Απόψεις|10.05.2022 13:10

Επαναφορά της εικονικής πραγματικότητας στην οικονομία

Γιάννης Μπράχος

Το ΠΑΣΟΚ κατέκτησε την εξουσία το 1981 με σύνθημα την «Αλλαγή», επιχειρώντας την αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής. Στη συνέχεια οι διαδοχικές κυβερνήσεις μετά την πρώτη τετραετία, υιοθέτησαν περιοριστική πολιτική μισθών, μεταφέροντας δημοσιονομικούς πόρους στην ανάδειξη επιχειρήσεων ως «εθνικών πρωταθλητών», μέσω του τραπεζικού συστήματος και της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, ενισχύοντας την πελατειακή σχέση πολιτικής και οικονομικής ελίτ.

Οι σημαντικές αγροτικές επιχορηγήσεις της ΕΕ και τα ευρωπαϊκά κονδύλια περιφερειακής ανάπτυξης απετέλεσαν τον δεύτερο μηχανισμό ισχυροποίησης του πελατειακού συστήματος, με την άνθηση των αυτοαπασχολούμενων ελεύθερων επαγγελματιών διαμορφώνοντας κοινωνικές συμμαχίες με πολιτικό αντίκτυπο.

Ήταν η κυβέρνηση Σημίτη, η οποία εν μέσω σταθεροποιητικού προγράμματος, προσανατόλισε τους πολίτες στον πλουτισμό μέσω του χρηματιστηρίου-καζίνο, επιτείνοντας τον παρασιτισμό στην οικονομία και την εγκατάλειψη της παραγωγής. Η φούσκα έσκασε με το  κραχ του 1999, με το τότε διάτρητο θεσμικό πλαίσιο να επιτρέψει την αναδιανομή κεφαλαίων από τους μικρο-επενδυτές στους οικονομικά ισχυρούς.

Με την υιοθέτηση του ευρώ το 2001, η χώρα εισήλθε σε περίοδο χαμηλών επιτοκίων, ευνοώντας την χρηματοδότηση των Ολυμπιακών έργων, την έκρηξη των τιμών ακινήτων και την εκτόξευση της κατανάλωσης. Η επεκτατική πιστωτική πολιτική αύξησε σημαντικά το ΑΕΠ, υπονομεύοντας ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, με την μεταφορά πόρων στην κατανάλωση.

Στην ψευδαίσθηση της αύξησης της κατανάλωσης με δανεικά, επένδυσε πολιτικά και η ΝΔ, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα στον προϋπολογισμό και στο εμπορικό ισοζύγιο. Με την χρηματιστηριακή κρίση του 2009, οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας ήρθαν στο προσκήνιο, το πολιτικό σύστημα αδυνατούσε να διαχειριστεί την κρίση και η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ προσέφυγε στο ΔΝΤ και την ΕΕ υιοθετώντας τα μνημόνια. Με αυτή την πράξη έκλεισε ο πρώτος κύκλος της  εσωτερικής κοινωνικής συμμαχίας επί ΠΑΣΟΚ.

Καθώς τα μνημόνια απέτυχαν να επιλύσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα, η χώρα σήμερα αντιμετωπίζει τις ίδιες οικονομικές προκλήσεις, επιτεινόμενες από εξωγενή γεγονότα, όπως η πανδημία και ο πόλεμος της Ουκρανίας. Ο συνδυασμός του δυσμενούς διεθνούς περιβάλλοντος και η επιστροφή σε οικονομικές επιλογές του παρελθόντος από τη κυβέρνηση της ΝΔ, επιδείνωσε την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Μετά από 14 χρόνια μνημονίων, η απουσία συγκροτημένης οικονομικής πρότασης της κυβέρνησης, εν μέσω επιδείνωσης μακροοικονομικών δεδομένων, επιχειρεί την προβολή της κυβέρνησης «πατερούλη» και την φαντασιακή ανάπτυξη της οικονομίας με κατανάλωση, αποβλέποντας σε δεύτερο κύκλο κοινωνικών συμμαχιών ώστε να παραμείνει στην εξουσία. Η επανάληψη της ιστορίας ως φάρσας.

Στην περίοδο της πανδημίας, η επιδοματική πολιτική και τα «δώρα» σε ιδιωτικούς ομίλους, εκτόξευσαν το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα, με κριτήριο την πολιτική ανθεκτικότητα του κόμματος. Το ΠΑΣΟΚ κυβερνά ψιθυρίζουν οι βουλευτές της ΝΔ, καθώς το 30% των κυβερνητικών θέσεων ευθύνης του κυβερνητικού μηχανισμού καλύπτονται από στελέχη της τελευταίας περιόδου ΠΑΣΟΚ.

Το κράτος ως διαχειριστής των ευρωπαϊκών κονδυλίων και δανείων και  του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι και πάλι η «αγελάδα προς άρμεγμα» των εχόντων πρόσβαση στην εξουσία, με την κρίση να παραμονεύει. 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, η σημερινή κατάσταση της χώρας διαφέρει από το 2010, παρά τις αυξανόμενες αποδόσεις των ομολόγων. Η Ελλάδα έχει μεν τον υψηλότερο δείκτη χρέους/ΑΕΠ στην ευρωζώνη,  αλλά το 80% του χρέους διακατέχεται από ευρωπαϊκούς δημόσιους πιστωτές, προσφέροντας δημοσιονομική ανθεκτικότητα. Το υπόλοιπο 20% του δημόσιου χρέους είναι διαπραγματεύσιμο στις αγορές με το 1/4 αυτού στην κατοχή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, λόγω του προγράμματος επαναγοράς ομολόγων της πανδημίας.

Συνεπώς η βραχυχρόνια πρόσβαση σε δανεισμό είναι διασφαλισμένη, βέβαια με υψηλότερα επιτόκια, καθώς το «μαξιλάρι» του ΣΥΡΙΖΑ διασφαλίζει την αναχρηματοδότηση του χρέους για περίπου τρία χρόνια.  Όμως, το ΔΝΤ αναμένει η Ελλάδα να επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023, ενώ τα πλεονάσματα θα πρέπει να αυξηθούν σταδιακά σε 2% έως το 2027.

Την επιχειρηματολογία αυτή προβάλει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ως προς τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, με βάση την 20ετή μέση ωριμότητά και τα χαμηλά επιτόκια. Βέβαια το ίδιο ίσχυε από το 2017, παρά ταύτα συνεχίσθηκε η απαίτηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, με πολιτικό κόστος στην τότε κυβέρνηση. 

Η οπτική αυτή στο δημόσιο χρέος παραβλέπει την παρασιτική φύση μέρους της ελληνικής οικονομίας, η οποία αυξάνει το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και τα ελλείμματα. Η κυβέρνηση της ΝΔ το 2019, παρά την λεκτική προσήλωση σε «μεταρρυθμίσεις», επανέφερε την πελατειακού τύπου διαχείριση, με το επιτελικό κράτος και τους «αρίστους», επιδεινώνοντας τα δημόσια οικονομικά  και την ανταγωνιστική θέση της οικονομίας, ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 2019.

Οι Βρυξέλλες αποδέχθηκαν σιωπηρώς την διαχείριση της ΝΔ, πολιτικά στην αρχή και στη συνέχεια ως μόνη διέξοδο από την κρίση της πανδημίας αποδεχόμενες το υψηλό δημόσιο έλλειμμα και το χρέος. Η κρίση έγινε ευκαιρία για την αναστήλωση της παρασιτικής οικονομίας, ενώ ο πόλεμος της Ουκρανίας και η συνακόλουθη ενεργειακή κρίση επιδεινώνουν την ανταγωνιστική θέση της χώρας.

Τα πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα θα περιορίσουν την επιβάρυνση των νοικοκυριών, η οποία όμως θα παραμείνει υψηλότερη τουλάχιστον κατά 50%, από τις τιμές του Ιουνίου 2019. Η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης μετά το 2ο εξάμηνο του 2019, εκτίναξε τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σχεδόν με διπλάσιο ρυθμό του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τιμές οι οποίες επιδεινώθηκαν στη συνέχεια με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τα κυβερνητικά μέτρα θυμίζουν πυροσβέστη που τρέχει να σβήσει φωτιά την οποία ο ίδιος έβαλε. Το ποσό της επιδότησης στερώντας πόρους από την πράσινη ενεργειακή μετάβαση αυξάνει στην πραγματικότητα τον δανεισμό.

Η πολιτική επιβίωση του κυβερνώντος κόμματος τίθεται υπεράνω της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, με αύξηση του δημοσίου δανεισμού, τον επιμερισμό της οικονομικής ανέχειας στην μεγάλη πλειοψηφία και τον πλουτισμό των ολίγων φίλων της εξουσίας.

Η επαναφορά της εικονικής πραγματικότητας του παρελθόντος στην οικονομία του «μαζί τα φάγαμε» δημιουργεί τις αντικειμενικές προϋποθέσεις της επόμενης κρίσης.

Κώστας Σημίτηςμνημόνιαειδήσεις τώραοικονομίαΠΑΣΟΚΝέα Δημοκρατίακατανάλωση