Απόψεις|09.12.2019 19:12

Όταν ένας «ευνουχισμένος» άνδρας των ΜΑΤ ξαναβρίσκει τον ανδρισμό του…

Νίκος Τζιανίδης

Την πόρτα ανοίγει το βράδυ κατάκοπος και αδειανός· αποθέτει στην πρώτη καρέκλα που θα βρει την παλικαριά του. Αφήνει το κράνος που του προστάτευσε τη σκέψη, αφήνει το γιλέκο το βαρύ το… αλεξίψυχο, που του προφύλαξε το συναίσθημα. Χύνεται σ’ έναν καναπέ και ανοίγει την τηλεόραση. Μαθαίνει ότι «ήταν ευνουχισμένος τα τελευταία χρόνια…». Τώρα πια δεν είναι. Τώρα απέκτησε και πάλι τον ανδρισμό του!

Είναι μόνος, νοιώθει μόνος. Είναι ένα άνδρας των ΜΑΤ που επιστρέφει από τη στείρα περίοδο της ζωής του στην παραγωγική… Χτύπησε, ξεγύμνωσε κορμιά και ψυχές, χτυπήθηκε, τον έφτυσαν, του πέταξαν μπογιές, τον έβρισαν χυδαία, τον προπηλάκισαν κινδύνεψε η ζωή του, αλλά αυτός έμεινε αμετακίνητος εκεί: στην πρώτη τη γραμμή του ανδρισμού!  

Η μέρα του αρχίζει με «νύχτα». Το σώμα είναι πληγή. Και η σκέψη πληγές! Δεν αγαπάει. Δεν πρέπει να αγαπάει. Είναι ο «τίγρης» κι απέναντί του οι αμνοί· οι μαύροι και οι λευκοί ανακατεμένοι.

«Ο ψυχισμός του είναι διαλυμένος και στο υποσυνείδητο γνωρίζει ότι είναι μια ύπαρξη του απόλυτου κοινωνικού περιθωρίου»… Έτσι είναι για τους «πολλούς»: στο περιθώριο. Τον πλησιάζουν μοναχά αυτοί που τον έχουν ανάγκη. Πάντα είναι χρήσιμη η γνωριμία με έναν «μπάτσο»!

«Αποζητάει μια αγκαλιά να κλάψει μέσα της για την εφιαλτική ζωή που ζει, αλλά δεν τη βρίσκει πουθενά. Μόνο, να, με τη μάνα του καμιά φορά μιλάει με μισόλογα και δήθεν αδιάφορα, γιατί δεν θέλει να μάθει πόσο αποτυχημένος και δυστυχισμένος νοιώθει»…  

Είναι ένας άνδρας των ΜΑΤ, που τον είχαν ευνουχίσει και ξαναγίνεται άντρας! Είναι ο «τίγρης», που ονειρεύεται του αμνού την αδύναμη ομορφιά, την ώρα που τα δόντια και τα νύχια του στάζουν αίμα.

Είναι η δουλειά του, βρε αδερφέ. Αυτό έμαθε: να προστατεύει την εξουσία από τους κακούς πολίτες και τους πολίτες από τους «κακούς» αυτού του κόσμου!

Τις νύχτες, στη φυλακή της ψυχής του, σχεδιάζει καράβια. Τα καράβια φεύγουν κι αυτός μένει εκεί. «Εφ’ ω ετάχθη»!

Ανοίγει την ένταση του ήχου στην μικρή τηλεόραση του: «Το πάρτι τελείωσε. Τριάντα χρόνια έχτισαν καριέρες κάνοντας τους δημοκράτες στην πλάτη των αστυνομικών. Ε... αυτό τελείωσε». Ακούει τον γενικό γραμματέα αστυνομικών υπαλλήλων Δυτικής Αττικής. Κλείνει τον ήχο, να μην ακούσει η συνείδησή του και ταραχτεί.

Είναι ένας ευαίσθητος «τίγρης» με ψυχή που σπαράζει, όταν στον τρυφερό αμνό τον «τίγρη» αναγνωρίζει και τότε «πρέπει» δυο φορές τίγρης να γίνει… 

ΕξάρχειαΑλέξανδρος Γρηγορόπουλοςαστυνομία