Απόψεις|20.07.2020 13:04

Πηγή προβληματισμού ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Θεόδωρος Ι. Θεοδώρου

Το Συμβούλιο Κορυφής περνά στην ιστορία επειδή είναι το πρώτο με φυσική συμμετοχή αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων υπό την εξελισσόμενη πανδημία. Οι ηγέτες της Ευρώπης υποχρεώνονται να επικοινωνούν και να εμφανίζονται μπροστά στους λαούς τους εφαρμόζοντας συγκεκριμένο πρωτόκολλο κοινωνικής παρουσίας.

Σε μία ευρεία συνύπαρξη όπως η Ευρωπαϊκή, η επίτευξη σύγκλισης αποτελεί μία ουσιαστική και δύσκολη άσκηση. Το έργο του Έλληνα Πρωθυπουργού, συνθετότερο των υπολοίπων ηγετών, απαιτεί επιτυχημένους χειρισμούς για αίσια κατάληξη της Ευρωπαϊκής προσπάθειας που εξασφαλίζει το πολιτικό και οικονομικό μέλλον της ΕΕ και ταυτόχρονους εξειδικευμένους χειρισμούς υψηλής πολιτικής και διπλωματίας για τις ελληνικές επιδιώξεις, ώστε και οι πιο δύσκολοι εταίροι να πεισθούν ότι η συνολική πολιτική και οικονομική προσπάθεια αποτελεί συνειδητή υπέρβαση σε μία στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος βιαίως υποχρεώνεται να εισέλθει στη νέα εποχή.

Τη βιαιότητα των ημερών σε βάρος των στόχων της ΕΕ εντείνει η στάση της Τουρκίας. Στοχοποιώντας δύο κράτη μέλη, την Κύπρο πρωτίστως και την Ελλάδα, θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να παρανομεί και να αθετεί τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και της διεθνούς κοινότητας.

Πολύ έμπειροι ακαδημαϊκοί, αναλυτές, ερευνητές των διεθνών σχέσεων, πολιτικοί, διπλωμάτες και ερευνητικά κέντρα με απόλυτη καθαρότητα, ξεπερνώντας ταμπού και προκαταλήψεις, συμβάλλουν στην αντιμετώπιση ενός σύνθετου, θα έλεγα καλύτερα πολύπλοκου θέματος, στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο, που απειλεί σοβαρά τη διεθνή ειρήνη, τη συνοχή του ΝΑΤΟ, τα γεωστρατηγικά συμφέροντα μας στην περιοχή και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Ανέτρεξα στις πηγές, στην αρθρογραφία, αλλά και στη βιβλιογραφία. Διαπίστωσα ότι το σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ και τα θεσμικά της Όργανα πολλές φορές έχουν αναφερθεί στις προοπτικές και στις πραγματικές δυνατότητες εκτόνωσης των σχέσεων με την Τουρκία, χωρίς απειλές και εκβιασμούς. Συμφωνίες και πρωτόκολλα προκύπτουν αβίαστα ως αποτέλεσμα αυτής της σοβαρής πολιτικής συμπεριφοράς, όπως αποκαλύπτεται από την ανάγνωση των πρακτικών, αλλά και από την διπλωματική δραστηριοποίηση, εμπειρία και πρακτική.

Τί συμβαίνει όμως και παγιώνεται ένταση και αντιθέσεις ειδικά με δύο κράτη μέλη της ΕΕ χωρίς και τα υπόλοιπα να αποφεύγουν την τουρκική πολιτική πρόκληση και υπερβολή;

Από τη θέση του παρατηρητή, έξω πλέον από το Υπουργείο Εξωτερικών, και ως Γενικός Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου ΜΟΗΑ, προβληματίζομαι για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους ακόλουθους λόγους:

  1. Μετά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, η Επιτροπή πολλές φορές ξέχασε τον θεσμικό ρόλο του θεματοφύλακα των Συνθηκών και προχώρησε σε τακτικές που δυναμιτίζουν τα θεμέλια της ΕΕ.
  2. Με τη συμπεριφορά της δυστυχώς θίγει τα μέλη της Κύπρο, Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και δημιουργεί εσφαλμένη εντύπωση στην Άγκυρα ότι εξασφαλίζει την ανοχή της θεσμικής ΕΕ.
  3. Η Επιτροπή με πολύ μεγάλη ευκολία παραμερίζει θεμελιώδεις αρχές που οφείλει να υπερασπίζεται, όχι ως δικαίωμα επιλογής, άλλα ως θεσμική επιταγή που δεν μπορεί να την αποποιείται κατά βούληση.
  4. Η Επιτροπή σε οικονομικά και ανθρωπιστικά θέματα λειτουργεί σαν μεγάλη ΜΚΟ και στηρίζει μικρότερες κυβερνήσεις, αλλά στην εφαρμογή θεμελιωδών αποφάσεων που στηρίζονται στις επιταγές των Συνθηκών έρχεται σε σύγκρουση με τις νομικές υπηρεσίες των υπολοίπων θεσμικών οργάνων και κυρίως του Συμβουλίου.

Για την εγκυρότητα της παρουσίασης θα αναφερθώ σε παραδείγματα που έχουν καταγραφεί από την πλευρά των μελών, αλλά και των θεσμών της ΕΕ:

  • Η Επιτροπή παρόλο που φέρει απόλυτη τη θεσμική ευθύνη εφαρμογής των Συνθηκών αποδέχεται ακόμη και σήμερα την μερική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου στο σύνολο της Κυπριακής Δημοκρατίας επειδή αυτό απαιτεί η δύναμη κατοχής.
  • Προχώρησε στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, που έχει εισβάλει και κατέχει έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
  • Η Άγκυρα διαχρονικά προκαλεί δημόσια την ΕΕ κατά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις δηλώνοντας ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.
  • Παρά την στρεφόμενη κατά των Συνθηκών τουρκική συμπεριφορά ο θεματοφύλακας συνεχίζει να προωθεί τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και να καταβάλλει τα συνδεδεμένα κονδύλια τη στιγμή που η Τουρκία θεωρεί αιτία πολέμου κάθε αξιοποίηση των άρθρων του δικαίου της θάλασσας το οποίο έχει ενσωματωθεί στο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.
  • Δεν λαμβάνονται μέτρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, ώστε η Τουρκία να προσαρμοσθεί στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι της ΕΕ. Αντίθετα, προσπαθεί με κάθε νομικό τέχνασμα να αποδυναμώσει προτάσεις που θα ανάγκαζαν την Τουρκία να προσαρμοσθεί στις απαιτήσεις της ενταξιακής της προσδοκίας.
  • Δεν αντιδρά και δεν επαναφέρει στην τάξη κράτη μέλη που έχουν δηλώσει, ότι όταν η διαπραγμάτευση με την Τουρκία ολοκληρωθεί επιτυχώς, αυτά θα προκηρύξουν εσωτερικά δημοψηφίσματα για να αποφασίσουν οι λαοί τους, αντίθετα στις επιταγές των Συνθηκών, εάν η Τουρκία δικαιούται να καταστεί πλήρες μέλος της ΕΕ.

Η άμεση εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου στην Κύπρο δίνει άμεση πολιτική και θεσμική απάντηση σε όλα τα θέματα, που η Τουρκία αυθαιρέτως θεωρεί ότι παραμένουν σε εκκρεμότητα.

Εάν η Επιτροπή έχει δυσκολία με τη μεγάλη τήβεννο του θεματοφύλακα υποχρεούται να απαντήσει σε πλειάδα σχετικών ερωτημάτων που λογικά θα απευθύνει η κοινωνία στον Ευρωπαίο Συνήγορο του Πολίτη.

ΚύπροςΕυρωπαϊκή ΕπιτροπήΤουρκίαΕΕ