Απόψεις|02.08.2020 13:33

Το ολίσθηµα της Προέδρου της Δημοκρατίας

Νίκος Μπίστης

Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωµα στο λάθος. Και η Πρόεδρος της Δηµοκρατίας. Ταυτοχρόνως έχει υποχρέωση επανόρθωσης, στον βαθµό βέβαια που θα αντιληφθεί το λάθος και χρονικά θα έχει δυνατότητα επανόρθωσης. Και η Κατερίνα Σακελλαροπούλου θα έχει τουλάχιστον τρεις ευκαιρίες να αναδιατυπώσει τη σκέψη που διατύπωσε φέτος στην Επέτειο για την Αποκατάσταση της ∆ηµοκρατίας. Είπε: «Στις µέρες µας η ∆ηµοκρατία συχνά αποµυθοποιείται και γίνεται αντικείµενο οξείας κριτικής. Ιδίως από τους λαϊκιστές και τους ακραίους κάθε πολιτικής κατεύθυνσης. Οµως η ∆ηµοκρατία µας έχει βάθος, ιστορικό και κοινωνικό, και κανείς δεν µπορεί να την υποτιµά και να την ευτελίζει».

Η τρίτη πρόταση θα µπορούσε να σταθεί αυτοτελώς και να επικροτηθεί από όλους. Σε συνδυασµό όµως µε τις δύο προηγούµενες το νόηµα παραµορφώνεται και ακόµα χειρότερα εντάσσεται στο τρέχον κυβερνητικό αφήγηµα. Κατ’ αρχάς αποτελεί δύναµη της ∆ηµοκρατίας ότι επιτρέπει την οξεία κριτική. Αν αυτή η κριτική βρίσκει έδαφος -σε βαθµό αποµυθοποίησης, όπως λέει η Πρόεδρος-, καλό είναι να αναζητηθούν οι βαθύτερες αιτίες που οδηγούν στην υποτίµηση και στον ευτελισµό της και χιλιάδες ανθρώπους στην αποχή από την εκλογική διαδικασία.

Ο εντοπισµός της αποκλειστικής ευθύνης σε κάποια από τα συµπτώµατα είναι πολύ επιφανειακή προσέγγιση. Η επιστράτευση δε του πανταχού παρόντος και απίστευτα βολικού λαϊκισµού και της θεωρίας των δύο άκρων -έστω και διαφορετικά διατυπωµένης- είναι εξόχως προβληµατική. ∆ιατυπώθηκε, δε, αυτή η ανιστόρητη θεωρία την ηµέρα µνήµης για την Αποκατάσταση της ∆ηµοκρατίας. Μπροστά µάλιστα σε ανθρώπους οι οποίοι αντιστάθηκαν στη χούντα κατά πλειοψηφία µέσα από τις γραµµές της ποικιλόµορφης τότε κοµµουνιστικής Αριστεράς, του «άκρου» δηλαδή το οποίο κατά την εν λόγω θεωρία βαρύνεται ισοδυνάµως µε το φασιστικό-ακροδεξιό. Είµαι βέβαιος ότι η Πρόεδρος θα ισχυριστεί ότι δεν ήταν αυτή η στόχευσή της. ∆εν µας έχει δώσει, εξάλλου, άλλα δείγµατα απουσίας ενσυναίσθησης και ιστορικής µνήµης. Οµως, όπως η Ιστορία έχει βάρος και γι’ αυτό η προσέγγισή της πρέπει να γίνεται µε σοβαρότητα για να µην εκφυλιστεί σε έναν επικίνδυνο αναθεωρητισµό, έτσι και οι λέξεις και η χρονική επιλογή χρήσης τους έχουν βάρος. Για να το δώσω µε ένα παράδειγµα: ∆εν µπορείς την ηµέρα της επετείου της µάχης του Στάλινγκραντ να µιλήσεις για τη σύγκρουση των δύο άκρων, γιατί παραχαράσσεις την Ιστορία και δίνεις ελαφρυντικά στον ναζισµό.

Οποια γνώµη και αν έχεις για τον Στάλιν, τη Σοβιετική Ενωση, την περιπέτεια του κοµµουνισµού, η Ιστορία έγραψε -και αυτό δεν αλλάζει- ότι εκεί ηττήθηκε το απόλυτο κακό και διασώθηκε ό,τι είχε αποµείνει από τον παγκόσµιο και τον ευρωπαϊκό πολιτισµό. Για τον ίδιο λόγο την ηµέρα που τιµάµε την αποκατάσταση της ∆ηµοκρατίας δεν έχουν θέση φληναφήµατα περί άκρων και επικίνδυνες µεταφορές που αλλοιώνουν το χθες χωρίς να προστατεύουν το σήµερα από υπαρκτούς κινδύνους. Η παραπάνω κριτική προέρχεται από κάποιον που χαιρέτισε την εκλογή της Προέδρου και τη στήριξη που της παρείχε το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Και αυτό δεν αλλάζει. Κατά τη διάρκεια της θητείας της η Πρόεδρος είχε σειρά µετρηµένων και εποικοδοµητικών παρεµβάσεων για θέµατα δικαιωµάτων, το Μεταναστευτικό, τα λεγόµενα εθνικά θέµατα. Ούτε βέβαια έχω την απαίτηση σε όλα τα ζητήµατα να έχει απόψεις συµβατές µε αυτές της Αριστεράς. Ούτε θα είχα την υπερβολική απαίτηση να αναφερθεί σε όσα συνέβησαν τον τελευταίο χρόνο και ευτελίζουν και υποτιµούν τη ∆ηµοκρατία. Εχω όµως την απαίτηση να µην επαναλαµβάνει αυτούσιο το κυβερνητικό αφήγηµα µε τον λαϊκισµό και τα άκρα.

Πρόεδρος της ΔημοκρατίαςΑικατερίνη Σακελλαροπούλου