Απόψεις|29.09.2019 13:49

Ο ανασκολοπισµός της Ιστορίας

Νίκος Μπίστης

Το ευρωκοινοβούλιο αδυνατώντας να ασχοληθεί µε τα προβλήµατα του παρόντος και του µέλλοντος της Ευρώπης ασχολείται µε το παρελθόν. Με τρόπο προκλητικό και εξοργιστικό. Αυτήν τη φορά ξεπέρασε κάθε προηγούµενο, δεν περιορίστηκε στην εργαλειακή χρήση της Ιστορίας, αλλά προχώρησε στον ανασκολοπισµό της. Απεφάνθη ότι ο Β’ Παγκόσµιος Πόλεµος υπήρξε άµεσο αποτέλεσµα του γερµανοσοβιετικού Συµφώνου Μολότοφ-Ρίµπεντροπ, χαρακτηρίζει την ΕΣΣ∆ συνυπεύθυνη µε τη ναζιστική Γερµανία για τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο και ζητά να καθοριστεί «Ηµέρα µνήµης των θυµάτων ολοκληρωτικών καθεστώτων» η ηµεροµηνία υπογραφής του γερµανοσοβιετικού συµφώνου. Είναι η φυσική κατάληξη της ανιστόρητης εξίσωσης φασισµού - ναζισµού µε τον κοµµουνισµό. Καθόλου τυχαία επέλεξαν τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο για την τελική επίθεση στην Ιστορία και τη µνήµη. Τότε σφυρηλατήθηκε η µεγάλη αντιφασιστική συµµαχία των τριών µεγάλων και ο αντιφασισµός από τα κάτω, ρεύµα που επιβίωσε και επηρέασε εξελίξεις ακόµα και την περίοδο του Ψυχρού Πολέµου.

Τα µεταπολεµικά χρόνια δηµιουργήθηκε η υγειονοµική ζώνη που απαγόρευε στην ακροδεξιά να πλησιάσει κυβερνητικούς θώκους στην Ευρώπη. Τώρα η υγειονοµική αυτή ζώνη έχει καταργηθεί. Πληθαίνουν οι µεταµφιεσµένοι ακροδεξιοί που συµµετέχουν σε κυβερνήσεις ή χτυπούν την πόρτα τους.

Η σχετικοποίηση της ακροδεξιάς, η ενσωµάτωση της ρητορικής της από τµήµα της ∆εξιάς, διευκολύνεται από την αποδιάρθρωση του πάλαι ποτέ αντιφασιστικού µετώπου, τον κατακερµατισµό του και τέλος την εξοµοίωση µε ψευδοεπιστηµονικά επιχειρήµατα του κοµµουνισµού µε τον ναζισµό. Και αυτά την ώρα που Λεπέν, Σαλβίνι, Ορµπαν και άλλοι αποτελούν τον πραγµατικό κίνδυνο για την Ευρώπη και τη ∆ηµοκρατία.

Αποδεικνύεται πέραν πάσης αµφιβολίας ότι οι πόλεµοι της µνήµης αφορούν το µέλλον. Ελέγχοντας το παρόν ξαναγράφουν το παρελθόν για να κυριαρχήσουν στο µέλλον.

Και επειδή στο επίκεντρο είναι το γερµανοσοβιετικό σύµφωνο, ας αφήσουµε να τους απαντήσει ένας υπεράνω πάσης υποψίας µεγάλος Βρετανός, ορκισµένος αντισοβιετικός, που είχε όµως υποχρέωση απέναντι στην ιστορική αλήθεια, µια και στη χώρα του ολοµόναχος προειδοποιούσε για τον επερχόµενο όλεθρο και αντιµετωπιζόταν ως γραφικός.

Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ στα «Αποµνηµονεύµατα του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου» γράφει: «Εάν ο κ. Τσάµπερλεϊν απαντούσε αµέσως όταν έλαβε τη ρωσική πρόταση “ναι, ας ενωθούµε εµείς οι τρεις (Αγγλία, Γαλλία και ΕΣΣ∆) και ας σπάσουµε τα πλευρά του Χίτλερ”, η Ιστορία µπορεί να είχε ακολουθήσει διαφορετικό δρόµο. Χειρότερο πάντως δεν θα µπορούσε να πάρει». Στις 4 Μαΐου 1939 προειδοποιεί: «∆ώδεκα ηµέρες έχουν παρέλθει αφού έγινε η ρωσική πρόταση.

Ο βρετανικός λαός έχει το δικαίωµα, εν συνεννοήσει µετά της Γαλλικής ∆ηµοκρατίας, να ζητήσει από την Πολωνία όπως µη παρεµβάλη εµπόδια στον δρόµο της κοινής υποθέσεως (εννοεί την άρνηση των Πολωνών να προσφέρουν στον Κόκκινο Στρατό πεδίο µάχης επί πολωνικού εδάφους σε περίπτωση γερµανικής επίθεσης). Οχι µόνο οφείλουµε να δεχθούµε την πλήρη συνεργασία µε τη Ρωσία, αλλά πρέπει να περιληφθούν στη συµφωνία η Λιθουανία, η Λετονία και η Εσθονία». Και καταλήγει: «Αντί όµως να γίνει αυτό, µακρά σιωπή επακολούθησε και ετοιµάζοντο ηµίµετρα και συνετοί συµβιβασµοί. Η αργοπορία αυτή ήταν µοιραία για τον Λιτβίνοφ (προκάτοχος του Μολότοφ).

Η τελευταία του προσπάθεια να καταλήξει σε συµφωνία µε τους ∆υτικούς είχε αποτύχει. Η αξιοπιστία µας είχε ελαττωθεί. Μια εντελώς διαφορετική εξωτερική πολιτική ήταν αναγκαία για την ασφάλεια της Ρωσίας και έπρεπε να βρεθεί νέος σοβαρός συντελεστής». Αυτό ήταν το Σύµφωνο Μολότοφ-Ρίµπεντροπ. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Τσόρτσιλ βλέποντας τους πολιτικούς του απογόνους -αλλά δυστυχώς και τους Σοσιαλδηµοκράτες και τους Πράσινους- να ψηφίζουν αυτές τις ανοησίες.