Απόψεις|29.11.2020 14:22

Περιμένοντας τις κυρώσεις που δαγκώνουν

Νίκος Μπίστης

Ακούγοντας τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ συνάγεις το συμπέρασμα ότι η Τουρκία είναι σε δεινή διεθνή απομόνωση, ότι υποχωρεί παντού και βρίσκεται στα πρόθυρα κατάρρευσης. Ταυτοχρόνως ένα δίκτυο συμμαχιών που ξεκινά από την Αμερική και εκτείνεται σε μια ομονοούσα ΕΕ είναι έτοιμο να υποστηρίξει τα ελληνικά και ελληνοκυπριακά συμφέροντα μέσω αποτελεσματικών κυρώσεων .

Κυρώσεων που θα «δαγκώνουν», όπως είχε αναγγείλει ο απερίσκεπτος κ.Πέτσας. Αυτή η ελληνοκεντρική  εικόνα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα( βλ. για παράδειγμα την κατάληξη της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο Καραμπάχ)  δημιουργεί ψευδαισθήσεις και καταλήγει σε απογοητεύσεις . Σε αυτή δε την διαδρομή από την ψευδαίσθηση μέχρι την απογοήτευση ενισχύεται στην λαϊκή συνείδηση η αίσθηση ότι οι ξένοι μας εμπαίζουν και έναντι ημών έχουν σαφή προτίμηση στην Τουρκία. Το ίδιο ακριβώς αλλά αντιστρόφως πιστεύει η τουρκική κοινή γνώμη, ότι Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι τους εμπαίζουν και συμπράττουν σε αυτό που η Τουρκία φοβάται περισσότερο από όλα: στην περικύκλωση της από εχθρικές δυνάμεις.

Για μια ακόμα φορά η κυβέρνηση αλλά και το σύνολο σχεδόν του πολιτικού προσωπικού της χώρας φαίνεται να περιμένει στις 10 και 11 Δεκεμβρίου περισσότερα από όσα οι συσχετισμοί και οι γεωστρατηγικές δουλείες επιτρέπουν. Αναδεικνύουν την σκληρή στάση της Άγκυρας απέναντι στην Λευκωσία, θεωρούν προσχηματική την μερική αναδίπλωση της Τουρκίας απέναντι στην Αθήνα στις θαλάσσιες περιοχές έντασης, ενώ αγνοούν πλήρως την βασική προσπάθεια της τουρκικής διπλωματίας να δημιουργήσει μετά από από πολλά χρόνια αδράνειας νέους όρους σύγκλισης στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Έχοντας σταθερά στην φαρέτρα της το γεωστρατηγικό χαρτί (τριγωνικές σχέσεις με ΗΠΑ, ΕΕ και Μόσχα) και το μεταναστευτικό η Άγκυρα διαπραγματεύεται μια θετική ατζέντα με την ΕΕ. Στην τρίτη αυτή παράμετρο και στην κόπωση της διεθνούς κοινής γνώμης, του ΟΗΕ και της ΕΕ από τις συνεχείς υπαναχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς (Σχέδιο Ανάν, Κραν Μοντανά) πρέπει να αναζητήσουμε τις περιορισμένες αντιδράσεις στα απαράδεκτα  τετελεσμένα στα  Βαρώσια. Για μια ακόμα φορά η ελληνική πλευρά υφίσταται τις συνέπειες της ομηρίας της από την διαχρονική αναγκαστική στήριξη  στην γραμμή ενός άκαμπτου  μαξιμαλισμού της ελληνοκυπριακής ηγεσίας.

Ουδείς μπορεί μετά βεβαιότητος να προβλέψει το αποτέλεσμα του Συμβουλίου. Κατά πάσα πιθανότητα  κάποιας μορφής κυρώσεις θα υπάρξουν ώστε να ικανοποιηθεί η Γαλλία (που όμως έχει κατεβάσει κάπως τους τόνους) και άλλες χώρες όπως η Αυστρία και κάποιες χώρες  του Βίζεγκραντ των οποίων τα κίνητρα δεν έχουν σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά με την ισλαμοφοβία και την ξενοφοβία. Από την άλλη πλευρά χώρες όπως η Γερμανία , η Ισπανία , η Ιταλία , η Ολλανδία η Μάλτα και άλλες θα φροντίσουν ώστε οι κυρώσεις να μην ξεπεράσουν κάποιο όριο και να μην βλάψουν την ευρωτουρκική προσέγγιση. Ο Ερντογάν για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης θα καταγγείλει την απόφαση αλλά ελάχιστα θα ενοχληθεί στην πράξη. Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται μπροστά σε ένα δίλημμα. Να προσποιηθούν ότι είναι ικανοποιημένες από κυρώσεις που χαϊδεύουν ή να βάλουν βέτο σε θέματα όπως πχ η Τελωνειακή Ένωση, που είναι ζωτικής σημασίας για χώρες οι οποίες  επιθυμούν για δικούς τους οικονομικούς λόγους την ευρωτουρκική προσέγγιση. Νομίζω ότι θα γίνει το πρώτο. Και θα ζήσουμε στην Ελλάδα ένα κύκλο αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση για το ποιος ευθύνεται που δε επεβλήθησαν κυρώσεις που να δαγκώνουν. Η πραγματικότητα, θα έλεγα.

Θα το ξαναπώ: όσο η πολιτική μας απέναντι στην Τουρκία θα εδράζεται στο πλαίσιο των κυρώσεων θα εμποδίζει την αναζήτηση ουσιαστικής λύσης με βάση ένα οδικό χάρτη: αποκλιμάκωση της έντασης, διερευνητικές συνομιλίες, συμφωνίες όπου αυτές είναι δυνατόν, προσφυγή τέλος στην Χάγη. Η ελληνική πλευρά να ζητήσει απτά ανταλλάγματα για ΑΟΖ , Κυπριακό  αξιοποιώντας πιθανές θετικές εξελίξεις στην ευρωτουρκική ατζέντα. Αυτή είναι μια παρεμβατική πολιτική που παίρνει υπόψη της την πραγματικότητα και υπερασπίζει με τον καλύτερο τρόπο τα εθνικά συμφέροντα. Ο άλλος δρόμος είναι - στην καλύτερη περίπτωση-  ο δρόμος της αμηχανίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αμηχανίας είναι το σημερινό πρωτοσέλιδο σημείωμα της Καθημερινής.
Γράφει η έγκυρη εφημερίδα  με τίτλο Με όρους : «Η Τουρκία δεν έχει αφήσει πλέον περιθώρια για ψευδαισθήσεις. Ακόμα και αν δείχνει διάθεση για διάλογο. Έχει επανειλημμένως στο πρόσφατο παρελθόν χρησιμοποιήσει τον διάλογο ως εφήμερο στρατήγημα. Για αυτό και η ελληνική πλευρά θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει ένα πλαίσιο ξεκάθαρο και δεσμευτικό προτού διακινδυνεύσει  να καθίσει πρόχειρα στο τραπέζι και να πέσει πάλι θύμα παραπειστικών ελιγμών. Πριν οι δυο πλευρές καθίσουν στο τραπέζι θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι η Άγκυρα θα αποφύγει τις μονομερείς ενέργειες για ένα σημαντικό διάστημα και ότι δεν θα εμμείνει σε μια παράλογη ατζέντα». 

Σε αυτές τις λίγες γραμμές αποτυπώνεται όλη η αμηχανία, η αναβλητικότητα, η έλλειψη αυτοπεποίθησης και κατά πάσα πιθανότητα οι δύο γραμμές που συνυπάρχουν  στην ελληνική πλευρά. Το ζητούμενο τίθεται ως προϋπόθεση . Πάντως, είναι σαφές και από το αμήχανο αυτό κείμενο ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον διάλογο. Όμως όλοι προσπαθούν να αποφύγουν αυτό που θεωρούν πικρό ποτήρι.

Τουρκίακυρώσειςελληνοτουρκικές σχέσειςκρίση στη Μεσόγειο