Απόψεις|05.12.2019 18:11

Αλλάζει η Δεξιά αλλά επί τα χείρω

Νίκος Μπίστης

Ακούγεται όλο και πιο συχνά ότι δεν αλλάζει η ∆εξιά. Λάθος. Αλλάζει επί τα χείρω. Και ο λόγος που συµβαίνει αυτό είναι ότι της το επιτρέπει το γενικότερο κλίµα. Η ∆εξιά είναι σε φάση ολοµέτωπης επίθεσης σε όλο τον πλανήτη, βγάζει τον χειρότερο εαυτό της, οι άνθρωποί της εµφανίζουν -και επαίρονται γι’ αυτό- ένα επιθετικό, προκλητικό και εκδικητικό πρόσωπο. Το ακριβώς αντίθετο συνέβαινε όταν υπήρχε το αντίπαλον δέος, ο φόβος απώλειας της εξουσίας της. Το περιγράφει µε τον δικό του τρόπο ο Τόνι Τζαντ στο βιβλίο του «Πανδοχείο της µνήµης».

«Από τον πόλεµο και µετά», γράφει, «οι πλούσιοι κρατούσαν συνετά ένα χαµηλό προφίλ. Ελάχιστα ήταν εκείνα τα χρόνια τα φαινόµενα επιδεικτικής κατανάλωσης. Ολοι οι άνθρωποι έµοιαζαν µεταξύ τους, ντύνονταν µε τα ίδια υλικά -µάλλινα, φανελένια ή κοτλέ- και µε σεµνά χρώµατα -καφέ, µπεζ, γκρι- και ο τρόπος ζωής τους ήταν εντυπωσιακά παρόµοιος».

Μακριά από µια ανεπιθύµητη και αδύνατη νοσταλγική επιστροφή στο παρελθόν, ας κρατήσουµε την ουσία. Ο πόλεµος είχε τελειώσει, η Σοβιετική Ενωση είχε νικηφόρα κατηφορίσει στην Ευρώπη, οι λαϊκές τάξεις µετά τον πόλεµο είχαν θυµώσει και οι πλούσιοι φοβούνταν. Και συνακόλουθα η παράταξη των πλουσίων είχε φοβηθεί και προσαρµοστεί στο γενικό κλίµα για να διατηρήσει το µείζον -την εξουσία της- κάνοντας µεγάλες παραχωρήσεις. Αυτό το µεταπολεµικό κοινωνικό και πολιτικό συµβόλαιο -µε έντονη σοσιαλδηµοκρατική σφραγίδα- άρχισε να ξεθωριάζει από τη δεκαετία του ’70, µε την κατάρρευση δε του κοµµουνισµού και την ταυτόχρονη επέλαση της νεοφιλελεύθερης παγκοσµιοποίησης, ποδοπατήθηκε βάναυσα.

Η τελευταία µεγάλη νησίδα κοινωνικού κράτους και ισχυρής δηµοκρατίας, η Ευρωπαϊκή Ενωση, κλυδωνίζεται επικίνδυνα. Η ∆εξιά και ο ιµπεριαλισµός προκαλούν µεταναστευτικά και προσφυγικά κύµατα που τα αξιοποιούν στο εσωτερικό της Ευρώπης διά του φόβου, ενισχύοντας ακροδεξιές, ξενοφοβικές και ρατσιστικές συµπεριφορές. Επειδή όµως η Ιστορία δεν τελείωσε, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές συναντούν όλο και µεγαλύτερη αντίσταση. Στη Λατινική Αµερική, όπου οι δηµοκρατικοί θεσµοί δεν έχουν εδραιωθεί, η δεξιά επίθεση στοιχίζει ανθρώπινες ζωές και σχεδόν όλη η ήπειρος φλέγεται.

Στην Ευρώπη, η σκιά της ακροδεξιάς απλώνεται απειλητική επιβάλλοντας την ατζέντα της στα περισσότερα κεντροδεξιά κόµµατα. Η Ν∆ δεν µπορούσε να µείνει ανεπηρέαστη από τη µετάλλαξη της ∆εξιάς. Μέσα σε λίγους µήνες διακυβέρνησης επέδειξε έντονο αυταρχισµό και άµετρη αλαζονεία. Μετά τη δικτατορία, η Ν∆ είχε προσαρµοστεί στο κλίµα της εποχής.

Συναισθανόµενη την ευθύνη της παραδοσιακής ∆εξιάς για τη δικτατορία -που ήταν σαρξ εκ της σαρκός της-, είχε κινηθεί προς το Κέντρο. Ηταν µια ευπρόσδεκτη µετατόπιση, ωφέλιµη και για την ίδια και για τους δηµοκρατικούς θεσµούς. Τώρα όλα αυτά αποτελούν ανεπιθύµητο παρελθόν για µια Ν∆ που έχει ενσωµατώσει και σε ηγετικό επίπεδο υποστηρικτές της δικτατορίας και των σύγχρονων ακροδεξιών ηγετών τύπου Ορµπαν και Σαλβίνι. Πάντα η ∆εξιά είχε αιµοµικτική σχέση µε την οικονοµική ολιγαρχία, πάντα εφορµούσε στο κράτος.

Υπήρχε όµως µετά τη Μεταπολίτευση ένα όριο, αυτό που ο Τζαντ αποκαλεί χαµηλό προφίλ. Τώρα η ψευδαίσθηση παντοδυναµίας οδηγεί στην πρόκληση και την ύβριν. Οδηγεί σε φαινόµενα Μαρινάκη. ∆εν περιορίζονται να διορίζουν αβέρτα στα νοσοκοµεία την κλαδική των αποστράτων, αποτυχηµένους πολιτευτές και µισαλλόδοξους ρατσιστές. Κορδώνονται και από πάνω. «Ποιους θα βάζαµε, τους ξένους;» διερωτάται µε κυνισµό ο κ. Βορίδης. Ταυτοχρόνως οι προστρέξαντες ψευδοφιλελεύθεροι απαιτούν δηµόσια την απόλυση ενοχλητικών δηµοσιογράφων. Εχουν χάσει τη σύνεση, όπως θα έγραφε ο Τζαντ. Επιδεικνύουν την αµετροέπειά τους. Ξεχνώντας ότι έχουν ο καιρός και η Ιστορία γυρίσµατα. 

Δεξιά