, μόλις οκτώ χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, απέδειξε το αντίθετο με το ελληνοτουρκικό «Σύμφωνο φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας», αλλά αυτή η πτυχή της πολιτικής του συνήθως αποσιωπάται.

Για να προσγειωθούμε στο σήμερα, συνήθως οι ελληνικές κυβερνήσεις ενώ αντιλαμβάνονται ότι η λύση βρίσκεται στην πρώτη στρατηγική, πιεζόμενες από ένα ισχυρό μέτωπο απόρριψης στην πράξη αναδιπλώνονται. Και οι πολιτικές δυνάμεις διαφοροποιούν τη στάση τους ανάλογα με τη θέση τους στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση.

Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τις επιθέσεις στον Τσίπρα όταν κατά τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ συναντιόταν με τον Ερντογάν. Πιεζόμενες, δε, μεγαλοποιούν δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα, δίνοντάς τους διαστάσεις εθνικών υποχωρήσεων και μειοδοσίας. Σε αυτήν τη δίνη αντίρροπων δυνάμεων παγιδεύτηκε ο μετριοπαθής κατά τα άλλα κ. Δένδιας και σε ένα σύνηθες για τους γνωρίζοντες περιστατικό στον Εβρο αιωρήθηκε από το «δεν συνέβη τίποτε» στο διάβημα προς την Τουρκία.

Η πίεση ήταν αναμενόμενη εντός και εκτός ΝΔ από μακεδονομάχους, που αβίαστα εξελίχθηκαν σε τουρκοφάγους. Η παλινωδία της κυβέρνησης ήταν προφανής. Ο ΣΥΡΙΖΑ καθ’ όλο το διάστημα της διακυβέρνησής του, με κορύφωση την περίοδο της Συμφωνίας των Πρεσπών, δέχθηκε άγριες επιθέσεις από το σύνολο της τότε αντιπολίτευσης για υποχωρητικότητα και μειοδοσία.

Ενα κομμάτι του κόσμου του τον πιέζει να ανταποδώσει τα ίσα τώρα που η κυβέρνηση είναι παγιδευμένη ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον εθνικιστικό μαξιμαλισμό που η ίδια τροφοδότησε. Δεν πρέπει να το κάνει, πρέπει να μείνει σταθερός στη γραμμή που ο ίδιος ο Τσίπρας διατύπωσε λέγοντας ότι στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής «δεν θα γίνει Μητσοτάκης, δεν θα ασκήσει την ίδια αντιπολίτευση».

Στο ζήτημα της ματαίωσης της στρατιωτικής άσκησης και του περιστατικού στον Εβρο, αυτός ο κανόνας παραβιάστηκε. Παρότι δεν έφτασε σε ακραίους χαρακτηρισμούς και βεβαιότητες περί υποχωρητικότητας και ενδοτικότητας - όπως η ΝΔ στο πρόσφατο παρελθόν αλλά και επί Σημίτη για τα Ιμια ή όπως ο Κοτζιάς στην παρούσα φάση - αλλά έθεσε ερωτήματα, παρά ταύτα ανέδειξε ως μείζονα θέματα δύο ήσσονος σημασίας. Πυροδοτήθηκε έτσι μια συζήτηση στην οποία αντικειμενικά το πάνω χέρι το έχουν οι ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι και όσοι θέλουν αντιπολίτευση πάση θυσία και επί παντός θέματος.

Η σύγχρονη Αριστερά για τα Ελληνοτουρκικά πρέπει να πιέσει την κυβέρνηση να αρνηθεί τη γραμμή της λεκτικής αδιαλλαξίας που έχει οδηγήσει σε τέλμα και να προκρίνει μια πολιτική επανεκκίνησης του διαλόγου. Οι Πρέσπες, τηρουμένων των αναλογιών, πρέπει να αποτελέσουν οδηγό και για τα Ελληνοτουρκικά.

Νέα Δημοκρατίαελληνοτουρκικές σχέσειςΣΥΡΙΖΑ