Απόψεις|19.09.2023 07:14

Γιατί Κασσελάκης… και η επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ

Αδάμος Ζαχαριάδης

Όταν το 2000 η τότε κραταιά Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αντιμετώπιζε στο ΟΑΚΑ τον Παναθηναϊκό, ο προπονητής της Sir Άλεξ Φέργκιουσον, βλέποντας την ενδεκάδα της ελληνικής ομάδας, έσπευσε να ρωτήσει «Who is Giourkas»? Επρόκειτο, βέβαια, για τον μετέπειτα διεθνή Γιούρκα Σεϊταρίδη, ο οποίος έκανε το ευρωπαϊκό του ντεμπούτο στον συγκεκριμένο αγώνα.

Κάπως έτσι αντέδρασαν πολλοί και στην Κουμουνδούρου, όταν ο Στέφανος Κασσελάκης ανακοινώθηκε στην ένατη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας για τις εκλογές του Μαΐου. Και ακόμα, όταν ο εξ Αμερικής ορμώμενος ομογενής ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του μόλις τρεις εβδομάδες πριν τις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη του/ης διαδόχου του Αλέξη Τσίπρα, πολλοί έσπευσαν να χαμογελάσουν συγκαταβατικά.

Το φαινόμενο Στέφανος Κασσελάκης, όμως, ήρθε ορμητικά και χτύπησε την Κουμουνδούρου. Ακόμα και αν δεν καταφέρει να εκλεγεί την επόμενη Κυριακή, πρόκειται για ένα πρόσωπο που θα έχει σίγουρα μια σημαντική θέση στο πολιτικό σκηνικό της χώρας για το επόμενο διάστημα.

Ερμηνείες και συμπεράσματα για Κασσελάκη

Η μεγάλη συμμετοχή στη διαδικασία της εκλογής Προέδρου, που μέχρι την εμφάνιση Κασσελάκη έμοιαζε άνευ ενδιαφέροντος για κόσμο που δεν είναι οργανωμένος στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το μεγάλο ποσοστό που έλαβε ο άγνωστος μέχρι πρόσφατα πολιτικός, χρήζουν ερμηνειών και συμπερασμάτων.

Ένας από τους πιο συχνούς χαρακτηρισμούς για την υποψηφιότητα Κασσελάκη –ιδίως από πολιτικούς επικριτές του– είναι αυτός της «μεταπολιτικής». Ένας όρος που τείνει πια να χρησιμοποιείται απλώς ως συνώνυμος του «απολίτικος». Ωστόσο, αν πράγματι στην απήχηση της υποψηφιότητας Κασσελάκη μπορούμε να διαγνώσουμε ορατά τα σημάδια μιας μεταπολιτικής στροφής είναι γιατί πράγματι το πρόσωπο της πολιτικής αλλάζει ραγδαία. Έτσι, όπως έχει καταγραφεί ήδη σε πολλές άλλες περιπτώσεις και στο εξωτερικό, η απάθεια των πολιτών για τις παραδοσιακές πολιτικές διαδικασίες και δομές εκπροσώπησης, για τις ιδεολογικές δεσμεύσεις και αντιπαραθέσεις, συνοδεύεται από ένα αίτημα για «ηχηρές» προσωπικότητες που μπορούν –πραγματικά ή φαντασιακά– να επιδείξουν τεχνοκρατικές ικανότητες, αποτελεσματικότητα, πρακτικότητα, κοινό νου ή/και καθαρές τοποθετήσεις σε ταυτοτικά ζητήματα. Αυτή την ουσιώδη μετατόπιση στις προσδοκίες των ανθρώπων, με την «αντιπάθεια» προς την παραδοσιακή πολιτική που τη χαρακτηρίζει και τους μεταδημοκρατικούς της κινδύνους, θα ήταν καλό όλες οι πολιτικές δυνάμεις να σπεύσουν να την κατανοήσουν, πριν την εξοβελίσουν εκτός του ορατού τους πεδίου. Αγνοώντας τους πραγματικούς μετασχηματισμούς στο εσωτερικό της κοινωνίας, οι παραδοσιακοί πολιτικοί χώροι ενισχύουν την αποσύνδεσή τους από αυτήν και τελικά εκχωρούν κάθε σχετικό αίτημα εκπροσώπησης στους «μεταπολιτικούς» τους αντιπάλους.

Σχετική με τις προκλήσεις της μεταπολιτικής εποχής είναι και μια αντίφαση που συνοδεύει την υποψηφιότητα Κασσελάκη. Ενώ ζούμε σε μια εποχή, όπου τα προβλήματα είναι πολυδιάστατα και απαιτούν αφοσίωση, διεπιστημονικότητα και σχεδιασμό, οι κοινωνίες –ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος τους– εμπιστεύονται πρόσωπα που υπόσχονται εύκολες ή αυτόματες λύσεις, χωρίς να αποδεικνύουν απαραίτητα βαθιά και συνολική γνώση σημαντικών ζητημάτων. Εδώ, ο τρόπος με τον οποίο η στρατηγική επικοινωνία αλλά και οι δίαυλοι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μετασχηματίζουν τη δημόσια σφαίρα παίζουν επίσης πολύ σημαντικό ρόλο στο πώς η φωτογενής αίγλη ενός υποψηφίου μπορεί να θέσει στο περιθώριο ερωτήματα για την επάρκειά του.

Είναι μεν θετικό το γεγονός ότι ένας πολιτικός που ανοιχτά δηλώνει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και υπόσχεται σημαντικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο δικαιωμάτων που αφορούν την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα αποκτά ορατότητα στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας. Ωστόσο, πέραν της καθαρότητας των θέσεων του Στέφανου Κασσελάκη σε αυτό το πεδίο, ουδείς έχει ακούσει σαφείς προτάσεις και θέσεις του για σειρά άλλων ζητημάτων που απασχολούν την πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας.

Το αποτέλεσμα της Κυριακής, αλλά και η μεγάλη συμμετοχή στις κάλπες, ήταν μήνυμα δυσαρέσκειας προς το στελεχιακό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ και τον τρόπο με τον οποίο γίνονταν όλα αυτά τα χρόνια οι πολιτικές-ιδεολογικές μάχες εντός του κόμματος. Ποιος ήταν ο αποστολέας αυτού του μηνύματος; Προφανώς όχι ο κόσμος που διατηρεί τη λεγόμενη οργανική σχέση με την Αριστερά. Το μήνυμα ήρθε, όμως, από εκείνο το τμήμα της κοινωνίας στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιδιώξει να απευθυνθεί όλο το προηγούμενο διάστημα. Και που με τρόπο αμφιθυμικό και θέλει να το πλησιάσει, προσπαθώντας να του μοιάσει, αλλά και που το αποστρέφεται ως «απολίτικο». Γεγονός, πάντως, είναι ότι η βάση του ΣΥΡΙΖΑ του 2023 δεν έχει καμία πολιτική και κοινωνική σχέση με τη βάση του κόμματος του 2012 ή του 2015. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα μιας επίσης αντιφατικής εσωτερικής διεργασίας.

Ναι, ο Κασσελάκης εμφανίστηκε όψιμα, εκμεταλλεύτηκε το μεγάλο επικοινωνιακό του πλεονέκτημα και κυριάρχησε σε έναν αγώνα 100 μέτρων. Όμως δεν θα μπορούσε να το κάνει αν δεν είχε σχέση και υποστήριξη από δίκτυα εντός ΣΥΡΙΖΑ. Και παρά το γεγονός ότι το πρόσωπό του φέρει αέρα ανανέωσης, κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την εμφανή σχέση του με τον Παύλο Πολάκη και τον Ευάγγελο Αποστολάκη. Ούτε το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα εμφανίστηκαν στο πλευρό του σειρά στελεχών του κόμματος, όπως η Θεοδώρα Τζάκρη, ο Παναγιώτης Κουρουμπλής, η Δώρα Αυγέρη, ο Γιώργος Τσίπρας, η Χαρά Καφαντάρη και ο Πέτρος Παππάς.

Η Έφη Αχτσιόγλου μοιάζει να έχασε ένα σημαντικό πολιτικό μομέντουμ και να υποτίμησε τον κίνδυνο της υποψηφιότητας Κασσελάκη για την ίδια. Το επιτελείο της θα χρειαστεί να ερμηνεύσει λεπτομερώς τους λόγους αυτού του αποτελέσματος. Ακόμα κι αν καταφέρει να γυρίσει το εις βάρος της αποτέλεσμα και να γίνει η ίδια Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μια «πύρρειος νίκη», παρά τις προοπτικές που είχε να εκλεγεί με μεγάλο ποσοστό και να είναι η αδιαφιλονίκητη ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, όπως τον ξέραμε, έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό κύκλο του. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος αργά ή γρήγορα (το πιθανότερο πολύ γρήγορα) το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα βρεθεί ενώπιον σοβαρής πιθανότητας να διασπαστεί. Βλέποντας το κλίμα, την οξύτητα των επιθέσεων και τις εκατέρωθεν αντεγκλήσεις, καταλαβαίνουμε ότι και την επόμενη Κυριακή συγκρούονται στις εκλογές δύο κόσμοι, οι οποίοι για τους δικούς τους λόγους και έχοντας τον Αλέξη Τσίπρα και την προοπτική διακυβέρνησης ως συγκολλητική ουσία κατάφερναν να συνυπάρξουν. Έως τώρα, τουλάχιστον.

Έφη Αχτσιόγλουειδήσεις τώραεκλογέςΣΥΡΙΖΑΣτέφανος Κασσελάκης