Απόψεις|10.09.2019 18:13

Η οργή ξεχειλίζει στους δρόμους της Αθήνας

Σπύρος Σεραφείμ

Κι ύστερα, σε αυτό το καλοκαίρι που, όπως έχω γράψει ξανά, είναι γουέστερν, οι διακοπές τελείωσαν και οι «χρυσοθήρες» γύρισαν στην πόλη – και, μάλιστα, δίχως «χρυσό» στις αποσκευές τους. Βλέπετε, πολλοί πιστεύουν ότι στην άδειά τους θα μπορέσουν να βρουν τις απαντήσεις στις ερωτήσεις του χειμώνα, ότι το θέρος θα αλλάξει τις ζωές τους – πόσα λάθη σε μία πρόταση. Επειδή, ακριβώς, αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες πλάνες που μπορεί να μεγαλώσει μέσα του ένας άνθρωπος.

Και κάπως έτσι οι δρόμοι της Αθήνας χόρτασαν ξανά από κίνηση στον κλεινόν άστυ, που ποτέ δεν αδειάζει – αν και, προφανώς, αυτό συμβαίνει και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Οι κεντρικές οδικές αρτηρίες γέμισαν ξανά από λαμαρίνες με ρόδες, με πολίτες που προσπαθούν να βρουν τα πατήματά τους μετά την καλοκαιρινή άδεια, με γείτονες, συναδέλφους, φίλους και γνωστούς οι οποίοι ήρθαν πίσω και είναι αντιμέτωποι ξανά με την κανονικότητα. Όχι με εκείνη που έχει μέσα της ολόκληρα κομμάτια από αυτή τη γλυκιά ρουτίνα που σε κρατά σε φόρμα και εγρήγορση, αλλά εκείνη που σε κερνά -χωρίς να θες- σφηνάκια άγχους και στρες. Κι ενώ, βέβαια, το μυαλό σου δεν έχει ξεκολλήσει από τα κανονικά σφηνάκια που έπινες στις διακοπές σου. Λογαριασμοί, εφορίες-ΕΝΦΙΕΣ, παιδιά - σχολικά - ρούχα - παπούτσια - φροντιστήρια, σέρβις στο μεταφορικό μέσο, δόση για τις ηλεκτρικές συσκευές του σπιτιού, ουφ – ο εν λόγω κατάλογος, δυστυχώς, μοιάζει να μην έχει τέλος.

Και μπορεί όλοι στο ίδιο καζάνι να βράζουμε, να έχουμε όλοι τις ίδιες, πάνω-κάτω, υποχρεώσεις, αλλά ο καθένας το διαχειρίζεται με τον δικό του τρόπο. Σπανίως με ψυχραιμία, ηρεμία, πολιτισμό, πραότητα. Αλήθεια, μόνο εγώ έχω παρατηρήσει ότι το πάνδημο άγχος και η αντίστοιχη πίεση έχoυν χτυπήσει «κόκκινα» στην κοινωνία; Είμαι ο μοναδικός που έχω δει να κάνει ο άλλος όπισθεν και ο οδηγός που έπεται να τραβά όπλο -καταμεσής του δρόμου- και να γαζώνει αυτοκίνητα; Είμαι ο μοναδικός που έρχεται, καθημερινά, αντιμέτωπος με αγένεια, απώλεια στοιχειώδους ψυχραιμίας και πολιτισμού στις αντιδράσεις των άλλων; Μπορεί τα παραπάνω να αποτελούν καθαρά ρητορικά ερωτήματα, αλλά η πραγματικότητα και η καθημερινότητα δεν έχει φιλοσοφία, δεν έχει στωικότητα, αλλά φακέλους με λογαριασμούς μέσα σε γραμματοκιβώτια, έχει χρέη, υποχρεώσεις, πάσης φύσεως «θηλιές» στον λαιμό. Και, εντέλει, η οργή ξεχειλίζει στην άσφαλτο, στους δρόμους της Αθήνας, σιγά σιγά εξαπλώνεται η χούντα των αγενών.

«Και τι να κάνουμε, ρε αδερφέ, να γλεντάμε; Να είμαστε χαρούμενοι και να αισθανόμαστε ότι όλα είναι καλά, ενώ δεν είναι;» μπορεί να απαντήσει κάποιος - ο οποίος, στο βάθος, ξέρει πως αυτό το κείμενο όχι μόνο τον «φωτογραφίζει», αλλά γράφει ακόμα και το όνομά του. Αντίστοιχα, για να επιστρέψουμε στο ερώτημα, θα μπορούσε κάποιος άλλος να του ανταπαντήσει πως κανέναν δεν νοιάζει το τι θα κάνει για να διαχειριστεί ο διαφωνών τη ζωή του, αρκεί να μην ενοχλεί, με τον τρόπο του, τη δική μας ζωή. Δηλαδή, επειδή εσύ που διαφωνείς με τα παραπάνω, δεν μπορείς, π.χ., να εγγράψεις το παιδί σου για να ξεκινήσει μαθήματα πιάνου, πρέπει να ακούμε την επίμονη κόρνα σου με το που θα ανάψει το πράσινο στο φανάρι;

Επειδή, όμως, πρέπει όλοι μας να ρίξουμε στροφές στις καθημερινότητές μας -και επειδή δεν κουνάω σε κανέναν το δάχτυλο για τα άγχη του-, ας πούμε πως αυτό το φθινόπωρο πρέπει να επικρατήσουν ψυχραιμία, παιδεία, πολιτισμός. Επειδή, εάν πιστέψουμε πως όλα αυτά που βλέπουμε γύρω μας αντικατοπτρίζουν το μόνιμο επίπεδό μας, σε κάθε εποχή, υπάρχει μείζον πρόβλημα στην κοινωνία μας. Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις μεγαλοστομίες -«ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;», τους εν γένει τσαμπουκάδες και την αγένεια στους δρόμους, στα σούπερ μάρκετ, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στις τράπεζες, ας τελειώνουμε, μια και καλή με τις υπερβολές, τα σπρωξίματα, τις ύβρεις, τις φωνές, που υπενθυμίζουν την πιθηκοειδή καταγωγή μας.   

Άλλωστε, όπως έχει γράψει ο Λιβανοαμερικανός ποιητής και φιλόσοφος Χαλίλ Γκιμπράν, «υπερβολή είναι μια αλήθεια που έχασε την ψυχραιμία της». Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να υποφέρουμε στην καθημερινότητά μας από τις υπερβολές εκείνων που θεωρούν πως, στην πραγματικότητα, είναι απίστευτα πλούσιοι, αλλά είναι φυλακισμένοι στις ζωές πτωχών. Επειδή, στην πραγματικότητα, δεν είναι φτωχοί στον τραπεζικό λογαριασμό τους, αλλά στο πνεύμα τους.

Και θα ευχόμουν «καλή σεζόν», αλλά φοβάμαι ότι κάποιοι θα μου επιτεθούν -ουρλιάζοντας, σε απόσταση αναπνοής, με σάλια στο πρόσωπό μου- «ξέρεις πόσα χρωστάω εγώ, ρε;».

δρόμοι στην Αθήνα