Απόψεις|03.06.2020 17:23

Ο κορονοϊός βλάπτει σοβαρά τον σύγχρονο πολιτισμό

Newsroom

* Του Γιώργου Μουστάκα

Ο κόσμος του σύγχρονου πολιτισμού, οι καλλιτέχνες (δημιουργοί και ερμηνευτές), οι υπόλοιποι εργαζόμενοι (τεχνικοί και οργανωτικοί), οι εταιρείες που επιχειρούν στο συγκεκριμένο εργασιακό περιβάλλον και παραγωγικό πλαίσιο (συναυλιακές, χορευτικές ομάδες και θεατρικοί οργανισμοί), όλοι αυτοί που απαρτίζουν δηλαδή τον ιστό και τη ραχοκοκαλιά της πολιτιστικής αγοράς, πλήττονται καίρια από τις επικρατούσες συνθήκες και εξελίξεις στο χώρο της δημόσιας υγείας.

Φυσικά, η σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι ο μόνος κλάδος που τραυματίστηκε και κινδυνεύει. Το πρόβλημα που θέτει η υφιστάμενη επιδημία και τα απαραίτητα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της, όπως ξεπερνά τα εθνικά σύνορα των χωρών, παρομοίως υπερβαίνει και τα όρια των εκάστοτε στενών συντεχνιακών δεδομένων και συμφερόντων. Όμως η ποιοτική αλλά και ποσοτική διαφορά του συγκεκριμένου επαγγελματικού χώρου καθιστά τον τραυματισμό του καθοριστικό και πιθανόν μη αναστρέψιμο, εν αντιθέσει με άλλους.

Εις επίρρωση των ανωτέρω, θα μπορούσε να παρατεθεί σειρά επιχειρημάτων. Για παράδειγμα, τα «ζωντανά» πολιτιστικά προϊόντα δε στοκάρονται προς μελλοντική πώλησή τους. Η πνευματική τροφή επίσης, σε αντίθεση με την κανονική (αλλά και τη στέγαση ή την ένδυση), δεν αποτέλεσε ποτέ είδος πρώτης ανάγκης, παρά μόνον θεωρούνταν «πολυτέλεια»! Άρα, ακόμη και στην περίπτωση μίας επακόλουθης σχετικής ανάκαμψης, έπεται ως επιλογή χρονικά, εντασσόμενη στο δεύτερο ή τρίτο κύμα της οικονομικοκοινωνικής παλίρροιας, προς αποκατάσταση μίας μερικής έστω κανονικότητας.

Παρόλα αυτά, ας αρκεστούμε σε ένα θεμελιώδες επιχείρημα: Η καλλιτεχνική παραγωγή στοχεύει (και η όποια επιτυχία της εξαρτάται) αποκλειστικά σε μία έννοια: στην αθρόα και αυθόρμητη «κοινωνική συνάθροιση». Ως μοναδικό μέσον επικοινωνίας του φυσικού φορέα – καλλιτέχνη με τον καταναλωτή – θεατή ή ακροατή. Ως μοναδικό πεδίο – τελετή πραγμάτωσης του μυστηρίου της «μαζικής κοινωνίας» του πολιτισμικού – πνευματικού προϊόντος – αγαθού! Κι όπως και στην περίπτωση του άλλου μυστηρίου, εκείνου της θείας κοινωνίας, αυτό τα λέει όλα: η σκηνή έκλεισε πρώτη και θα ανοίξει τελευταία.

Σε παρεμφερείς τομείς όπως ο τουρισμός και η εστίαση, με δυσκολία έστω μπορούν να εφαρμοστούν κάποιοι περιοριστικοί κανόνες. Στην τέχνη όμως πώς επιλύεται ο γρίφος «η αθρόα προσέλευση ορίζει και την επιτυχία»; Πώς διευθετείται η φυσική ροπή «όσο πιο κοντά τόσο πιο καλά»; Πώς διαχειρίζεται η συναισθηματικά φορτισμένη προσέγγιση του θεατή με τον «Δημιουργό» των καλλιτεχνικών έργων; Πώς ελέγχεται το σύμπαν της διαδραστικής συμμετοχικότητας (πάντα εν είδη κοινωνίας) ενός παλλόμενου κοινού, στην υπερβατική του προσπάθεια να ενσωματώσει το «σώμα και το αίμα» της πνευματικής έμπνευσης και δημιουργίας;

Με τίποτα φοβάμαι, από τη στιγμή που η «εκκλησία της τέχνης» αποτελεί βασική προϋπόθεση για την έκφραση της «πολιτισμικής λατρείας». Η ακύρωση του τελετουργικού ακυρώνει και το μυστήριο. Άρα μιλάμε πλέον για έναν επαγγελματικό τομέα που υπόκειται επί της ουσίας σε καθεστώς καθολικής και διαρκούς απαγόρευσης. Κάτι που κανονικά θα έπρεπε να γνωρίζει μία συντεταγμένη, υποψιασμένη, μη αδιάφορη, κυρίως πολιτισμένη πολιτεία.

Κάτι που καλείται να αφουγκραστεί και να κατανοήσει πλέον και ο ίδιος ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, ειδικά από τη στιγμή που η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, φαίνεται πως δυστυχώς το παραβλέπει. Κρίνοντας πάντα από τις πρόσφατες εξαγγελίες της και τα υποτιθέμενα «μέτρα στήριξης» που ανακοίνωσε. Το ΥΠΠΟΑ λειτούργησε εν προκειμένω όχι ως πολιτική αρχή και πολιτιστικός ηγετικός φορέας, παρά μόνον ως «φιλότεχνο σωματείο». Ως χορηγός που η όρασή του πάσχει ταυτόχρονα από γλαύκωμα και υπερμετρωπία. Αφενός στο οπτικό του πεδίο δεν εντάσσεται το όλον και αφετέρου τα μακρινά και δευτερεύοντα προβάλλονται ως κυρίαρχα.

Έτσι ενίσχυσε έμμεσα ή άμεσα, πλην όμως πλουσιοπάροχα, όλες τις αμφιλεγόμενες μη κερδοσκοπικές εταιρείες και μισό-ερασιτεχνικά σωματεία, εξοφλώντας στο ακέραιο και καθ’ υπέρβαση μάλιστα το πάγιο χρέος του προς τα θεσμοθετημένα ρουσφέτια. Βέβαια, δίχως την εύλογη απαίτηση κατάθεσης απολογιστικού έργου και εξαιρώντας ακόμη και εδώ κάποιους τομείς, όπως η μουσική. Ταυτόχρονα, επιχορήγησε (με διπλασιασμό σε κάποιες περιπτώσεις) τους κλειστούς κρατικούς ή εποπτευόμενους φορείς του, που ούτως ή άλλως κάλυπτε τις ανελαστικές τους δαπάνες. Ολοκληρώνοντας έτσι και το σύνηθες πρόγραμμα δημοσίων (και προσωπικών;) σχέσεων με τον συντεταγμένο κρατικοδίαιτο στρατό του.

Ποιους (προφανώς επιλεκτικά) λησμόνησε;

Μα όλους ανεξαιρέτως τους επαγγελματίες της ανοιχτής και ελεύθερης πολιτιστικής αγοράς, τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που παράγουν πολιτισμό και το σύνολο εκείνων που επιχειρούν ρισκάροντας προσωπικά εν ονόματί του.

Τον ιδιωτικό τομέα!

Αντιμετωπίζοντάς τον με απίστευτη επιθετικότητα, υπονομεύοντας την αξιοπιστία του και σχεδόν συκοφαντώντας τον, επιχειρώντας την κοινωνική του απαξίωση, μέσω της «καταγγελίας» των παθογενειών του, όπως η «αχαρτογράφητη πανσπερμία» και η «αδήλωτη εργασία». (Να και μία σημαντική επισήμανση για τον πρόεδρο μίας φιλελεύθερης κυβέρνησης: ιδεοληψία, φοβίες και εχθρότητα απέναντι στο επιχειρείν και την ιδιωτική πρωτοβουλία;)

Επιδεικνύοντας επιπλέον επιλεκτική μνήμη, εφ’ όσον λόγω της κρατικής αμέλειας, αδιαφορίας ή νομοθετικής στρέβλωσης, η πολιτεία ευθύνεται και η ίδια διαχρονικά για τις όποιες και όσες παθογένειες του κλάδου. Αποσιωπώντας σκανδαλωδώς επίσης το αυτονόητο. Ότι όπως σε όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις, δομές ή δράσεις, έτσι και στον καλλιτεχνικό χώρο υπάρχουν αντιθέσεις, διαφορετικές απολαβές, διαφορετικές εργασιακές συνθήκες, διαφορετικά βιοτικά επίπεδα.

Κάποιοι λίγοι, ελάχιστοι παραμένουν (;) υψηλά αμειβόμενοι. Όλοι οι υπόλοιποι είναι απλώς εργάτες της τέχνης, σκληρά εργαζόμενοι, με χαμηλότατες απολαβές, που αναγκάζονται λόγω της τεράστιας ανεργίας να κάνουν (σχεδόν όλοι τους) παράλληλα επαγγέλματα. Δίχως αυτό φυσικά να μειώνει την καλλιτεχνική αξία. Ίσα ίσα που αποδεικνύει την αφοσίωση και την αυταπάρνησή τους. Είναι οι άνθρωποι που, σε

αντίθεση με τους υπόλοιπους Έλληνες, αυτοί δε διακατέχονται από τον φόβο και την ανασφάλεια π.χ. για το αν θα λάβουν κάποτε σύνταξη. Γιατί απλά δεν θα πάρουν ποτέ! Είναι επίσης εκείνο το επιχειρηματικό τοπίο, όπου μικρομεσαίες εταιρείες ή αυτοαπασχολούμενοι επιχειρούν σε ένα πλαίσιο υψηλού ρίσκου, με ελάχιστο προσδοκώμενο όφελος. Για χάρη της ψυχικής ανάτασης, της πνευματικής και συναισθηματικής επιβίωσης, της διασκέδασης του κοινωνικού συνόλου. Για χάρη της Εθνικής Κουλτούρας και της Ιστορίας μας.

Προς χάριν εξευμενισμού λοιπόν του πραγματικού παραγωγικού πολιτιστικού σώματος, το ΥΠΠΟΑ μεταμφιέστηκε στιγμιαία και σε «φιλόπτωχο σωματείο», διανέμοντάς του κυριολεκτικά ψίχουλα! Αποκλείοντάς τον ταυτόχρονα, ωμά και ξεδιάντροπα από την ένταξή του στις άμεσες οικονομικές ενισχύσεις και αποκλείοντας την πρόσβασή του στις έμμεσες, (μέσω των διεξοδικών δράσεων) που το υπουργείο διαφύλαξε ως κόρη οφθαλμού για αποκλειστική χρήση από τις όποιες ευνοούμενες υιοθετημένες σφραγίδες.

Φτάνοντας στο απαράδεκτο σημείο να επιτρέψει, να ενθαρρύνει ή ακόμη και να προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό, «ανοίγοντας» δήθεν το επάγγελμα. Ανοίγοντας φυσικά μόνον όσους επιχειρούν με Έλληνες καλλιτέχνες, αφού για ευνόητους λόγους οι ξένες μετακλήσεις αποκλείονται. Αλλά και εδώ ακόμη ανοίγουν μόνον τους επιχορηγούμενους και προστατευόμενους. Αυτούς που δεν πληρώνουν ενοίκια, φόρους ή μεροκάματα, αυτούς που εισέρχονται στον ανταγωνισμό με μηδενικά κόστη και «πουλώντας» φθηνά εισιτήρια. Τους κρατικούς και εποπτευόμενους φορείς, το Ελληνικό Φεστιβάλ, τα κρατικά θέατρα, τη Λυρική σκηνή, το Μέγαρο Μουσικής κτλ. (παρεμπιπτόντως, απουσιάζει μυστηριωδώς το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης) τα οποία συν τοις άλλοις, με τις ευλογίες, την προτροπή και την αμέριστη έκτακτη (επιπλέον) οικονομική στήριξη του ΥΠΠΟΑ, καλούνται πλέον και να υποκαταστήσουν τις ιδιωτικές πολιτιστικές επιχειρήσεις, κουρσεύοντας ακόμη και το έμψυχο δυναμικό τους. Σαν ένα κακόγουστο αποκριάτικο αστείο, βγαλμένο από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, το κράτος αποφασίζει να υποδυθεί ξανά, ανέξοδα (;) το ρόλο του επιχειρηματία! Η ιστορική μνήμη όμως μας διδάσκει πως συνήθως αυτό το έργο τελειώνει με την πτώχευση!

Κι όλα αυτά εξαιτίας της έπαρσης και της αγωνίας για ένα δημόσιο προσωπικό αποτύπωμα δέκα «πολιτιστικών» φεουδαρχών. Και με αφορμή δράσεις που δήθεν προοριζόταν για την ανακούφιση της πολιτιστικής αγοράς, όπως οι περίφημες 200 δωρεάν εκδηλώσεις σε αρχαιολογικούς χώρους (Παρεμπιπτόντως πάλι, πώς θα είναι δωρεάν αφού θα υπάρχει εισιτήριο εισόδου στον αρχαιολογικό χώρο; ).

Και με άλλοθι φυσικά τον πολιτισμό. Την κοινωνική ανάγκη. Αθώες έννοιες που οδηγούν σε ένοχες πρακτικές. Σε παραδεκτά πανηγυράκια και σε αποικιακά μπιχλιμπίδια που κουνιούνται για να θαμπώσουν τα μάτια των ιθαγενών. Πολιτιστικά μπιχλιμπίδια made in Greece! Η χώρα όπου η ιδεοληψία και η υποκρισία τέμνονται! Κι ο αληθινός κόσμος της τέχνης και της πολιτιστικής αγοράς; Δυστυχώς σιωπηλός και αμήχανος ως συνήθως. Διασπασμένος και ευάλωτος, να επιδεικνύει τη γνωστή του ιώβεια υπομονή, χάριν της μαθηματικά βέβαιης, ατελέσφορης προσμονής του.

Μοναδική φωτεινή εξαίρεση έως τώρα, μία σημαντική, μοναχική φωνή, αυτή του μεγάλου Σταύρου Ξαρχάκου. Που, στην πρόσφατη συνέντευξή του στον Νίκο Ξυδάκη στο Κόκκινο, έξυσε πληγές, τα είπε έξω από τα δόντια, έθεσε το δάχτυλο «επί τον τύπον των ήλων»! Φτάνει; Μας δείχνει το δρόμο αλλά δεν αρκεί. Ίσως όμως φανεί χρήσιμη για την απαραίτητη αφύπνιση. Για την ώρα της αυτοκριτικής (εδώ και τώρα) και της αλλαγής ρότας.

Τη διάρρηξη του συγκεκριμένου αδιέξοδου λοιπόν, το φως στην άκρη του τούνελ, καλούμαστε να το ανακαλύψουμε εμείς οι ίδιοι. Επιτέλους μόνοι μας, εφ’ όσον οι γιορτινές μέρες πέρασαν ανεπιστρεπτί και οι καβαφικοί μας βάρβαροι ξέχασαν να μας αποστείλουν τον πολυαναμενόμενο και πολυδιαφημιζόμενο μποναμά μας. Εμείς, λοιπόν, που απέναντι στην αλαζονεία της εξουσίας, πολιτικής και πολιτιστικής, απέναντι στην εγωκεντρική και μυωπική διαχείριση των υπουργών, γραμματέων και κρατικοδίαιτων διευθυντάδων, απέναντι στην αμετροεπή μανία για τη ναρκισσιστική προβολή τους, οφείλουμε να αντιτάξουμε την ανάγκη επιβίωσης όλων των επαγγελματιών του σύγχρονου πολιτισμού, την ανάγκη διάσωσης της καλλιτεχνικής εργασίας, την ανάγκη προφύλαξης της ποιότητας των πολιτιστικών προϊόντων.

Και σε όσους μας υποτιμούν ως λογιστικό – δημοσιονομικό μέγεθος, να τους θυμίσουμε τον παράλληλο κίνδυνο που αφορά στην επιβίωση της ανθρώπινης, της ελληνικής ψυχής. Όπως ακριβώς την ανέδειξαν και οι επιπτώσεις του πρόσφατου εγκλεισμού μας. Επισημαίνοντάς τους, ότι αυτό τουλάχιστον αδυνατεί να εκληφθεί ως παράπλευρη απώλεια.

Επιβεβαιώνοντας ότι αποτελούμε κι εμείς μία βαριά βιομηχανία στον τομέα της παροχής ψυχικών υπηρεσιών. Αυτή του πνευματικού τουρισμού και της συναισθηματικής περιήγησης, αυτή της πνευματικής και συναισθηματικής εστίασης. Χτυπώντας το καμπανάκι εν όψει της ζοφερής εκείνης προοπτικής, της πολιτισμικής πτώχευσης της κοινωνίας. Διεκδικώντας επιτέλους την κατοχύρωση του αυτονόητου: ότι δηλαδή πολιτισμό παρέχει ανέκαθεν ο ιδιώτης, ο άνθρωπος κι όχι οι εκάστοτε «άπονες εξουσίες»!

Προβάλλοντας απέναντι στην ένδεια κουλτούρας και στα ψευδοφιλότεχνα συναισθήματα την πραγματικότητα: Εμείς φουρνίζουμε καθημερινά τα καρβέλια της πολιτιστικής τροφής και σε εμάς θα τα αναζητήσει ο κόσμος. Όπως τα σταρένια καρβέλια κανείς δε τα ψάχνει σε ερασιτέχνες φουρνάρηδες και αντίστοιχα τα ρούχα ή τα παπούτσια. Φτάνει πια. Εκτός από την υποκειμενική γραφικότητα, υπάρχει και μία αντικειμενική πραγματικότητα.

Τί κάνουμε λοιπόν;

Κατ’ αρχάς διευρύνουμε τον μεταξύ μας διάλογο με τη συμμετοχή όλων των φορέων, των επιχειρήσεων, των καλλιτεχνών και των εργαζομένων στο χώρο της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Επιλύοντας τις αντιφάσεις, εξομαλύνοντας τις αντιθέσεις και κυρίως συνθέτοντας τις απόψεις, δομώντας κοινά αιτήματα και ισχυρούς πόλους, ανοίγοντας τα backstage στο κοινό, ενημερώνοντας τον κόσμο, χτίζοντας κοινωνικές συμμαχίες.

Στη συνέχεια, απαιτούμε, επιβάλουμε άμεσα, εδώ και τώρα την έναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου με το ΥΠΠΟΑ, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και όλους τους πολιτιστικούς φορείς. Διεκδικώντας μαχητικά (τίποτα δε χαρίζεται) τους όρους επιβίωσης του καλλιτεχνικού κλάδου. Την παράταση της ένταξης στα οριζόντια μέτρα, την άμεση σύσταση επαγγελματικών καλλιτεχνικών μητρώων (σε συνδυασμό με την ελεύθερη πρόσβαση των επαγγελματιών στις εξαγγελθείσες δράσεις), το άνοιγμα των αντίστοιχων προκηρύξεων, την άμεση οικονομική στήριξη εταιρειών και εργαζομένων, την άρση των όρων αθέμιτου ανταγωνισμού από τους εποπτευόμενους φορείς.

Τέλος, καταθέτοντας ταυτόχρονα κι ένα δικό μας σχέδιο εξόδου. Συγκεκριμένες προτάσεις – οχήματα διαφυγής προς τα εμπρός. Σοβαρές και τεκμηριωμένες. Ίσως τότε φέξει κάτι στην άκρη, ίσως βρούμε επιτέλους την έξοδο από τον σκοτεινό λαβύρινθο του κορονοϊού.

* Ο Γιώργος Μουστάκας είναι μάνατζερ πολιτιστικών εκδηλώσεων

ΚορονοϊόςκαλλιτέχνεςσυναυλίεςΥΠΠΟΑ