Απόψεις|29.07.2020 19:07

Όταν όλα τριγύρω (πράγματι) αλλάζουν, πρέπει η Ελλάδα να μένει ίδια;

Βαγγέλης Παπακωνσταντίνου

Πριν από λίγες μέρες το Δικαστήριο της ΕΕ εξέδωσε απόφαση (Schrems II) με την οποία ακυρώνει το ρυθμιστικό πλαίσιο που είχαν συμφωνήσει ΕΕ και ΗΠΑ για τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων. Αυτή η απόφαση είναι η δεύτερη στη σειρά που κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα: Πριν από πέντε χρόνια, με την απόφασή του Schrems Ι, το ίδιο δικαστήριο ακύρωσε και το προηγούμενο πλαίσιο διαβίβασης δεδομένων μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής. Για τη νομική ανάλυση και τις επιπτώσεις και της δεύτερης αυτής απόφασης έχουν ήδη γραφτεί πολλά (για παράδειγμα, εδώ και εδώ) και αναμένεται να γραφτούν ακόμα περισσότερα. Εδώ όμως δεν σκοπεύω να κάνω νομική ανάλυση. Η απόφαση Schrems II είναι ένα χρήσιμο παράδειγμα για να αναδείξω τη σύγχρονη παγκόσμια πολυπλοκότητα.

Το παγκόσμιο σκηνικό σήμερα δεν θυμίζει σε τίποτα εκείνο του Ψυχρού Πολέμου, όπου οι σημαντικές αποφάσεις για κάθε γωνιά της γης λαμβάνονταν κεντρικά και αποφασιστικά είτε από τις ΗΠΑ είτε από την, τότε, Σοβιετική Ένωση. Ούτε βέβαια και τον προηγούμενο από εκείνον κόσμο, όπου οι κυβερνήτες τεσσάρων ή πέντε χωρών αποφάσιζαν για ολόκληρο τον πλανήτη – και τελικά τον έσυραν σε δύο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους.

Σε πλήρη αντίθεση με όλα αυτά που γνωρίζαμε μέχρι τώρα, οι αποφάσεις σήμερα ούτε κεντρικά λαμβάνονται ούτε είναι ελεγχόμενη η επιβολή τους. Σε περιβάλλον παγκοσμιοποίησης οι αποφάσεις των ΗΠΑ ή της Ευρώπης δεν προέρχονται αποκλειστικά από τις κυβερνήσεις τους αλλά από ένα σωρό μικρότερα κέντρα εξουσίας που όχι μόνο καταφέρνουν να συμπαρασύρουν όλη τη χώρα τους στους επιμέρους τομείς της αρμοδιότητάς τους αλλά μάλιστα δεν διστάζουν και να συγκρουστούν με την ίδια την κεντρική τους κυβέρνηση, αν χρειαστεί.

Επίσης, τα ανώτατα δικαστήρια έχουν εξελιχτεί σε αστάθμητο παράγοντα που πράγματι, δυστυχώς, παράγει πολιτική. Τέλος, πολλοί παγκόσμιοι οργανισμοί, από τον ΟΗΕ μέχρι οργανισμούς πιστοποιήσεων και διεθνών προτύπων, παίρνουν αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα όλων μας.

Το ίδιο ισχύει, σε μικρότερο ομολογουμένως βαθμό, και με την Κίνα ή τη Ρωσία. Αν και εκεί η κεντρική κυβέρνηση καταφέρνει να ελέγξει το εσωτερικό τους αποτελεσματικότερα από ό,τι σε Ευρώπη και Αμερική (χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι το δικό τους σύστημα είναι προτιμότερο – κάθε άλλο!) η ενιαία εικόνα τους σε εμάς τους τρίτους στο εξωτερικό ενδεχομένως αδικεί την πραγματική εικόνα στο εσωτερικό τους, όπου και πάλι η πολυπλοκότητα, ιδίως σε τόσο αχανείς χώρες, είναι δεδομένη.

Η παραπάνω απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ είναι ενδεικτική του παγκοσμιοποιημένου, πολύπλοκου πολιτικού περιβάλλοντος: Η Κομισιόν κουράστηκε πολύ να επιτύχει δύο συμφωνίες με τους Αμερικανούς για κάτι (διαβίβαση προσωπικών δεδομένων) το οποίο εκείνοι θεωρούν αυτονόητο μεταξύ δημοκρατικών κρατών την εποχή του ίντερνετ. Όμως, το Δικαστήριο της ΕΕ όχι μόνο δεν σεβάστηκε πολιτικές ισορροπίες ή και την πολιτική απόφαση της Κομισιόν να συνεργαστεί με τους Αμερικανούς παρά το γνωστό σε όλους χαμηλότερο επίπεδο προστασίας προσωπικών δεδομένων που παρέχουν, αλλά δεν δίστασε να τινάξει τις σχετικές συμφωνίες στον αέρα, και μάλιστα δύο φορές. Την ευρωπαϊκή πολιτική, επομένως, στο θέμα αυτό για το μέλλον στην ουσία την επέβαλε το Δικαστήριο και όχι η Κομισιόν, το Συμβούλιο ή το Κοινοβούλιο.

Το μάθημα για την Ελλάδα

Ποιο είναι το μάθημα για την Ελλάδα; Το πιο απλό από όλα, ότι δηλαδή εν έτει 2020 δεν μπορεί να αντιμετωπίζει τον παγκόσμιο χάρτη με όρους, αντιλήψεις, πολιτικές και οργάνωση που ανάγονται στην μετα-απελευθερωτική (1821) περίοδο. Τότε η κεντρική διοίκηση πάσχισε με κάθε τρόπο να συγκεντρώσει στα χέρια της τις αρμοδιότητες χάραξης και εφαρμογής εθνικής πολιτικής. Ίδρυσε θεσμούς (πανεπιστήμια, οργανισμούς, τράπεζες) που αναφέρονται στην ίδια και εφάρμοσε οργανωτικές δομές σχήματος πυραμίδας, με την ίδια στην κορυφή. Η προσπάθεια πέτυχε – και το «επιτελικό κράτος» δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ακόμα βήμα εμβάθυνσης αυτής της πολιτικής.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι όταν εμείς φτάσαμε στο σημείο να περιμένουμε εθνική πολιτική μόνο από τα υπουργεία ή το Μαξίμου, ο κόσμος γύρω μας άλλαξε. Σήμερα διεθνή πολιτική συνδιαμορφώνουν εκτός από τις εθνικές κυβερνήσεις και πολλοί άλλοι δημόσιοι και ιδιωτικοί οργανισμοί, η κοινωνία των πολιτών, μέχρι και τα εθνικά (ανώτατα) δικαστήρια. Όλοι αυτοί, ελέω παγκοσμιοποίησης, συνομιλούν πια απευθείας μεταξύ τους, παράλληλα ή ακόμα και παρακάμπτοντας εθνικές κυβερνήσεις.

Καθώς επομένως σήμερα τα παγκόσμια κέντρα εξουσίας έχουν πολλαπλασιαστεί η ελληνική κεντρική κυβέρνηση είναι αδύνατο να τα προλαβαίνει όλα. Είναι, με άλλα λόγια, αδύνατο τα ελληνικά υπουργεία να εξασφαλίζουν ικανοποιητική συμμετοχή της χώρας σε όλα τα διεθνή fora που συναποφασίζουν και συνδιαμορφώνουν τον κόσμο γύρω μας.

Η απουσία ή η ανεπαρκής εκπροσώπηση της Ελλάδας της στερεί τη δυνατότητα συμμετοχής και συνδιαμόρφωσης των παγκόσμιων πολιτικών που αύριο θα την επηρεάζουν άμεσα. Προκειμένου επομένως να μην απωλεσθεί στην ουσία εθνική κυριαρχία αλλά και, γιατί όχι, να αποκτηθεί παγκόσμια πρωτοπορία, απαιτούνται ριζικές αλλαγές, προς την κατεύθυνση αποκέντρωσης των πολιτικών αποφάσεων.

Εθνική πολιτική και διεθνή εκπροσώπηση της χώρας μπορούν και πρέπει να παράγουν και επιμέρους οργανισμοί στους τομείς αρμοδιότητάς τους. Η προώθηση των εθνικών υποθέσεων διεθνώς πρέπει να ενταχθεί στην ατζέντα, και στον προϋπολογισμό, όλων. Η κεντρική διοίκηση οφείλει να αποδεχτεί ότι πλέον υπάρχουν και άλλα κέντρα εξουσίας, να τα εμπιστευτεί, να τους προσφέρει αρμοδιότητες και να στηρίξει το έργο τους.

Επιστροφή στις τοπικές διοικήσεις της παλιάς Ελλάδας; Ίσως, αλλά υπό νέα, τεχνολογική καινοτόμο, οπτική. Αυτό άλλωστε είναι και το βασικό δίδαγμα του σύγχρονου, ψηφιακού, κόσμου, η επαναξιολόγηση όλων των δεδομένων και όλων των συνθηκών με τις οποίες μεγαλώσαμε και έχουμε συνηθίσει. Όσο νωρίτερα το καταλάβουμε, τόσο καλύτερα θα προλάβουμε να (επανα)τοποθετηθούμε στον σύγχρονο παγκόσμιο χάρτη.

ΤουρκίααποκέντρωσηΔικαιοσύνη