Απόψεις|28.07.2020 15:09

Στον αποκωδικοποιητή της Σεμίνας Διγενή: Ο Τσαρούχης, η Αλίκη, ο έρωτας και η «Άλλη»

Σεμίνα Διγενή

Φέτος η συνάντησή μου μαζί τους έχει οριστεί σε μεταμεσονύχτιο χρόνο, χωρίς θόρυβο, κάμερες και φωτογράφους. Εκεί που τους συναντούσα πριν από πολλά χρόνια, στο «Χάραμα». Στον Τσιτσάνη και στην Μπέλλου, στην Καισαριανή.

Μας συνδέουν φιλίες κοσμικές σε αυτόν τον γαλαξία. Φιλίες χωρίς ανταλλαγές, ενεργητικές.

Η συνάντηση αυτή θα καταγραφεί μόνο από φαντασίας και μνήμης. Η χειρονομία της έχει χαρακτήρα επικαιρικό, συναισθηματικό. Δεν ζητά να οικειοποιηθεί το παρελθόν, αλλά να μιλήσει μέσα από αυτό, για το μέλλον.

Εκείνος έχει μελετήσει με τα μάτια τις μορφές των πραγμάτων, εκείνη με τις λέξεις την παραφορά των ανθρώπων. Θα μπορούσαν να κάθονται απέναντι, στο ίδιο άδειο τραπέζι.

Από το ίδιο τραπέζι που άκουγα την Μπέλλου να τραγουδά δίπλα στον Τσιτσάνη το «Μη μου ξαναφύγεις πια, μάγκα μου». Ημουν εκεί τη νύχτα που χόρεψε ο Τσαρούχης εκείνο το ζεϊμπέκικο.

Το ξανθό κορίτσι χαμογελάει, παίζει με το χρυσό κομπολογάκι του και σιγοψιθυρίζει:

«Ηταν άδικος ο χωρισμός. Και ανυπολόγιστα σκληρός…».

Υστερα γυρίζει και του λέει:

-Γιάννη, θεωρείς τον εαυτό σου είδωλο;

«Οχι, Αλίκη μου. Με έκαναν είδωλο γιατί υπάρχει δίψα ειδώλων».

-Σε υποστήριξαν, όμως, πολύ στη ζωή σου, με πάθος και αγάπη.

«Μπα... Δεν νομίζω. Είναι ειδικά ταλέντα της αλληλοϋποστήριξης και της αλληλοπροστασίας. Εμένα πατρίδα μου ήταν το ατελιέ μου… Μόνο η δουλειά μου με υποστήριξε. Εσύ όμως αγαπήθηκες πολύ…».

-Αγαπήθηκα και χτυπήθηκα πολύ, αλλά επιτέλους δεν με νοιάζει. Ο κόσμος, Γιάννη, σήμερα δεν σου φαίνεται κάπως εξωπραγματικός;

«Νομίζω πως εκεί κάτω ζουν μια πραγματικότητα αποκρουστική, μια πραγματικότητα δυσώδους εκχυδαϊσμού. Το πάθος αυτού του κόσμου τους είναι ο εκχυδαϊσμός. Γεμάτος απόλυτες υποκειμενικότητες. Κανένα ιστορικό νόημα».

-Πώς σου φαίνεται σήμερα η Αθήνα;

«Οπως πάντα. Απαίσιο σκηνικό, ωραία φωτισμένο!».

-Πιστεύεις ακόμη ότι «Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις»;

«Να ξεκαθαρίσω κάτι, εγώ διέδωσα αυτήν τη φράση, που ανήκει στον κομμουνιστή ηθοποιό Τζαβαλά Καρούσο. Εκείνος το είπε, για σκηνοθέτες που πάνε στο εξωτερικό, βλέπουν παραστάσεις, γυρίζουν και δηλώνουν σκηνοθέτες. Κι ύστερα διορίζονται από υπουργούς Πολιτισμού».

-Δεν μου λες, βρε Γιάννη, ο έρωτας είναι μονογαμικός;

«Ο έρωτας όταν είναι μανιακός δεν μπορεί να είναι μονογαμικός. Τουλάχιστον στα αγόρια. Εσείς τα κορίτσια ενοχοποιείτε πιο εύκολα την πολυγαμικότητα. Παιδεύετε έτσι πολύ τα αγόρια. Με μια παράδοξη πνιγηρότητα».

-Εμένα ο έρωτας ο άπιστος με έκανε πάντα να κλαίω.

«Γιατί εναπόθετες σε αυτόν πάντα την ελπίδα σου για σωτηρία. Εμένα η μόνη καθαρή αλήθεια που έσωσε τη ζωή μου ήταν η Ομορφιά. Αυτή ήταν η μοναδική φλόγα. Ολα τα άλλα ήταν καχύποπτα, δεν πίστεψα ποτέ στις ερωτικές ευαισθησίες».

-Καλύτερα που φύγαμε λες;

«Σίγουρα. Στην Ελλάδα ποτέ δεν σου συγχωρούν την επιτυχία».

-Η κατάρρευση σε έχει απασχολήσει ποτέ, Γιάννη;

«Αυτή που έχει ήδη συντελεστεί; Η χώρα αυτή, Αλίκη, είναι αξιοθαύμαστη και ταυτόχρονα αξιολύπητη. Οι Ελληνες ξέρουν να ανακαλύπτουν το ωραίο και να το γκρεμίζουν».

-Πάντα μου άρεσε αυτό που έλεγες ότι «ελληνικό είναι ό,τι απαγορεύει η Αστυνομία»…

Γελάνε.. Εκείνη βγάζει το Miss Dior της και ψεκάζει ελαφρά το στρίφωμα της φούστας της.

-Πρόσεξες πως τον τελευταίο καιρό ασχολούνται πολύ μαζί μου στο Facebook;

«Γιατί, έπαψαν ποτέ;».

-Οχι, όχι, τώρα ασχολούνται με έναν άλλο τρόπο. Ενας φίλος μου θεατρικός συγγραφέας, μάλιστα, ο Μάνος Λαμπράκης, ανακάλυψε -λέει- το «Χαμένο ημερολόγιο της Αλίκης»! Ακου τώρα...

«Αληθινό ημερολόγιο εννοείς; Γραμμένο από εσένα;»

-Οχι βέβαια. Αλλά... ίσως και ναι. Θέλω να πω ότι διαβάζοντάς το αυτές τις μέρες με «είδα» μέσα του. Ηταν σαν να μιλούσα εγώ, για όσα δεν τόλμησα να πω εκεί κάτω.

«Το θεωρείς πλήρες, δηλαδή;».

-Ισως να συμπλήρωνα κάτι. Να, άκου τι θα έγραφα:

Δεν έχω υπάρξει ποτέ αποδιοργανωμένη. Αυθόρμητη ναι, αποδιοργανωμένη ποτέ. Ούτε στον έρωτα.

Τα βράδια κρατάω σημειώσεις χαοτικές. Εγώ η αλλοπρόσαλλη «άλλη». Ειδικευμένη στην «άλλη».

Εχω μια θλίψη έντονη και συνεχή. Δεν τη μετατρέπω ωστόσο σε υστερία. Είμαι εκεί. Πότε «αυτή», πότε η «άλλη».

Συχνά τα βράδια με πιάνουν κρίσεις απόγνωσης. Αισθάνομαι μόνη. Ο κόσμος μου εκείνη την ώρα μοιάζει θαμπός. Ο καθρέφτης σπάει. Είμαι η «άλλη». Είμαι η εύθραυστη «άλλη».

Οταν χάνομαι, βιάζομαι να με ξαναβρώ και να ενσωματώσω την «άλλη».

Μου αρέσει ο Στρίντμπεργκ. Στο βάθος του εαυτού μου.

Στα όνειρά μου είμαι σαν νεκρή. Ωθούμαι προς τον θάνατο. Είμαι 7 χρόνων. Είναι κάτι σαν νεύρωση. Επιθυμία μου στο όνειρο είναι να αναγνωριστώ «νεκρή».

Η μέρα στη Στησιχόρου ξεκινάει το μεσημέρι. Κρίσεις μελαγχολίας. Καταπιέζομαι, μεταμορφώνομαι, επανεμφανίζομαι, εξαφανίζομαι, με τελειώνω.

Μέσα μου παλεύει μια νεότητα καταφατική. Ψευδής νεότητα. Απελπισμένη νεότητα.

Ξαναδιαβάζω την ημερομηνία 20 Ιουλίου. Μέρα πένθους. Εσωτερικευμένου. Αναπαράγω μέσα μου αφηρημένα τον θάνατο του πατέρα μου... Ο υπέρτατος βαθμός πένθους. Υστερα γελάω. Ξανασυναντάω το κοριτσάκι στον μαυροπίνακα. Η Αγία Αλίκη. Από μόνη της κατηγορία. Παρενοχλήσεις, μοχθηρία, λεφτά, το κοινό μου, το «άλλο» κοινό, παιδικά παιχνίδια, τραύματα, η αληθινή «άλλη», η ψεύτικη «άλλη», ταλαιπωρίες, επιθυμίες, ταραγμένες αγάπες.

Με αποδέχονται πάντα για την «άλλη». Είμαι αλήθεια η «άλλη»; Ποια είμαι στ’ αλήθεια; Και κάτω από ποια συνθήκη γίνομαι η «άλλη»;

Στις φωτογραφίες αυτές είμαι μόνη στην πλατεία του θεάτρου «Αλίκη». Πλήττω. Αλλά χαμογελάω. Αυτό μου ζητάει η Αθηνά Λεκκάκου. Είμαι μουντή, το ξέρω.

Πάντα φοβάμαι τη μοναξιά. Να μην έχω κανέναν στο σπίτι που να μπορώ να τον ρωτήσω «με αγαπάς και σήμερα;». Ολη μου η ζωή είναι παρούσα μέσα σε αυτό το ερωτηματικό: «Με αγαπάς και σήμερα;».

Φλυαρώ. Γελάω. Κάνω σχέδια. Αντιμέτωπη μόνο με ερωτηματικά αποδοχής. Θέλω να με αποδέχεσαι για αυτό που με αγαπάς. Πυρακτωμένα να με αγαπάς. Με αφοσίωση. Καθαρά. Μόνο εμένα.

Διαβάζω τα γράμματα που μου στέλνεις. Ενας κόμπος στον λαιμό. Είμαι συχνά αδιαπέραστη. Απόλυτα σκληρή.

Βγαίνω, διασκεδάζω σε συναθροίσεις πολυάνθρωπες, επενδύω σε αυτές τις ώρες ελαφράδας. Μου αρέσουν τα gay μπαρ. Εκεί τα αγόρια με υπολογίζουν αλλιώς. Δίχως αντιφάσεις. Είμαι η μία.

Θέλω να ξανακουρέψω τα μαλλιά μου κοντά. Αγορίστικα. Θέλω να μοιάζω αγόρι. Θέλω να είμαι ένα αγόρι σε σώμα γυναίκας.

Κι ύστερα θυμάμαι την πρώτη νύχτα του γάμου στους Δελφούς. Στην άκρη του κρεβατιού. Είμαι γυναίκα. Αλλά δίχως ανακούφιση. Πανικόβλητη. Μου λέει «έλα να σε πάρω αγκαλιά, Αλίκη».

Δεν απαντάω. Μονάχα μια εξαιρετικά αυξανόμενη αίσθηση ματαιότητας νιώθω. Υποφέρω; Θέλω να ανοίξω την πόρτα του δωματίου να πέσω από το μπαλκόνι. Ανοίγω την πόρτα. Κοιτάω τον αρχαίο ναό του Απόλλωνα. Τον φαντάζομαι σε χρόνο ενεστώτα. Τι είναι «τα πάντα» για μένα; Αποφασίζω πως τα πάντα για μένα είναι ένα παιδί. Αυτό θα είναι το μέτρο της επιθυμίας μου τους μήνες που θα ακολουθήσουν αυτό τον κινηματογραφημένο γάμο στους Δελφούς. Ενα παιδί. Θέλω να ζήσω παθιασμένα και χωρίς νευρικότητα αυτό το θαύμα, τη γέννηση ενός παιδιού. Απέναντι στην ασχήμια των ανθρώπων που με τρομάζει, εγώ θα γεννήσω αυτό το παιδί. Θα γίνω αυτή η καινούργια «άλλη».

Εχω έναν κόμπο στον λαιμό. Φοβάμαι τον θάνατο, τη μοναξιά. Είμαι ξαπλωμένη σε ένα δωμάτιο δίπλα στη θάλασσα. Φοράω ένα ροζ νυχτικό. Στο αριστερό μου χέρι κρατάω το μαθητικό μου καθρεφτάκι και στο δεξί ένα χρυσό κομπολογάκι. Στο κομοδίνο έχω αμυγδαλωτά. Στο μυαλό μου η φράση που λέγαμε ο ένας στον άλλον όλη μας τη ζωή: «Με αγαπάς και σήμερα;».

Ο Τσαρούχης ψιθυρίζει σε αυτό το χειμωνιάτικο καλοκαίρι, που ξέσπασε ξαφνικά μπροστά του: «Η μυστική χαρά του έρωτα είναι η εκδίκηση». Την ακούει να ρωτάει:

-Είμαστε αιώνιοι, Γιάννη μου;

Την κοιτάει στα μάτια, της πιάνει τα χέρια, τα φιλάει.

«Είμαστε, ωραία μου κυρία. Στο θέατρο όλα γίνονται!».

Τσιτσάνης και Μπέλλου, εκεί στο «Χάραμα» του ουρανού, τραγουδάνε για δύο μάγκες που έφυγαν:

«Ηταν άδικος ο χωρισμός

και ανυπολόγιστα σκληρός.

Μη μου ξαναφύγεις πια, μάγκα μου,

μείνε μες στην αγκαλιά μου...».

Fade out.

Βασίλης ΤσιτσάνηςΑλίκη ΒουγιουκλάκηΣεμίνα Διγενή