Απόψεις|03.09.2019 11:44

Μάρμαρα του Παρθενώνα: Δυσβάσταχτο το κόστος του δανεισμού τους

Ναταλί Χατζηαντωνίου

«Οι Έφοροι του Βρετανικού Μουσείου δεν θα δανείζουν σε καμία έκθεση που περιλαμβάνει αντικείμενα τα οποία είναι γνωστό ότι έχουν κλαπεί, παρανόμως εξαχθεί ή εντοπιστεί σε παράνομη ανασκαφή». Ο όρος αυτός στην Πολιτική Δανεισμών του Βρετανικού Μουσείου μοιάζει αστείος εάν τον διαβάσουμε έχοντας στο μυαλό συγκεκριμένα το θέμα του δανεισμού των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Εκπροσωπεί ένα οξύμωρο. Και επιπλέον, εφόσον θα τον ακολουθούσε κάποιος κατά γράμμα, θα ήταν δυνατό να…αυτό-ακυρώσει οποιαδήποτε προοπτική δανεισμού από το Βρετανικό Μουσείο των αποσπασμένων από τον λόρδο Ελγιν Μαρμάρων όπως πρότεινε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στον Βρετανό ομόλογό του Μπόρις Τζόνσον, προκειμένου τα Γλυπτά να εκτεθούν στην Αθήνα το 2021, με αφορμή τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία.

Αυτός φυσικά δεν είναι ο μόνος όρος της επίσημης Πολιτικής που ακολουθεί το Βρετανικό Μουσείο προκειμένου να δανείσει ή να δανειστεί σημαντικά εκθέματα, πολιτική στην οποία δεν εμπλέκεται ουδείς άλλος καθώς το Μουσείο, δεν είναι κρατικός φορέας και οι συλλογές του δεν ανήκουν στη βρετανική κυβέρνηση. Συνεπώς αυτό σημαίνει καταρχάς ότι ακόμα και εάν η βρετανική κυβέρνηση θα ήταν θετική προς ένα τέτοιο δανεισμό το 2021 (σε συνθήκες..μετα-Μπρέξιτ και χωρίς να είναι καθόλου βέβαιο ότι θα παραμένει ο Μπόρις Τζόνσον πρωθυπουργός), δεν θα μπορούσε να επηρεάσει το σώμα των Εφόρων που έχουν την αποκλειστική ευθύνη της τελικής απόφασης.

Τί άλλο ορίζει λοιπόν, μεταξύ άλλων η Πολιτική Δανεισμών; Όπως διαβάζουμε στην επίσημη ιστοσελίδα του Μουσείου το θέμα του δανεισμού ορίζεται στο άρθρο 4 του Νόμου του 1963 για το Βρετανικό Μουσείο. Εκεί αναφέρεται ότι «Το Βρετανικό Μουσείο μπορεί να δανείζει για δημόσια έκθεση (είτε εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, είτε αλλού) οποιοδήποτε αντικείμενο περιλαμβάνεται στις συλλογές του Μουσείου υπό την προϋπόθεση ότι για να αποφασίσει αν θα δανείσει ή όχι ένα τέτοιο αντικείμενο και για τον καθορισμό του χρόνου δανεισμού και για τους όρους βάσει των οποίων κάθε τέτοιο αντικείμενο μπορεί να αποτελέσει προϊόν δανεισμού, το Βρετανικό Μουσείο λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των σπουδαστών και άλλων προσώπων που επισκέπτονται το Μουσείο, την κατάσταση και το βαθμό σπανιότητας του εν λόγω αντικειμένου και τους ενδεχόμενους κινδύνους στα οποία είναι πιθανό να εκτεθεί. "

Στους όρους είναι μεταξύ άλλων και ότι οι Έφοροι π.χ. δίνουν τη συγκατάθεσή τους για δανεισμό αντικειμένων «μόνον σε περίπτωση που ο πιθανός κίνδυνος για το αντικείμενο είναι εντός των ορίων της λογικής και εφόσον ο δανειολήπτης  εγγυάται ότι το αντικείμενο θα επιστραφεί στο Μουσείο με τη λήξη της περιόδου δανεισμού». Ή ότι «για να εξασφαλίσουν το δανεισμό από τους Εφόρους του Βρετανικού Μουσείου, οι δανειολήπτες θα πρέπει να αποδείξουν ότι τα αντικείμενα που ζήτησαν αποτελούν βασικό μέρος της έκθεσής τους και ότι η ίδια η έκθεση είναι έγκυρη και προς το δημόσιο όφελος».

Εξυπακούεται επίσης ότι «το Βρετανικό Μουσείο αναμένει ότι οι δανειολήπτες θα καλύψουν όλες τις δαπάνες που συνδέονται με το δανεισμό, όπως τα έξοδα μεταφοράς, τη διαδικασία και τα υλικά της συσκευασίας και τα ασφάλιστρα. Επίσης στο Βρετανικό Μουσείο ανήκουν τα έσοδα από τα δικαιώματα σε περίπτωση φωτογράφισης των εκθεμάτων.

Σε όλη αυτή τη διαδικασία που θα ήταν αρκετά προσβλητική για την Ελλάδα αν δεχόταν να δανειστεί τα Μάρμαρα που της ανήκουν επί της ουσίας, προέχει βεβαίως το «τελεσίγραφο» που είχε στείλει λίγους μήνες πριν ο γερμανικής καταγωγής διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου,  Χάρτβιχ Φίσερ, σε συνέντευξή του στα «Νέα», ξεκαθαρίζοντας ότι «το Βρετανικό Μουσείο όταν δανείζει, το κάνει σε εκείνους που αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία των αντικειμένων».

Ας θυμηθούμε επίσης ότι, όταν το Δεκέμβριο του 2014 το Βρετανικό Μουσείο είχε συναινέσει για τον δανεισμό για πρώτη φορά στην ιστορία του ενός από τα Γλυπτά του Παρθενώνα προκειμένου να εκτεθεί στο περίφημο Μουσείο Ερμιτάζ της Ρωσίας, ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε δηλώσει ότι «ο Παρθενώνας και τα γλυπτά του υπήρξαν αντικείμενο λεηλασίας. Η αξία των γλυπτών είναι ανεκτίμητη. Οι Έλληνες είμαστε ταυτισμένοι με την ιστορία και τον πολιτισμό μας! Τα οποία δεν τεμαχίζονται, δεν δανείζονται και δεν παραχωρούνται!». Υπουργός Πολιτισμού ήταν τότε ο σημερινός Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας που, (με γ.γ. τη σημερινή υπουργό Λίνα Μενδώνη) είχε χαρακτηρίσει προκλητική την απόφαση του Βρετανικού Μουσείου «διότι αντιμετωπίζει τα λεηλατημένα γλυπτά του Παρθενώνα ως αντικείμενα μεμονωμένου δανεισμού». Λίγους μήνες πριν ο κ.Σαμαράς και ο κ.Τασούλας είχαν υποδεχτεί την δικηγόρο (και σύζυγο του Τζορτζ Κλούνεϊ) Αμάλ Αλαμουντίν και τους δύο Βρετανούς συναδέλφους της για να συζητήσουν το ενδεχόμενο να αναλάβει η δικηγορική τους φίρμα (Doughty Street Chambers) τη διεκδίκηση του επαναπατρισμού των Μαρμάρων δια της νομικής οδού. Για εκείνη τη συνεργασία που δεν ευοδώθηκε το γραφείο είχε αμειφθεί όπως γράφτηκε με 200.000 ευρώ.

Κατά τα φαινόμενα ο σημερινός Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε άλλη οδό, προτείνοντας τον δανεισμό ο οποίος εκ του αποτελέσματος θα ακύρωνε τη χρόνια ελληνική διεκδίκηση νομιμοποιώντας την ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου αλλά και το δικαίωμά του να εισπράττει χρήματα ακόμα και από τις φωτογραφίσεις των γλυπτών. 

Βρετανικό ΜουσείοΜάρμαρα του Παρθενώνα