Απόψεις|08.07.2021 15:04

Επιστήμη και δυσπιστία στη σύγχρονη εποχή

I.N. Μαρκόπουλος

Στα τόσα προβλήματα που παγκόσμια ταλανίζουν τις καθόλα τεχνολογικά και τεχνοεπιστημονικά υπεραναπτυγμένες μας κοινωνίες, ξεχωρίζει ένα πολύ ιδιάζον πρόβλημα. Αυτό της εμπιστοσύνης ενός σημαντικότατου αριθμού ανθρώπων στην επιστημονική κοινότητα και τον επιστημονικά τεκμηριωμένο λόγο. Και το χαρακτηρίζω πολύ ιδιάζον, γιατί αυτό που θα περίμενε κανείς από μια κοινωνία που καταστατικά την χαρακτηρίζει η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας, θα ήταν – πέρα από κάθε αναγκαία κριτική της θεώρηση – η εμπιστοσύνη στην επιστήμη και τα επιτεύγματά της.

Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει δυστυχώς, γιατί – μεταξύ άλλων – η σχέση των σύγχρονων κοινωνιών με την επιστήμη και τα τεχνολογικά της επιτεύγματα είναι καθαρά επιφανειακή, χρηστική, αγοραία και αποπροσανατολιστικά καταναλωτική. Η δυσπιστία του σύγχρονου ανθρώπου προς την επιστήμη, και η δυσφήμισή της, είναι ένα πρόβλημα που αθόρυβα αλλά σταθερά διαβρώνει το κύρος της αλλά και την κοινωνική συνοχή, με απρόβλεπτες στο μέλλον κοινωνικο-πολιτικές και βιοηθικές συνέπειες και προκλήσεις. Πάντως, και εδώ ισχύει ό,τι υποστηρίζει ο Πλάτων, στην “Πολιτεία” του, για τη δυσφήμιση της φιλοσοφίας, που οφειλόταν τόσο στις θέσεις και τη συμπεριφορά των ίδιων των φιλοσόφων όσο και σε όσους τους χρησιμοποιούσαν.

Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως της πανδημίας COVID-19, παρατηρείται προφανώς μια επιδείνωση της δυσπιστίας, λόγω των ίδιων των επιστημόνων, αλλά και της κοινωνίας, και συγκεκριμένα εδώ της πολιτικής, που τους χρησιμοποιεί ως εμπειρογνώμονες. Γιατί βέβαια, ούτε οι παλινωδίες, ασάφειες και ασυνέπειες του επιστημονικού λόγου και των αντίστοιχων επιλογών, σε παγκόσμιο μάλιστα επίπεδο (τι να πρωτοθυμηθεί κανείς εδώ), αλλά ούτε και ο πολιτικός πατερναλισμός και προστατευτισμός των οποιωνδήποτε επιστημονικών επιτροπών (που δεν το έχουν άλλωστε ανάγκη) βοηθούν στο να ελαττωθεί η δυσπιστία προς τον επιστημονικό λόγο και να αυξηθεί το κοινωνικό του κύρος και όφελος.

Ωστόσο, το κύρος της επιστήμης έχει δυστυχώς τρωθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό. Και αυτό είναι ακόμη πιο λυπηρό και αποκαρδιωτικό, αφού η επιστήμη είναι ό,τι πιο αξιοθαύμαστο και πιο ευεργετικό έχει πετύχει η ανθρωπότητα, μέσα από την μακραίωνη πορεία της. Ας δούμε λοιπόν δύο πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα που θέτουν ένα γενικότερο παραδειγματικό πλαίσιο λανθασμένων ακαδημαϊκών νοοτροπιών και επιλογών, και που σίγουρα δυστυχώς συμβάλλουν στην αύξηση και εδραίωση αυτής της δυσπιστίας.

Όπως χαρακτηριστικά παρατίθεται από έγκριτες πανεπιστημιακές πένες, «περισσότεροι από το 30% όλων των εξειδικευμένων επιστημόνων και μηχανικών της Βρετανίας απασχολούνται στον αμυντικό τομέα», και αναφορικά με τους φοιτητές στα εργαστήρια τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ) του ΜΙΤ, και σε παρόμοια άλλα εργαστήρια στις ΗΠΑ, «μετά την αποφοίτησή τους οι περισσότερες από τις εταιρείες για τις οποίες θα δουλέψουν [...] είναι αυτές που, περισσότερο από τις υπόλοιπες, αναζητούν ακόμη πιο γρήγορους και πιο αξιόπιστους τρόπους για να σκοτώνουν ακόμα περισσότερους ανθρώπους [...] Όποιοι ευφημισμοί κι αν χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τα σχέδια μαθητών των εργαστηρίων ΤΝ, η πιθανότητα ότι η εφαρμογή της έρευνάς τους θα εξυπηρετήσει αυτόν ή

παρόμοιους στρατιωτικούς σκοπούς είναι συντριπτική» (Βλ. Κ. Ρόμπινς & Φ. Ουέμπστερ, Η εποχή του τεχνοπολιτισμού. Από την κοινωνία της πληροφορίας στην εικονική ζωή. Εισαγωγή-επιμέλεια Στέλιος Παπαθανασόπουλος, μετάφραση Κάτια Μεταξά, Καστανιώτης 2002, 236).

Όπως εξάλλου πολλά δεδομένα το αποδεικνύουν, ο πλανήτης οδεύει με επιταχυνόμενο ρυθμό προς μη αναστρέψιμες ίσως κλιματικές αλλαγές, με ανυπολόγιστες καταστροφικές συνέπειες για ανθρωπότητα και πλανήτη. Συχνότατες πλημμύρες με συνεχή, σταδιακή άνοδο της στάθμης της θάλασσας στο Μαϊάμι των ΗΠΑ, είναι ένα χαρακτηριστικότατο παράδειγμα, από τα πολλά, που κυριολεκτικά τρομάζει. Και αυτό, όχι μόνο για την επικινδυνότητα του φαινομένου, αλλά πολύ περισσότερο για την απάθεια της όντως γεραράς αμερικανικής πανεπιστημιακής κοινότητας να αφυπνιστεί, ωστόσο, από τον λήθαργό της και να αντιδράσει δυναμικά, καλώντας, για παράδειγμα, τα μέλη της – και την παγκόσμια ακόμη ακαδημαϊκή κοινότητα – να απόσχουν για μία μόνο μέρα, ως συμβολική διαμαρτυρία, από όλες τις ακαδημαϊκές και διοικητικές τους δραστηριότητες. Ναι, μία ημέρα για όλους τους αιώνες που ελπιδοφόρα προσμένουμε να έρθουν για τις μελλοντικές γενιές. Μήπως διαφαίνεται στον ορίζοντα μια τέτοια διάθεση; Όχι βέβαια. Έπρεπε να εμφανιστεί μία 16χρονη κοπέλα, η Γκρέτα Τούνμπεργκ, να ταράξει τα νερά, και να μας δώσει, ό,τι κι αν έχει ειπωθεί εναντίον της από εδώ και από εκεί, ένα μάθημα κοινωνικο-ηθικής και οικολογικής ευαισθησίας. Δεν είναι όντως ντροπή;

Κορονοϊόςπανδημία