Απόψεις|01.02.2019 11:16

Πώς παγιώνεται ο διπολισμός: Οι Πρέσπες «δένουν» το αφήγηµα του Τσίπρα

Χρήστος Μαχαίρας

Στη δημόσια συζήτηση για το κλίµα των ηµερών συνήθως γίνεται µια παρανόηση: η πόλωση εµφανίζεται ως επικοινωνιακή επιλογή, ως κόλπο που αποσκοπεί στη δηµιουργία εντυπώσεων, και όχι ως το αποτέλεσµα υπαρκτών αντιθέσεων που διχοτοµούν την κοινωνία. Κάπως έτσι οι ηθικολογικές προσεγγίσεις διεκδικούν τη µερίδα του λέοντος, µε αποτέλεσµα η διαδικασία να σκεπάζει την ουσία και τα ουσιώδη να υποβαθµίζονται.

Τα δύο μπλοκ

Στην περίπτωση του «Μακεδονικού» η δηµοφιλέστερη προσέγγιση θέλει τον Τσίπρα να µηχανεύεται τη διάσπαση των αντιπάλων του και να επενδύει στον διχασµό της κοινωνίας. Μοιάζει σαν οι Ελληνες να αποτελούν εύπλαστο υλικό που µεταπλάθεται κατά τις βουλήσεις του ενός ή του άλλου, λες και δεν υπάρχουν διαχωριστικές γραµµές που τέµνουν κάθετα το κοινωνικό σώµα και ορίζουν µπλοκ µε διαφορετικές οπτικές, άλλες προσλαµβάνουσες και αντικρουόµενες επιδιώξεις.

Σε µια χώρα όπου 400.000 ψηφοφόροι εξακολουθούν να στηρίζουν τη Χρυσή Αυγή και όπου ο εθνικισµός έχει ρίζες ανθεκτικές στον χρόνο, η άποψη της «στηµένης πόλωσης» µοιάζει µε χιουµοριστική άσκηση. Ακόµα και όταν µια κακώς εννοούµενη φροντίδα για την εικόνα της Ελλάδας έβαζε τη σκόνη της µισαλλοδοξίας κάτω από το εθνικό χαλί, στην κοινωνία εύρισκαν χώρο να φωλιάσουν απόψεις που ήθελαν «σύνορα µε τη Σερβία» και καλούσαν σε υπερπατριωτικούς ανένδοτους.

Το «Μακεδονικό» δεν το εφηύρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρχε ως αγκάθι επί 25 και πλέον χρόνια στα πλευρά της χώρας, έπληττε τη διεθνή εικόνα της, περιόριζε την άσκηση ηγετικού ρόλου στην περιοχή. Υπήρξαν πολιτικοί που έχτισαν καριέρες πάνω στη συντήρηση αυτής της πραγµατικότητας και άλλοι που έκαναν σκοπό της πολιτικής διαδροµής τους την υπέρβασή της, κανείς ωστόσο δεν διανοήθηκε ποτέ να πει ότι η υπόθεση του «Μακεδονικού» ήταν ένα άδειο πουκάµισο που κάποτε θα ερχόταν να φορέσει ο Τσίπρας. Υπό αυτήν την έννοια, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του δεν ανακάλυψαν την Αµερική. Θεώρησαν ότι οι διεθνείς συνθήκες είναι τέτοιες που ευνοούν την επίλυση του «Μακεδονικού» µε επωφελείς όρους για τη χώρα, γνωρίζοντας ότι θα βρουν απέναντί τους ένα µεγάλο τµήµα πολιτών, ίσως και το µεγαλύτερο, που διαπαιδαγωγήθηκαν στην απόρριψη κάθε ιδέας συµβιβασµού µε το γειτονικό κράτος.

Με δεδοµένη τη στάση που διαχρονικά τήρησε η Αριστερά, η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αναµενόµενη. Η έκπληξη προήλθε από τη Νέα ∆ηµοκρατία, που επέλεξε για κοµµατικούς και εκλογικούς λόγους να µετακινηθεί από τη γραµµή του Βουκουρεστίου στη γραµµή Σαµαρά, και, κυρίως, από το Κίνηµα Αλλαγής, που ταυτίστηκε µε την αξιωµατική αντιπολίτευση, αφήνοντας ανυποστήρικτες τις πολιτικές Σηµίτη και Παπανδρέου για συµβιβαστική επίλυση του «Μακεδονικού».

Το αποτέλεσµα της διολίσθησης στη γραµµή της µηδενικής ανοχής ήταν ότι η ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ «χάρισαν» στον ΣΥΡΙΖΑ ολόκληρο τον χώρο που αντιλαµβάνεται την έννοια του πατριωτισµού µε όρους ρεαλισµού και αντιτίθεται στην έξαρση του εθνικισµού. Κατέστησαν έτσι τον πρωθυπουργό κυρίαρχο του προοδευτικού πόλου, αύξησαν το διπλωµατικό του κεφάλαιο στο εξωτερικό και παγίωσαν, πέρα από τις προθέσεις τους, το κλίµα του διπολισµού.

Ο άλλος πόλος

Αµφιβάλλει, άραγε, κανείς ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν πλέον τον αντίθετο πόλο των πολιτικών που εκφράζει η Ν∆ του Κυριάκου Μητσοτάκη; Μπορεί το ΚΙΝΑΛ να αµφισβητήσει την πραγµατικότητα των δύο µπλοκ όταν ακυρώνει τη γραµµή των «ίσων αποστάσεων» και κυριαρχείται από αντικυβερνητικό µένος; Στις συνθήκες που διαµορφώνονται, ο πρωθυπουργός θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει τη διαδικασία κύρωσης της Συµφωνίας των Πρεσπών, ώστε να καταγράψει και µέσω αυτής την επιρροή που ο ίδιος και το κόµµα του ασκούν στον προοδευτικό χώρο. Εχοντας εξωθήσει, µάλιστα, εκτός κυβέρνησης τον Πάνο Καµµένο, θα επιµείνει στη γραµµή της προγραµµατικής και εκλογικής σύγκλισης µε την Κεντροαριστερά, επιδιώκοντας να εκφράσει ένα ευρύτερο ρεύµα προοδευτικών δυνάµεων µε κορµό τον ΣΥΡΙΖΑ.

Του ύψους...

Η αποχώρηση Καµµένου από την κυβέρνηση κλείνει ένα κεφάλαιο και ανοίγει ένα καινούργιο. Χωρίς τους Ανεξάρτητους Ελληνες στο κάδρο και µε τη χώρα εκτός προγραµµάτων διάσωσης, η πολιτική ζωή επανέρχεται στο γήπεδο των κλασικών διαχωριστικών γραµµών, µακριά πλέον από την ατµόσφαιρα και τις συµπλεύσεις που έθρεψε η αντίθεση µνηµόνιο - αντιµνηµόνιο. Οσο και αν η αντιπολίτευση επιµένει στη γραµµή του «εικονικού διαζυγίου», η έξοδος των ΑΝΕΛ από το κυβερνητικό σχήµα αναδιατάσσει την πολιτική γεωγραφία. Αποκαθιστά σε σηµαντικό βαθµό την πολιτική τάξη και επαναφέρει στην καρδιά της πολιτικής ζωής το δίπολο που συγκροτούν οι συντηρητικές και οι προοδευτικές δυνάµεις.

& του βάθους

Αν και οι πολιτικές και κοινωνικές πολώσεις είναι συγκοινωνούντα δοχεία, τα κόµµατα οφείλουν να φιλτράρουν τις εντάσεις, να αποκλιµακώνουν την αδιαλλαξία, να εκτονώνουν τον τυφλό φανατισµό. ∆υστυχώς, στην περίπτωση της ανάρτησης αφισών µε απειλητικό περιεχόµενο η υποχρέωση αυτή δεν τηρήθηκε –ή τηρήθηκε σε εξαιρετικά περιορισµένο βαθµό–, ενώ δεν ήταν λίγα τα πολιτικά πρόσωπα που τροφοδότησαν το αντικοινοβουλευτικό κλίµα, ανακυκλώνοντας σε καθηµερινή βάση υπαινιγµούς για πάσης φύσεως ανταλλάγµατα. Το εντυπωσιακό µε τις αφίσες-επικηρύξεις είναι ότι υπήρξαν διανοούµενοι και δηµοσιογράφοι που φρόντισαν να απενοχοποιήσουν τη φασιστικής αντίληψης στοχοποίηση των βουλευτών που προτίθενται να υπερψηφίσουν τη Συµφωνία των Πρεσπών, µε το επιχείρηµα ότι και την εποχή των µνηµονίων στοχοποιήθηκαν πρωθυπουργοί, υπουργοί και τραπεζίτες. Ο κύκλος του µίσους παραµένει πάντα ανοιχτός...

Συμφωνία των Πρεσπών