Απόψεις|31.12.2019 07:52

Οι φίλοι µου είναι νέα παιδιά

Νίκος Ξυδάκης

Οι περισσότεροι φίλοι µου τα τελευταία χρόνια είναι κατά πολύ νεότεροί µου. Κάποιοι είναι κοντά στην ηλικία των γιων µου… Επιζητώ τη συντροφιά τους, τις γνώσεις τους, την πυκνή εµπειρία τους, τη ζωτικότητά τους τη γαλβανισµένη στην κρίση, πλουτίζω από το αµφίδροµο mentoring. Είναι η γενιά της κρίσης· δεν τους ζηλεύω, αλλά τους θαυµάζω για το κουράγιο, τη διαύγεια, την αυτονοµία, την εγκράτεια απέναντι στον καταναλωτισµό. Ενα πράγµα µε στενοχωρεί: Οι περισσότεροι είναι πρόθυµοι να φύγουν απ’ την Ελλάδα. Με πονάει. Είναι το άλας της κοινωνίας µας, ο ανθός, και δεν τους χωράει ο τόπος. Μάλλον, δεν τους σηκώνει, τους φτύνει.

Οι δουλειές, λιγοστές και άθλιες, ο ορίζοντας προσδοκιών µαύρος κι άραχλος, το πολιτικό σύστηµα εξακολουθεί να εκκρίνει ακατάπαυστα κοµµατικά κωθώνια, νεποτισµό και αναξιοκρατία, αφού εν τω µεταξύ χρεοκόπησε τη χώρα. Είναι η γενιά της κρίσης, τα παιδιά των παιδιών της µεταπολίτευσης. Οι γονείς τους είναι οι πιο τυχεροί και ιστορικά ευνοηµένοι, τα παιδιά της δηµοκρατίας και της ευηµερίας. Τα παιδιά της κρίσης είναι οι άτυχοι της ιστορίας. Κι όµως ζυµώθηκαν µε την ιστορία, µάλιστα τη µεγάλη και απρόοπτη ιστορία: το δικό τους rite de passage είναι ο ∆εκέµβρης του 2008, η πιο ανερµήνευτη και πολυδύναµη ιστορική στιγµή µετά το Πολυτεχνείο 1973, το τροµερό πρελούδιο της Μεγάλης Υφεσης.

Όσο κι αν στενοχωριέµαι απ’ την τάση φυγής των νέων φίλων µου, όσο κι αν µε πονάει το ξερίζωµα των παιδιών µας δηλαδή, δεν µπορώ να µη συµµεριστώ τη δική τους οργή για τη µοίρα που τους επιφυλάσσει η πικρή πατρίδα. Σκέφτοµαι ότι από πολύ νωρίς, εδώ και µια δεκαετία, είχα διαβλέψει, σχεδόν κασσανδρικά, αυτήν τη φυγή, αυτόν τον ξεριζωµό που τώρα πασχίζω µάταια να αποτρέψω µε ξόρκια, όταν συζητώ µε τους νεαρούς φίλους. Αφουγκραζόµενος τη µακρά περίοδο αθυµίας µετά το 2004, εντυπωσιασµένος από το µεγάλο συµβάν του ∆εκέµβρη, σοκαρισµένος από τη σφοδρότητα της κρίσης, κοίταξα µέσα στο πηχτό αδιαφοροποίητο µέλλον, µες στις ζυµώσεις της ενδόρρηξης. Και είδα τότε ό,τι µου λένε τώρα οι καλύτεροι Ελληνες του καιρού µας, τα παιδιά της κρίσης.

Ιανουάριος 2009: «Εξάγουµε µυαλά, τα καλύτερα µυαλά, τον ανθό της ελληνικής κοινωνίας. Ξαναγυρνάµε ειρωνικά και τραγικά, αντεστραµµένα, στο ’50 και το ’60, µείον την ελπίδα: στη γραφικότητα µιας χώρας γερόντων και δηµογερόντων, χωρίς µυαλά, χωρίς νιότη. Η Ελλάδα του 2020 δείχνει από τώρα το πρόσωπό της: χωροφύλακες, θυρωροί, σεκιούριτι, ντελίβερι, λιµενοφύλακες, τσιτσερόνε, γκαρσόνια, ηµιαπασχολούµενοι, χασοµεράνε σε απέραντα καφενεία µη καπνιστών. Είναι το ίζηµα του Ελληνισµού».

Ιανουάριος 2010: «Θα αφεθούµε να µας παρασύρει η άβυσσος, αυτή που κατασκευάσαµε; Θα βουλιάξουµε στην ήττα και τη µοιρολατρία; Ή θα βαδίσουµε µε θάρρος και παρρησία προς µια καινούργια αρχή; (Plan B: µια Ελλάδα µπατίρηδων και ηττηµένων· γέροντες, χωροφύλακες και φοροεισπράκτορες καπνίζουν σε καφενεία µελαγχολικά.)».

Μάρτιος 2010: «Η επερχόµενη ύφεση, χωρίς σαφές σχέδιο ανάκαµψης και ανάπτυξης, η σαστισµάρα και η ηττοπάθεια που επικρατούν αυτήν τη στιγµή, µπορεί να οδηγήσουν στη θυσία µιας γενιάς. Οι σηµερινοί 15άρηδες έως 30άρηδες θα βρουν τα επόµενα χρόνια όλες τις πόρτες κλειστές, θα προσπαθήσουν να εκδιπλώσουν τις δυνάµεις τους σε µια αγορά παγωµένη, σε µια κοινωνία απεγνωσµένη. Θα φύγουν. Ενας νέος Ελληνισµός της διασποράς θα εµφανιστεί. Και µια νέα Ελλάδα χωρίς νέους». Ιανουάριος 2020: Οι φίλοι µου, τα παιδιά µου, οι σηµερινοί 20άρηδες, οι 30άρηδες, οι 35άρηδες, έχουν δίκιο ό,τι κι αν πουν, ό,τι κι αν πράξουν. Κι είναι ακόµη η ελπίδα µας.

brain drain